Τρίτη 31 Μαρτίου 2009

ΗΓΕΤΙΚΗ ΚΟΥΡΑΣΗ Ή ΑΝΑΠΑΡΚΕΙΑ;


Ο Καραμανλής δηλώνει πως κουράστηκε και μας απειλεί ότι εάν χάσει στις εκλογές θα αποχωρήσει από την ηγεσία της ΝΔ.

Δεν μπορεί πλέον να κάνει τίποτε παραπάνω, γιατί αφού κορόιδεψε τους ψηφοφόρους του κόμματος του σε 2 εκλογικές αναμετρήσεις που τον ανάδειξαν νικητή, τελικά τον πήρανε χαμπάρι. Φάνηκε από τις καταστάσεις που προέκυψαν, αφενός η ανεπάρκεια του ίδιου σαν ηγέτη, όσο και των επίλεκτων συνεργατών του που εντέλει τον κάψανε, και αφετέρου να τον υποσκάπτει η οργανωμένη προσπάθεια του αντίπαλου δέους/οικογένειας της παράταξης να καταλάβει την ηγεσία.


Οταν δεν μπορείς ν' αναμετρηθείς με τις αντιξοότητες, να βγείς από την κρίση και συγκρούεσαι για να κάνεις καταμερισμό ευθυνών στους άλλους για τα συμβαίνοντα και όχι σε σένα τον συνταγματικά υπεύθυνο, τότε επιτείνεις το φόβο του χάους, κ. Καραμανλή.

Η συλλογική πολιιτκή λειτουργία στο μεταξύ, έχει υποκατασταθεί από ένα εσμό αχόρταγων κουμπάρων και κολλητών, που καθημερινά κινούνται με αποκλειστικό οδηγό τους την προσωπική τους κονόμα καί βόλεμα.

Βέβαια όπως καταλαβαίνετε, όλοι οι υποψήφιοι δελφίνοι χάρηκαν και παρά τα κροκοδείλια δάκρυα που έριξαν λένε αμήν και πότε..Όπως και οι κρατικοδίαιτοι εκδότες των μεγάλων έργων και προμηθειών που προωθούν σχέδιο που εξυπηρετεί μόνο το στενά οικονομικά τους συμφέροντα (μεγάλα έργα, καζίνα, αποκρατικοποιήσεις) και μόνο κακά προοιωνίζει για την χώρα.

Προορίζουν τον ένα δελφίνο (εκείνον που διανέμει τα έργα και τα φιλέτα του κράτους) σε ρόλο μεταβατικού πρωθυπουργού και ίσως ηγέτη της παράταξης, μέχρις ότου άλλος /η ανδρείκελο τους μπορέσει να αναλάβει πλήρως το γαλάζιο μαγαζί.

Το νέο κι άφθαρτο παλικάρι που έγινε άκοπα βουλευτής και πρωθυπουργός χάρη στο όνομα που εν γενετής κουβαλούσε, χωρίς να έχει δουλέψει σχεδόν ποτέ στην ζωή του λέει πως κουράστηκε κι όλοι οι γνωστικοί πολίτες απορούμε και συνάμα αγανακτούμε.

Και εμείς κουραστήκαμε με αυτόν που παραμένει απλός παρατηρητής και σχολιαστής όλων αυτών που συμβαίνουν στην χώρα μας. Γιατί ο Καραμανλής με ελάχιστες εξαιρέσεις που χάνονται στα πολλά κίβδηλα, έχει επιλέξει συνεργάτες και υπουργούς οι οποίοι είναι μόνο για τις παρελάσεις.

Δεν είχε την στοιχειώδη εξυπνάδα να αξιοποιήσει τους πιο ικανούς από τους βουλευτές του, που αντιδρούνε τώρα και οι ίδιοι. Το βλέπουμε πανελλάδικά μα και τοπικά, όπου αξιόλογοι βουλευτές το μόνο που μπορούν να κάνουν κάθε σαββατοκύριακο που έρχονται, είναι να δικαιολογούν πολιτικές που σίγουρα οι ίδιοι δεν θα ακολουθούσαν.

Τι έχουν όμως να πούν για να διακαιολογούν εκείνους που εν μέσω αμέτρητων σκανδάλων και διαπλοκών με μεγαλο-επιχειρηματίεs και μεγαλοεκδότεs άφησαν την χώρα καταχρεωμένη κι έρμαιο στα χέρια των επιτήδειων μεσαζόντων, με την εγκληματικότητα σαν παράπλευρο επακόλουθο να εκδηλώνεται ανεμπόδιστη και την καθημερινότητα να πνίγει τον ανήμπορο ν' αντιδράσει πολίτη...

Αν συνειδητοποιήσει ο ίδιος ο υπαίτιος ότι λίγος καιρός του απομένει στην πρωθυπουργική καρέκλα, τότε απηλλαγμένος από πολιτικό κόστος θα μπορούσε να πάρει καίριες αποφάσεις, που θα σημαδέψουν τουλάχιστον την υστεροφημία του και ο λαός να 'χει να πεί κάτι καλό γι' αυτόν...

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

ΝΙΝΙ - ΒΟΔΙ 1 - 0...


Σε μια αναμέτρηση ανάμεσα σ' ένα νινί 52 κιλών κι ένα δίποδο βόδι 118 κιλών, ποιό από τα δυό περιμένετε να είναι ο νικητής;

Η μάχη μεταξύ τους γίνεται για την κατάληψη μιας θέσης εργασίας, στον εποχικό τουριστικό τομέα που τέτοιες μέρες ετοιμάζεται για το άνοιγμα της σεζόν κι όποιος προλάβει βολεύεται όπου μπορεί...

Δουλειά που θέλουνε και το βόδι και το νινί, γιατί και τα δυο δεν έχουνε τι άλλο να κάνουνε. Το βόδι έχοντας κάποια εξειδίκευση στον χώρο καθώς και πολύχρονη εμπειρία και φιλία με το αφεντικό της επιχείρησης.
Το νινί νεόκοπο στον χώρο, μόλις πριν μερικά χρόνια ασχολήθηκε σαν βοηθός κουβαλώντας ποτήρια μέσα - έξω, μα έχοντας αποτυχημένο ιστορικό σε αναζήτηση εργασίας σε καλύτερες θέσεις όπου άλλα νινιά -
sexy girls διαπρέπουν, αποφάσισε να παραμείνει στον χώρο και στην συγκεκριμένη βολική επιχείρηση...

Επιχείρηση που από ένα καπρίτσιο της τύχης ανήκει κληρονομικά σε νέο που ο γέρος του προβλέποντας την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής του πριν χρόνια, φρόντισε να μετατρέψει το παραδοσιακό του μαγαζάκι σε τουριστικό...Που ο νέος (σχήμα λόγου αφού έχει τα διπλάσια χρόνια από το νινί και μια δεκάδα παραπάνω από το βόδι) δεν φαίνεται να έχει και πολύ σχέση με την επικερδή δουλειά που κληρονόμησε και την αναθέτει αλλού κάθε χρόνο με το αζημίωτο...

Πέρυσι την είχε αναλάβει το βόδι. Φέτος που την εποφθαλμιά και το νινί για να πάψει να είναι βοηθός κι έχοντας μέσα στον χειμώνα συνδεθεί στενότερα με το σπίτι του νέου, η μάχη είναι αμφίρροπη. Κάθε πλευρά έχει τη δική της τακτική για τη νίκη...
Το βόδι αρκούμενο στην προυπηρεσία του, περιμένει απλώς το νέο να τον καλέσει και φέτος ν' αναλάβει, να έχει εισόδημα να ζήσει την απαιτητική οικογένεια του αποτελούμενη από σύζυγο και 2 αδηφάγα τέκνα, αντάξια του...

Ο νέος σαν αφεντικό που νιώθει, περιμένει να κάνει την πρώτη κίνηση το βόδι, για να πετύχει καλύτερους όρους διαπραγμάτευσης της επιχείρησης του. Όσο για ν' ανταποκριθεί αυτοβούλως στο φλερτ από το νινί, ούτε χαμπάρι...θέλει ένα κουτάκι σπίρτα για να πάρει μπρός, από φυσικού του...

Βλέποντας τα παραπάνω, το νινί έχει αναλάβει δράση μέσω σχεδίου, που περιλαμβάνει τους ντόπιους θαμώνες της επιχείρησης που έχει προσεταιριστεί ήδη καθίζοντας τακτικά στα πόδια τους και κάνοντας μερικά ναζάκια, κολακευτικά για την ηλικία τους, μην παραλείποντας αυτόν που έχει τον τελικό λόγο στην επιλογή, τον πατέρα του νέου...

Καθίζει στα πόδια του γέρου όπως κάνει συχνά, χαιδεύει τα ελάχιστα μαλλιά και δίνοντας του ένα πεταχτό φιλάκι στο πιο κοντινό της ζαρωμένο μάγουλο, λέει μεγαλοφώνως ν' ακουστεί απ' όλους:

- Τζουτζούκο μου, πως είσαι σήμερα;

- Άσε τον γέρο, ο νέος έχει αναλάβει πια το μαγαζί και δεν έχει και γυναίκα...της λένε πειρακτικά οι λίγοι τακτικοί θαμώνες που γνωρίζονται για χρόνια, αφού άπαντες έχουν περίπου την ηλικία του γέρου και ξέρουν το νέο από όταν γεννήθηκε...

- Νικόλα πόσο καιρό έχεις να το κάνεις; γυρίζει αυτή προς το μέρος του νέου...αν χρειάζεσαι κάτι μπορείς να το ζητήσεις...του κάνει κλείνοντας πονηρά το μάτι...

- Πάρτη μωρέ να σου φτιάξει το μαγαζί και το σπίτι, του λένε σύσσωμοι οι άλλοι...

- Δεν ξέρω τι να κάνω, θα δω...αποκρίνεται ο νέος που ποτέ στην ζωή του δεν πήρε μόνος του απόφαση, είναι και το βόδι, το θέλουν κι άλλοι...

- Το βόδι θα μας φέρεις πάλι; Πάρτον φέτος βοηθό αυτόν, να βγάζει το μεροκάματο του μα άσε μας ν' απολαμβάνουμε το καλοκαίρι εδώ το νινί...

Με τέτοια κόλπα μαίνεται η μάχη για την επικράτηση και την φετινή καλοακαιρινή επιβίωση ανάμεσα στο νινί και το βόδι. Στοιχήματα γίνονται δεκτά, υπάρχει περιθώριο μέχρι ν' αρχίσουν να καταφθάνουν στην περιοχή τους οι τουρίστες το Πάσχα, μέχρι τότε όλα είναι ανοιχτά...

Αν και κάτι μου λέει πως θα επαληθευτεί το σκόρ του τίτλου κι αν τολμάτε διαψεύστε με!

Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΠΟΥ ΠΛΗΓΩΝΑΜΕ ( Η ΤΑΙΝΙΑ)...


Χίος γύρω στο 1960, λίγες μέρες πριν κλείσουν τα σχολεία για τις καλοκαιρινές διακοπές.

Η φιλία μεταξύ δυο αγοριών χαλάει χωρίς να το θέλουν, εξαιτίας ενός άτυχου περιστατικού. Ξανασυναντιούνται στα μέσα του καλοκαιριού και περνούν μαζί ένα υπέροχο καλοκαίρι....

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2009

ΤΑ ΧΕΙΛΗ ΝΑ ΦΙΛΕΙ...

Το στοματάκι σου μπορεί καλό ή κακό να κάνει...
Έχει τα χείλη να φιλεί, τα δόντια να δαγκάνει!

ΤΑ ΚΟΥΛΟΥΚΙΑ...


Δυο κουλούκια, δηλαδή δυο μικρά σκυλάκια, εχάρισε κάποιος σε δυο συντέκνους που δεν εφημίζοντο για την εξυπνάδα τους.
Επειδή όμως ήτανε κοντά τα σπίτια τους, εδημιουργήθηκε πρόβλημα πως θελα ξεχωρίζει ο καθένας το δικό του.

- Εγώ Μανώλη, λέω να σαμώσουμε το ένα, κι έτσα να ξέρομε ίντα μας εγίνετε... είπε ο ένας.

- Μπράβο Βασίλη. Σωστή η σκέψη σου. Φέρε το ένα να του κόψουμε τ' αυτί...

Πήρανε το σκυλάκι, επήγε και το άλλο κοντά να δει ίντα θα κάνουνε του αδερφακιού του, εβάλανε το αυτί στο κουτσούρι, επήρε το μπαλτά ο Κωστής κι έκοψε λίγο αυτάκι.
Επόνεσε όμως το κουλούκι, και ανοίγοντας το στόμα του, δάγκασε κι έκοψε ένα κομμάτι από το αυτί του άλλου κουλουκιού.

- Πράμα δεν εσκοτώσαμε Βασίλη, είπε ο Μανώλης, εδά είναι πάλι τα ίδια. Φέρε να κόψουμε λίγη ουρά...

Εξαναβάλανε την ουρά στο κουτσούρι, ο Βασίλης αυτή τη φορά, έκοψε λίγη ουρά, και ξανά το σκυλάκι πονεμένο δάγκασε κι έκοψε ένα κομμάτι ουρά του άλλου σκυλιού.

- Εκαταστραφήκαμε, είπε πάλι ο Μανώλης. Πώς θα τα ξεχωρίζομε στο τέλος;

- Δεν πειράζει Μανώλη, είπε ο Βασίλης, πάρε εσύ το άσπρο, να πάρω εγώ το μαύρο!

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ 2009...


Αρκετά θέματα μέγιστης σημασίας (διαχείριση εθνικών θεμάτων και πανεθνική προπαρασκευή για τη διαφαινόμενη όξυνσή τους στο μέλλον) απουσιάζουν από την ατζέντα των κομμάτων εξουσίας.

Κατοχή της Κύπρου από Τουρκικές δυνάμεις, διαρκές Casus belli, Σκοπιανός Αλυτρωτισμός, τρία πανίσχυρα όπλα στα χέρια της Ελλάδας αντί να αποτελούν την αιχμή του δόρατος της εξωτερικής μας πολιτικής παραμένουν αναξιοποίητα και αχρησιμοποίητα.

Η ευθύνη ανήκει στο σύνολο της πολιτικής ηγεσίας της χώρας, που φαίνεται ότι δεν βλέπει την πίσω από το βουνό αθέατη πλευρά.

Η χώρα οδεύει σε μια πολιτική ενδοτισμού, συμβιβασμού και υποχωρητικότητας, με στόχο τον κατευνασμό της Τουρκίας. Όμως, η πολιτική αυτή επιφέρει τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα πολλά χρόνια τώρα...

Επείγει η χάραξη μιας σθεναρής και αποφασιστικής πολιτικής για την αντιμετώπιση των μεγίστης σημασίας εθνικών μας θεμάτων, (Κυπριακό, Αιγαίο, Σκοπιανό). Είναι τυχαίο ότι λείπει από την ατζέντα των "κομμάτων εξουσίας" η διαχείριση αυτών των κρίσιμων ζητημάτων του Έθνους στη βάση του αδιαπραγμάτευτου του ανυποχώρητου σε ό,τι αφορά την προάσπιση των εθνικών μας δικαίων;

Είναι δυνατόν τη στιγμή που η Τουρκία προωθεί στο διπλωματικό και στρατιωτικό πεδίο τα στρατηγικά σχέδια της επεκτατικής της πολιτικής, οι δικοί μας πολιτικοί αργηγοί να κατατρώγονται με στείρες αντιπαραθέσεις; Χωρίς την άμυνά μας στα ανάλογα πεδία και χωρίς την αναγκαία προπαρασκευή για την ενίσχυση του εθνικού φρονήματος του λαού, την ομοψυχία και την συνοχή του;

Πρέπει σε τέτοιες συνθήκες να εμπεδώσουνε στην συνείδηση του Λαού την εθνική αυτοπεποίθηση, Και δεν το κάνουνε. Γιατί;

Είναι δυνατόν, τη στιγμή που οι από βορρά αλλά και οι εξ ανατολών γείτονες διαπαιδαγωγούν τη νεολαία τους με εθνικό όραμα, την εμπνέουν με αισιοδοξία, την εκπαιδεύουν με προοπτική και εθνικούς στόχους, εδώ να την έχουνε παραιτημένη από οράματα, χωρίς προοπτική και χωρίς πνευματική προετοιμασία για να διαδραματίσει στο μέλλον τον εκ προορισμού ιστορικό ρόλο του Ελληνισμού;

Υπάρχει ανάγκη επαναπροσδιορισμού στην κατεύθυνση της κατοχύρωσης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, τα οποία συμπίπτουν με τα εθνικά μας σύνορα, αλλά και ανάγκη προώθησης των πολιτιστικών και πνευματικών μας αξιών, οι οποίες φέρουν τη σφραγίδα του ελληνισμού χωρίς σύνορα.

Είναι η ώρα της εθνικής μας αφύπνισης, της πατριωτικής αυτογνωσίας για την απόκρουση των κινδύνων που είναι ορατοί. Πρέπει να συνειδητοποιήσει η πολιτική ηγεσία του τόπου, ότι όταν η ιστορία της αναθέτει την ανάληψη εθνικής ευθύνης για την αντιμετώπιση κρισίμων ζητημάτων, δεν μπορεί να μεταθέτει την ευθύνη αυτή στις γενιές του μέλλοντος.

Δεν μπορεί να μεταβιβάζει την εθνική κληρονομιά βεβαρημένη, υποθηκευμένη στις γενιές του αύριο. Αυτό αποτελεί εθνική ατολμία. Και αυτή την ατολμία, αυτή τη δειλία η ιστορία θα την καταλογίσει...

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2009

ΤΟ ΑΓΝΩΣΤΟ '21...


Καλό είναι να θυμόμαστε το αθάνατο και λαμπρό '21, αυτό το ιστορικό μεγάλο επίτευγμα των καθαρών Ελλήνων, αλλά εξίσου καλό είναι να διδασκόμεθα όλοι από τις αθλιότητες και τις προδοσίες που κι εδώ υπήρξαν άφθονες κι άφρονες.

Τα σχολιαρόπαιδα για πολλές γενιές μάθαιναν τα κατορθώματα μιας αδάμαστης γενιάς που βρήκε το κουράγιο και την αποκοτιά, έπειτα από τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς και φυλακής να αποτινάξει τον ζυγό της Τουρκοκρατίας μα οι έχοντες την ευθύνη της Παιδείας τους αποσιωπούσαν σκόπιμα την μιζέρια, τις προδοσίες, τα αίσχη και τον φιλοτουρκισμό των κοτσαμπαδήδων.

Οι αγώνες των Ελλήνων, αν και διακρίνοντο για την ανδρεία τους και την αποφασιστικότητά τους, είχαν εντός τους την διαίρεση και την αντίθεση. Οι φεουδάρχες επιδίωκαν τη διατήρηση της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας τους μετά την Επανάσταση. Οι πολλοί επαναστάτες όμως, ονειρεύονταν διάλυση των τσιφλικιών και μοίρασμα της γης στους φτωχούς, δικαιώματα για τους πολίτες, συμμετοχή στην εξουσία, δημοκρατία. Αυτή ήταν η πραγματική αντίθεση που οδήγησε στον εμφύλιο.

Ήταν το σαράκι των Ελληνικών αγώνων που κατέτρωγε την ικμάδα της ελληνικής ψυχής.

Ετσι ονόματα σαν του Κολοκοτρώνη, διαβλήθησαν και συκοφαντήθηκαν και έφτασαν ως τα δικαστήρια και τη φυλακή, γιατί δήθεν πρόδωσαν την Επανάσταση, ενώ χωρίς αυτούς δεν θα είχε αρχίσει ο αγώνας και δεν θα ερχόταν η ελευθερία. Και είχαν οι άθλιοι ετοιμάσει την καρμανιόλα στο κάστρο του Παλαμηδιού και είχαν βρει και τον δήμιο. Όμως, σε μια στιγμή διανοητικής εξάρσης, ο Οθων είδε τι φοβερό έγκλημα θα εγένετο και έδωσε χάρη την τελευταία στιγμή.

Απατρίδες φυλάκισαν τον Αχιλλέα της επανάστασης, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και ποιοι τον γκρέμισαν αφού πρώτα τον στραγγάλισαν σιδεροδέσμιο κάτω από την Ακρόπολη.

Ο ιστορικός ερευνητής Γιάννης Βλαχογιάννης βρήκε τα απομνημονεύματα του Κασομούλη, γραμματέα του μεγάλου στρατάρχη της Ρούμελης Καραϊσκάκη. Και απ' αυτόν μαθαίνουμε ένα συνταρακτικό μυστικό, ότι δηλαδή ο θάνατος του γενναίου και πανέξυπνου στρατηγού στη μάχη του Ανάλατου μάλλον προήλθε από βόλι ελληνικό. Και τούτο γιατί ο λαϊκός και βαθύτατα δημοκρατικός Καραϊσκάκης έδωσε νότα στους Φαναριώτες και Κοτσαμπάσηδες προεστούς, ότι μετά τον νικηφόρο αγώνα, πολίτευμα για την Ελλάδα δεν θα είναι μια ξενοφέρτη μοναρχία αλλά αυτό που θέλησε διακαώς ο Ρήγας Βελενστινλής, Σύνταγμα και Δημοκρατία.

Οσο για τον πρώτο κυβερνήτη, ιστορικά βεβαιωμένο είναι το γεγονός ότι η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια υπήρξε έργο των Κοτσαμπάσηδων με όργανο τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.Όταν ο μεγάλος αυτός Ελληνας πατριώτης και φίλος του λαού θέλησε να μοιράσει στους φτωχούς ακτήμονες αγωνιστές μέρος των μοναστηριακών κτημάτων και τις περιουσίες των αγάδων Τούρκων.

Ενώ όλα αυτά τα εποφθαλμιούσαν οι τσιφλικάδες κοτσαμπάσηδες, που αργότερα λιβανίζοντας την εξουσία της Βαυαροκρατίας, τα πήραν υποκρινόμενοι τους πιστούς αυλόδουλους της Μοναρχίας.

Μερικά μόνο από τα αμαρτήματα και τις αθλιότητες των κοτσαμπάσηδων και μέρους του υψηλού κλήρου, που αποτελούσαν τότε την άρχουσα τάξη...τα φοβερά λάθη και τις ανέκδοτες προδοσίες που έγιναν κατά τη διάρκεια της επανάστασης...

Γκρίζες ταπεινές αθλιότητες και διαδρομές που συνεχιζόμενες αδιαλλείπτως, μας έφεραν στο σημείο που βρίσκεται η Ελλάδα σήμερα...

Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

ΦΙΛΟΙ ΚΙ ΑΔΕΡΦΙΑ...


Όσοι Έλληνες και Φιλέλληνες συμμετείχατε στην εθνεγερσία, εκείνη την άνοιξη του 1821...

Τραγουδά η παιδική χορωδία της Ι. Μ. Κ. Α.

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΟΥ 1821...


Οι μορφές του αγώνα που όλοι αναγνωρίζουμε και τιμούμε και μια επισήμανση ακόμη...

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2009

Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑ ΤΟ 1821...


Ο στρατηγός Μακρυγιάννης για το 1821
αποσπάσματα από τα Απομνημονεύματα:

"Οι περισσότεροι πολεμούσαν με τα ξύλα και χωρίς τα αναγκαία. οί Τούρκοι ήταν πλήθος και γυμνασμένοι. οι δυστυχείς Έλληνες ολίγοι κι αγύμναστοι νίκησαν...Τους κατάτρεξαν οι Ευρωπαίοι. Εις τις πρώτες χρονιές εφοδίαζαν τα κάστρα των Τούρκων τους κατάτρεχαν ολοένα... Γενναίοι προπατέρες, Μιλτιάδη, Θεμιστοκλή, Αριστείδη, Λεωνίδα κι επίλοιποι γενναίοι άντρες περηφανεύεστε όπου κάμετε τόσα μεγάλα κατορθώματα και σας εγκωμιάζει όλος ο κόσμος δεν τα κάμετε εσείς μόνοι σας.oι στρατιωτικοί και πολιτικοί σας βοηθούσαν, σας βοηθούσαν οι φιλόσοφοι με αρετή, με φώτα πατριωτικά."

"Εγινα ως δεκατέσσερων χρονών και πήγα εις έναν πατριώτη μου εις Ντεσφίνα. 'Ηταν ο αδελφός του με τον Αλήπασια και ήταν ζαπίτης αυτός εις την Ντεσφίναν. Στάθηκα με κείνον μιαν ημέρα. 'Ηταν γιορτή και παγγύρι τ'Αγιαννιού. Πήγαμεν εις το παγγύρι, μόδωσε το ντουφέκι του να το βαστώ. Εγώ θέλησα να το ρίξω, ετζακίστη. Τότε μ' έπιασε σε όλον τον κόσμον ομπρός και με πέθανε εις το ξύλο. Δεν μ' έβλαβε το ξύλο τόσο, περισσότερον η ντροπή του κόσμου.

Τότε όλοι τρώγαν και πίναν και εγώ έκλαιγα. Αυτό το παράπονον δεν ηύρα άλλον κριτή να το ειπώ να με δικιώση, έκρινα εύλογον να προστρέξω εις τον Αϊγιάννη, ότι εις το σπίτι του μό' 'γινε αυτείνη η ζημία και η ατιμία. Μπαίνω την νύχτα μέσα εις την εκκλησιά του και κλειω την πόρτα κι' αρχινώ τα κλάματα με μεγάλες φωνές και μετάνοιες, τ' είναι αυτό οπού 'γινε 'σ εμέναν, γομάρι είμαι να με δέρνουν; Και τον περικαλώ να μου δώση άρματα καλά κι' ασημένια και δεκαπέντε πουγγιά χρήματα και εγώ θα του φκιάσω ένα μεγάλο καντήλι ασημένιον. Με τις πολλές φωνές κάμαμεν τις συμφωνίες με τον άγιον.

Η πατρίς της γεννήσεώς μου είναι από το Λιδορίκι, χωριό του Λιδορικιού ονομαζόμενον Αβορίτη, τρεις ώρες είναι από το Λιδορίκι μακρυά το άλλο το χωριό, πέντε καλύβια. Οι γοναίγοι μου πολύ φτωχοί και η φτώχεια αυτείνη ήρθε από την αρπαγή των ντόπιων Τούρκων και των Αρβανίτων του Αλήπασσα. Πολυφαμελίτες οι γοναίγοι μου και φτωχοί και όταν ήμουνε ακόμα εις την κοιλιά της μητρός μου, μίαν ημέρα πήγε δια ξύλα εις τον λόγκον.

Φορτώνοντας τα ξύλα 'σ το νώμο της, φορτωμένη εις τον δρόμον, εις την ερημιά, την έπιασαν οι πόνοι και γέννησε εμένα μόνη της η καϊμένη και αποσταμένη εκιντύνεψε και αυτείνη τότε και εγώ. Ξελεχώνεψε μόνη της και συγυρίστη, φορτώθη ολίγα ξύλα και έβαλε και χόρτα απάνου εις τα ξύλα και από πάνου εμένα και πήγε εις το χωριόν. Σε κάμποσον καιρόν έγιναν τρία φονικά εις το σπίτι μας και χάθη και ο πατέρας μου.
Οι Τούρκοι του Αλήπασσα θέλαν να μας σκλαβώσουνε. Τότε δια νυχτός όλη η φαμελιά και όλο μας το σόι σηκώθηκαν και έφυγαν και ήθα παγαίνουν εις την Λιβαδειά να ζήσουνε εκεί. Θα πέρναγαν από 'να γιοφύρι του Λιδορικιού ονομαζόμενον Στενό, δεν πέρναγε από άλλο μέρος το ποτάμι. Εκεί φύλαγαν οι Τούρκοι να περάσουν να τους πιάσουνε, και δεκοχτώ ημέρες γκιζερούσαν εις τα δάση όλοι κ' έτρωγαν αγριοβέλανα και εγώ βύζαινα κ' έτρωγα αυτό το γάλα. Μην υποφέρνοντας πλέον την πείνα, αποφάσισαν να περάσουνε από το γιοφύρι, και ως βρέφος εγώ μικρό, να μην κλάψω και χαθούνε όλοι, αποφάσισαν και με πέταξαν εις το δάσος, εις τον Κόκκινον ονομαζόμενον, και προχώρεσαν δια το γιοφύρι. Τότε μετανογάει η μητέρα μου και τουςλέγει, "Η αμάρτία του βρέφους θα μας χάση, τους είπε, περνάτε εσείς και σύρτε εις το τάδε μέρος και σταθήτε... το παίρνω κι' αν έχω τύχη και δεν κλάψη, διαβαίνομε κι' ο Θεός μας έσωσε. Αυτά όλα τα 'λεγε η μητέρα μου και οι άλλοι συγγενείς. Σηκωθήκαμεν όλη η φαμελιά και συγγενείς και πήγαμεν εις Λιβαδειά και μας περασπίστηκαν οι φιλάνθρωποι άρχοντες εκεί κάμποσον καιρόν, όσο οπού πιαστήκαμεν και κάμαμεν εκεί σπίτια, υποστατικά.

Εγώ έγινα ως εφτά χρονών. Με βάλαν να εργάζωμαι σε έναν εκατό παράδες τον χρόνον, τον άλλον χρόνον πέντε γρόσια. Αφού έκανα πολλές δουλειές, ήθελαν να κάνω κι' άλλες δουλειές ταπεινές του σπιτιού και να περιποιώμαι τα παιδιά. Τότε αυτό ήταν ο θάνατός μου. Δεν ήθελα να κάμω αυτό το έργον και μ' έδερναν και οι αφεντάδες και οι συγγενείς. Σηκώθηκα και πήρα και άλλα παιδιά και πήγαμεν εις Φήβα. Η κακή τύχη και εκεί οι συγγενείς ήρθαν και μας πιάσανε και με φέραν πίσω εις την Λιβαδειά και εις τον ίδιον αφέντη. Και την ίδια 'πηρεσία ξακολουθούσα κάμποσον καιρόν. Τότε δια να γλυτώσω από αυτήν την 'πηρεσίαν, ότι η φιλοτιμία μου δεν μ'άφηνε ήσυχον ούτε μέρα ούτε νύχτα, άρχισα ξύλο, τρύπημα κεφάλια των παιδιών και της ίδιας μου μητέρας και έφευγα μέσα τις ράχες. Και μ' αυτό βαρέθηκαν και με λευτέρωσαν, ότι αυτείνη η 'πηρεσία μ' είχε καταντήση να χαθώ.

'Εγινα ως δεκατέσσερων χρονών και πήγα εις έναν πατριώτη μου εις Ντεσφίνα 'Ηταν ο αδελφός του με τον Αλήπασια και ήταν ζαπίτης αυτός εις την Ντεσφίναν. Στάθηκα με εκείνον μιαν ημέρα. 'Ηταν γιορτή και παγγύρι τ'Αγιαννιού. Πήγαμεν εις το παγγύρι, μόδωσε το ντουφέκι του να το βαστώ. Εγώ θέλησα να το ρίξω, ετζακίστη. Τότε μ' έπιασε σε όλον τον κόσμον ομπρός και με πέθανε εις το ξύλο. Δεν μ' έβλαβε το ξύλο τόσο, περισσότερον η ντροπή του κόσμου.

Τότε όλοι τρώγαν και πίναν και εγώ έκλαιγα. Αυτό το παράπονον δεν ηύρα άλλον κριτή να το ειπώ να με δικιώση, έκρινα εύλογον να προστρέξω εις τον Αϊγιάννη, ότι εις το σπίτι του μό' 'γινε αυτείνη η ζημία και η ατιμία. Μπαίνω την νύχτα μέσα εις την εκκλησιά του και κλειω την πόρτα κι' αρχινώ τα κλάματα με μεγάλες φωνές και μετάνοιες, τ' είναι αυτό οπού 'γινε 'σ εμέναν, γομάρι είμαι να με δέρνουν; Και τον περικαλώ να μου δώση άρματα καλά κι' ασημένια και δεκαπέντε πουγγιά χρήματα και εγώ θα του φκιάσω ένα μεγάλο καντήλι ασημένιον. Με τις πολλές φωνές κάμαμεν τις συμφωνίες με τον άγιον.

Σε ολίγον καιρόν γράφει ο αδελφός του αφέντη μου από τα Γιάννενα ότι θέλει ένα παιδί να του κάνη χοσμέτι. Μ' έστειλαν εμένα, τα 1811. Τον πάντρεψε αυτόν ο Αλήπασσας εις την Αρτα. 'Εκατζε κάμποσον καιρόν εις 'Αρτα, τον γύρεψε ο Αλήπασσας να πάγη, ότι τον αγαπούσε και τον είχε εις τα μυστικά του γράμματα. 'Ηταν τίμιος άνθρωπος, τον λένε Θανάση Λιδορίκη. Τότε γυρεύει να μ' αφήση εις το σπίτι του εμένα, δεν ήθελα να κάτζω. Μου είπε: "Θα κάτζης και με το στανιόν". Αυτό δεν μπορούσα να το αποφύγω, οτ'είχε την δύναμη. 'Εκατζα με συμφωνίες ότι εγώ ως δούλος δεν κάθομαι. "Κάνω την 'πηρεσία του σπιτιού σου, όμως θα γνωριστώ και με τους κατοίκους να δανειστώ, να κάμω και εμπόριο, ότ' είμαι γυμνός, να ντυθώ. Αυτός ήταν φιλάργυρος, δεν μό'δινε τίποτας).

Πρώτη συμφωνία αυτείνη, του είπα, και δεύτερον τα ψώνια του σπιτιού σου να βαστάη η γυναίκα σου τα χρήματα και τον λογαριασμόν, ξέρει γράμματα, και να μου δίνη να της ψωνίζω, να ζυάζη όταν φέρνω το ψώνιο και ό,τι κάνει να πλερώνη. Το ίδιον και εις τ' άλλα τα ψώνια, να μην με λέτε ότι σας έκλεψα, ότι τώρα με βλέπετε γυμνόν και αύριονντυμένον και θα λέτε ότ' είμαι κλέφτης. 'Εκατζα μ' εκείνες τις συμφωνίες οπού του είπα και έκαμα 'σ αυτόν δέκα χρόνους. Μό' 'δωσε και αυτός δια μιστόν τετρακόσια γρόσια όλα. Του ζήτησα ένα δάνειο και μου τό' 'δωσε με τόκον τα δέκα δώδεκα τον χρόνον. Του 'φκιασα ομολογία και την έχω ως σήμερον. Αυτό το τζιρακλίκι μό' 'καμε κι' αυτός.

Εκεί 'μπρός εις το σπίτι του ήταν μία πιάτζα και μαζώνονταν οι άρχοντες, οι έμποροι, και κάθονταν ως τα μεσάνυχτα το καλοκαίρι. Τότε εγώ έβανα και καθάριζαν το μέρος εκείνο, τους έδινα και ό,τι τους χρειάζονταν, τους καλόπιανα. Γνωρίστηκα μ' όλους αυτούς και με τους προεστούς των χωριών. Ζήτησα από αυτούς τους προεστούς και εμπόρους ένα δάνειον και με δάνεισαν πεντέξι χιλιάδες γρόσια, είχα και εγώ ως τότε καπετάλι εικοσιτέσσερα γρόσια, τα προστοίχησα εις τους χωργιάτες και έπιασα βρώμη τον χειμώνα, να την λάβω εις τ' αλώνια. Την πιάνω τέσσερα γρόσια το ξάι, την σύναξα εις τ' αλώνια (και ήταν έλλειψη) και την πουλώ δεκαέξι. Πιάνω όλα αυτά τα χρήματα. Την άλλη χρονιά τον χειμώνα τα πιάνω αραποσίτι από έντεκα γρόσια το ξάι, το συνάζω εις τ'αλώνια, το πουλώ εις την 'Αρτα τριάντα τρία. 'Οτ' ήταν πανούκλα εις την 'Αρτα και ήταν έλλειψη το ψωμί.

Τότε έφκιασα ντουφέκι ασημένιον, πιστιόλες και άρματα και ένα καντήλι καλό. Και αρματωμένος καλά και συγυρισμένος το πήρα και πήγα εις τον προστάτη μου και ευεργέτη μου κι' αληθινόν φίλον, τον Αϊγιάννη, και σώζεται ως τον σήμερον - έχω και τ' όνομά μου γραμμένο εις το καντήλι. Και τον προσκύνησα με δάκρυα από μέσα από τα σπλάχνα μου, ότι θυμήθηκα όλες μου τις ταλαιπωρίες οπού δοκίμασα...

'Υστερα άρχισα το εμπόριον και μ' είχαν οι κάτοικοι Ρωμαίγοι και Τούρκοι ως ταμίαν και καζάντησα του Θεού τα ελέγη και έφκιασα εκεί σπίτι, υποστατικά, και είχα και μετρητά και ομολογίες πλήθος και τις έχω ως σήμερον περίτου από σαράντα χιλιάδες γρόσια. Και το κιμέρι μου γιομάτο. Απόχτησα ό,τι ήθελα και δεν είχα την ανάγκη αλλουνού. 'Εκατζα εις 'Αρτα ως δέκα χρόνια, έκαμα πολλούς φίλους.
Εκεί είχα φίλον και έναν σακελλάριον ύστερα έγινε οικονόμος. Τον είχα στενόν φίλον, ότι η συντροφιά μου ήταν με τους καλύτερούς μου. Αυτός ο οικονόμος μ' είχε καλύτερα από τα παιδιά του, και νύχτα και ημέρα από το σπίτι του δεν έλειπα. 'Οτ' ήταν ένας τοίχος με το σπίτι του πατριώτη μου και πλησίον και εκείνο οπού αγόρασα εγώ δικό μου από 'ναν δυστυχή άρχοντα.

Πολύ προκομμένος οικονόμος, δεν ήταν άλλος εις την 'Αρτα τοιούτος και είχε και τέσσερα παιδιά σερνικά. Το ένα απ' αυτά ήταν εις την Ευρώπη οπού σπούδαζε, και ήταν φίλος και αγαπημένος του Καποδίστρια. Το παιδί έσωσε τα έξοδά του και ζήτησε του Καποδίστρια να πάγη να σπουδάξη την γιατρική. Του λέγει ο Καποδίστριας, ότι κάτι καταγινόμαστε να λευτερώσωμεν την Ελλάδα, και αν τελειώση αυτό, δεν σου χρειάζεται η γιατρική, και αν μείνη, σου στέλνω από την Ρωσσίαν τα μέσα και πας και σπουδάζεις. Και αν γίνη αυτό, σου γράφω και ανταμωνόμαστε. Το παιδί ήρθε εις 'Αρτα, το είπε του πατέρα του αυτό και έφυγε πίσω δια Κορφούς. Πέρασε κάμποσος καιρός, του γράφει ο Καποδίστριας και πήγε κι' ανταμώθηκαν, και τον κατήχησε δια την πατρίδα το μυστικόν.

Και επειδή ο Αλήπασσας ήταν πολλά δυνατός και αγόρασε την Πάργα και άλλες ακαταστασίες έκανε, του επισώρεψαν εγκλήματα αναντίον του να μαχευτή με τον Σουλτάνον. Του ενέργησαν πολλά από αυτά και άξαινε η διχόνοια του Σουλτάνου και αυτεινού. 'Ηρθε το παιδί εις 'Αρτα κατηχημένο, ορκίζει τον πατέρα του και φεύγει οπίσω. Ο πατέρας του θέλει να βάλη κ' εμένα εις το μυστήριον. Παίρνει να μ' ορκίση και πάλι μετανογούσε και αυτό μου τό' 'καμε πολλές φορές. Τότε και εγώ πείσμωσα αναντίον του και του λέγω: "Σου πέρασε υποψία οτ' ειμαι άτιμος του σπιτιού σου και ντρέπεσαι να μου το πεις; Και όντως είμαι άτιμος αν ματαπατήσω εις την πόρτα σου!" Και σηκώθηκα και έφυγα. Φωνάζει ο παπάς, εγώ δεν ματαγύρισα οπίσω. Πέρασαν δυο τρεις ημέρες, ήρθε, ξαναήρθε, δεν ματαζύγωσα.

Αφού ήρθε πολλές φορές, με δάκρυα εις τα μάτια μου τ' αποκρίθηκα: "Δια μένα να σου περάσει κακή ιδέα, το παιδί σου;" Εκλαψε κι' αυτός και με περικάλεσε να πάμε μαζί και ύστερα να μην ματαπάγω, σαν μου ξηηθή. Πήγα. Κατεβάζει τις εικόνες όλες και μ' ορκίζει και αρχινάγει να με βάλη εις το μυστήριον. Αφού προχώρεσε, τότε τ' ορκίστηκα ότι δεν θα το μαρτυρήσω κανενού, όμως να μου δώση καιρόν οχτώ ημέρες να συλλογιστώ αν είμαι άξιος δι' αυτό το μυστήριον και αν μπορώ να ωφελήσω, να το λάβω, ή να κάτζω, είναι σα να μην το ξέρω ολότελα.

Πήγα στοχάστηκα και τάβαλα όλα ομπρός και σκοτωμόν και κιντύνους και αγώνες - θα τα πάθω δια την λευτερίαν της πατρίδος μου και της θρησκείας μου. Πήγα και του είπα: "Είμαι άξιος". Του φίλησα το χέρι, ορκίστηκα. Τον περικάλεσα να μη μου μαρτυρήση τα σημεία της κατήχησης, ότ' είμαι νέος και να μην αντέσω και λυπηθώ την ζωή μου και προδώσω το μυστήριον και κιντυνέψη η πατρίς. Συφωνήσαμεν και εις αυτό και μου είπε ότι όθεν δουλέψω, χρήματα... και κατάχρησες δεν μπορώ να κάμω, όμως να παίρνω από 'να αποδειχτικόν, αυτά τα πλούτη να κάνω.

Και η ευκή του παπά του ευλογημένου και της πατρίδος μου και θρησκείας μου, ως την σήμερον δεν μ' άφησε ο Θεός να ντροπιαστώ. Τράβησα δεινά, πληγές και κιντύνους, όμως είμαι καλά σαν θέλει ο Θεός. Του είπα: "Ολα θα πάνε καλά, όμως ο Αλήπασσας είναι πολύ δυνατός και θα μας κιντυνέψη αυτός, ότι είναι οι καπεταναίοι μ' αυτόν". Μου είπε τα αίτια και σε ολίγον καιρόν θέλησε ο Θεός και τον κλείσανε παντού, εις τα 1820.
Μπήκα 'σ το μυστικόν και αναχώρησα από τον πατριώτη μου και πήγα εις το σπίτι μου και εργαζόμουνε δια την πατρίδα μου και θρησκείαν μου να την δουλέψω 'λικρινώς, καθώς την δούλεψα, να μην με ειπή κλέφτη και άρπαγον, αλλά να με ειπή τέκνο της και εγώ μητέρα μου.

Ο Σουλτάνος διόρισε τον Χουρσίτ πασσά αρχιστράτηγον με πολλούς πασιάδες να πολιορκήσουνε τον Αλήπασια και γιόμωσαν τα Γιάννενα και η 'Αρτα Τούρκους και Αρβανίτες και άρπαγους και παραλυμένους, πήραν πολλές γυναίκες Ρωμαίγισσες στανικώς, πήραν και μίαν δούλα του πατριώτη μου και ήθελαν να του πάρουν και την γυναίκα του. 'Ηταν ωραία και θα την έπαιρνε ένας πασσάς οπού ήταν εις την 'Αρτα, τον έλεγαν Χασάνπασια, κακός άνθρωπος, αυτός και ένας, τον έλεγαν Μπαμπάπασια, αφάνισαν την τιμή και πλούτη των ανθρώπων.

Αυτός ο Μπαμπάπασιας έπιασε τον πατριώτη μου κ' εμένα και μας φυλάκωσε και γύρευε να μας χαλάση, και με πολλές πλερωμές οπού 'καμε ο πατριώτης μου σωθήκαμε. Και αφού σωθήκαμε, του είπα να φύγωμε να πάμε εις την πατρίδα μας, εις το Λιδορίκι, να σωθούμε. Δεν μ' άκουσε, άκουγε τις γυναίκες και έπαθε πολλά. Και από αυτό αναχώρησα από αυτόν. 'Υστερα τον κιντύνεψε και ο Χασάνπασσας και έφυε κρυφίως και άφησε την φαμελιά του εις 'Αρτα, και θα του την έπαιρνε αυτός γυναίκα. Και ήταν γκαστρωμένη, ετοιμόγεννη, και την άφησε όσο να γεννήση, να την πάρη.

Αφού ήταν πολλή Τουρκιά εις 'Αρτα και Πρέβεζα και Σούλι και άλλα μέρη της 'Ηπειρος οπού τα βαστούσε ο Αλήπασσας, καθώς και 'σ τα Γιάννενα, ήταν παντού δύναμες μεγάλες του Σουλτάνου και βάλαν και σφίξη και μάζωναν και τ' άρματα των Ρωμαίγων και να βουλώσουνε και τον πάλτο της μπαρούτης, του μολυβιού, των στουρναριών της 'Αρτας. Και αυτόν τον πάλτο τον είχε ένας αγαθός άνθρωπος, φίλος μου στενός, κάναμε εμπόριον μαζί, Γιωργάκη Κοράκη τον έλεγαν, συγγενής των αγαθών και καλών πατριώτων Ζωσιμάδων.

Αφού τον ήξερα τίμιον άνθρωπον, ρώτησα τον Οικονόμο και τον μακαρίτη Γώγο Μπακόλα και Σκαρμίτζο, ότι μπήκαν και αυτείνοι εις το μυστήριον (γενναίοι άντρες και αγαθοί πατριώτες) και αφού τους ρώτησα, δεν ήθελαν να τον βάλουν εις το μυστήριον τον Κοράκη, ότι φοβώνταν να μην τους προδώση το μυστήριον. Και πολεμοφόδια δεν είχαμε τελείως 'σ εκείνα τα μέρη, και ο τόπος όλος πιασμένος, και θα κάναμε επανάστασιν χωρίς πολεμοφόδια, και τα περισσότερα ντουφέκια με σκοινιά δεμένα.

Τότε αποφασίζω μόνος μου, χωρίς να ρωτήσω τους άλλους, και ορκίζω τον παλταδόρο, τον αγαθόν πατριώτη, και αδειάσαμε όλον τον πάλτο και πήραμε το μπαρούτι, μολύβι και στουρνάρια. Και είχα δυο κρυψώνες εις το σπίτι μου και αυτός εις το σπίτι του και τα κουβαλήσαμε εκεί και κάτι ολίγον αφήσαμε μέσα εις τον πάλτο. Και η θεία χάρη, δόξα να έχει, στράβωνε τους Τούρκους και δεν βλέπαν οπού τα κουβαλάγαμε. Και έβαλε χρήματα ο αγείμνηστος Κοράκης -ότι ύστερα εχάθη- και εγώ και αγοράζαμε με τρόπον άρματα και τα κρύβαμε εκεί οπού 'χαμε το μπαρούτι και εις τα ταβάνια των σπιτιών μας, και αρματώναμε τους Εφτανησιώτες και άλλους και τους δίναμε και πολεμοφόδια και τους...εις τους καπεταναίους, όθεν έκανε χρεία, δίναμε και των ίδιων καπεταναίων.

Αφού εβήκε ο Χουρσίτ πασσάς από την Πελοπόννησο, οπού 'ταν εκεί, και διατάχτη δια τον Αλήπασσα και πήρε και όλα τ' ασκέρια μαζί του, και εις την Πελοπόννησο μείναν πολλά ολίγοι, άρχισαν να υποπτεύωνται από την Πελοπόννησο οι ντόπιοι Τούρκοι, ότι άρχισαν οι Πελοποννήσιοι και κομμανταρίζονταν δια την επανάσταση. 'Εβαιναν υποψία και δια την Ρούμελη. Εμείς λέγαμε, δεν είναι τίποτας, αλλά αγρίεψε ο ραγιάς εις την Ρούμελη από τόσον πλήθος Τουρκιάς, οπού γιόμωσε όλος ο τόπος εξ αιτίας του Αλήπασσα και αφανίστη ο τόπος από τις αγγάρειες και γύμνωμα των κόσμων. Και με ταύτο τους αποκοιμούσαμε. 'Ομως αφανίστη και όντως ο τόπος όλος της Ρούμελης και κατεξοχή Γιάννενα και 'Αρτα και όλα εκείνα τα μέρη τα ρήμαξαν όλως διόλου.

Οι ντόπιοι Τούρκοι της Πελοπόννησος έγραφαν την υποψίαν για τους Ρωμαίγους του Χουρσίτ πασσά και να πάρη μέτρα δι' αυτό ο Χουρσίτ πασσάς. Τότε εμείς στενά πολιορκημένοι από τους Τούρκους παντού, και δεν μαθαίναμε και τίποτας, ευρέθη εύλογον από τον Οικονόμο της 'Αρτας και Γώγο και Σκαρμίτζο να στείλουν εμένα ως πραματευτή να πάγω εις Πάτρα και από 'κεί να περάσω εις την ανατολική Ελλάδα ν' ανταμώσω πρώτα τον Διάκο, να τον ρωτήσω δια τα τρέχοντα και να του ειπώ να βαρέσουνε σε όλα αυτά τα μέρη, και να πάγω να μιλήσω και με τον Πανουργιά και άλλους καπεταναίους να βαρέσουνε αυτείνοι και οι Πελοποννήσιοι, να τραβηχτή κάμποση Τουρκιά, να βαρέσουμε και εμείς εκεί τότε.

Τον Μάρτιον μήνα, τα 1821, πήρα κάμποσα χρήματα και πέρασα εις την Πάτρα. Οι Τούρκοι υποψιασμένοι, να 'βλεπαν Ρουμελιώτη, κιντύνευε, άρχισαν να με ξετάζουν οι Ρωμαίγοι ανόγητα μέσα εις το κονσουλάτο το Ρούσσικο οπού 'ταν κόνσολας ο Βλασσόπουλος. 'Ημουν κονεμένος 'σ του Ταταράκη το χάνι ονομαζόμενον. 'Ηταν εκεί και Γιαννιώτες, οπού κάθονταν, και Αρτηνοί. Πήγα εις το κονσουλάτο, τους είπα τα τρέχοντα της Ρούμελης και το κακό οπού 'παθε ο Αλήπασσας, είχαν βγη από το κάστρο αναντίον των βασιλικών ει την πολιτείαν των Γιαννίνων και του σκότωσαν πλήθος του Αλήπασσα, του χάθη όλο τ' άνθος οπού 'χε.

Αυτείνοι δεν πίστευαν τίποτας απ' όσα τους έλεγα, αλλά τον ήθελαν νικητή να τους λευτερώση, αυτός ο τύραγνος να φέρη το Ρωμαίγικον και την λευτεριά της πατρίδος - και αν έβγαινε αυτός, δεν θ' άφινε μήτε ρουθούνι από 'μάς. Σαν τους είπα πολλά και δεν πίστευαν, αναχώρησα και πήγα 'σ έναν μεγάλον έμπορον πως ψωνίζω πράμα, να σηκώνω κάθε υποψία όσο να ξετάξω τα τρέχοντα εκεί, να μάθω.
Αφού πήγα εις τ'αργαστήρι του, μου είπε ο έμπορος: "Ψώνισε ό,τι θέλεις και ό,τι σε βαστάξη η ψυχή πλέρωσε". Αφού ψώνισα ό,τ' ήθελα, με πήρε να πάγω εις το σπίτι του να φάγω και να κοιμηθώ εκεί. Πήγα, με ρώτησε. 'Αρχισε να μου κάνη τα σημεία της Εταιρίας, τότε άρχισα να τον ορκίζω και του είπα πως δεν τα 'μαθα από τον σακελλάριον. Τότε του είπα όσα εγώ ήξερα από την Ρούμελη και αυτός της Πελοπόννησος.

Τον ρώτησα αν είναι άργητα ακόμα και αν έχουν ετοιμασίες. Μου είπε: "Οι Τούρκοι άρχισαν να υποπτεύωνται και δεν είναι δέκα ημέρες οπού ζήτησαν ένα δάνειον και τους έδωσα εκατόν πενήντα χιλιάδες γρόσια ως δανεικά να τους αποκοιμάμε. 'Ομως, μου λέγει, το πράμα δεν δέχεται άργητα" Του λέγω: "Σαν είναι αυτό, τι ετοιμασία έχετε;" Μου είπε: "Του Κολοκοτρώνη στείλαμε κάμποσα χρήματα εις την Ζάκυθο και ήρθε με καμμίαν τριανταριά ανθρώπους και είναι εις την Μάνη. Και άλλη ετοιμασίαν δεν έχομε"

Του λέγω: "Αυτά τα χρήματα, όπου βλέπω θεμωνιά τάλλαρα (και γράφαν και πέντ' έξι γραμματικοί), δεν τα στέλνεις πουθενά να χρησιμέψουν δια του λόγου σου και δια την πατρίδα;" Μου λέγει: "Τι στοχάζεσαι, αυτό το Ρωμαίγικο θα κάμη άργητα να γένη; Θα κοιμηθούμε με τους Τούρκους και θα ξυπνήσουμε με τους Ρωμαίγους" Είπα και εγώ: "Μεγάλοι άνθρωποι, ξέρετε μεγάλα πράγματα. Εγώ μικρός, ξέρω ολίγα, κάμετε ό,τι σας φωτίση ο Θεός". Κοιμήθηκα. Την αυγή πήγα να ψωνίσω ό,τι μόλειπε.

Ο ζαπίτης έμαθε οπού πήγα και με γύρευε παντού. Αντίς εμένα, έπιασαν έναν του Βαρνακιώτη και τον πήγαν. Τον ξέτασε, είδε ότι δεν ήταν εκείνος. Είπε: "Οχι αυτόν, έναν άλλον. Εκείνος είναι τζασίτης φερμένος εδώ και να τον πιάσετε να τον κρεμάσω, να πάθη ό,τ' ήρθε γυρεύοντας εδώ". Τα είπε ο άνθρωπος του Βαρνακιώτη αυτά εις το χάνι και ήρθαν οι Αρτηνοί και μου το είπανε και πήγα εις το κονσουλάτο το Ρούσσικον και είπα τα αίτια και να μείνω εκεί φυλαμένος. Δεν με βάσταγε ο κόνσολας. Μου λέγει, τέτοιες ώρες κιντυνεύει και αυτός.

Με το στανιό έμεινα ως το βράδυ και σουρπώνοντας να βγω. Μ'έβαλαν σε μια κάμαρη μέσα και με κλείσανε χωρίς να ζυγώνη κανείς. Μου 'ρθε να κατουρήσω, ήταν μια τρυπούλα εις το πάτωμα και κατούραγα. 'Ηρθε ένας δούλος και μ' έβρισε. Του είπα, είμ' άνθρωπος και δεν μπόρεσα να υποφέρω. Με ρωτάγει ο δούλος πούθεν είμαι. Του είπα από την Ρούμελη. Μου λέγει, και αυτός είναι από το Βραχώρι.
Τον περικάλεσα να μου ειπή αν ξέρη τον Κωνσταντίνο Γερακάρη (ότ' ήταν εκεί 'σ το κονσουλάτο, όταν με ξέταζε ο κόνσολας), να του ειπή να 'ρθη να τον ανταμώσω. Μου λέγει ο δούλος: "Εψές ήταν ο Δυσσέας εδώ και έφυγε. - Σύρε πες του Γερακάρη", του είπα. Πήγε του είπε και ήρθε. Του λέγω: "Να με πας βράδυ εκεί όπουναι ο Δυσσέας και θέλει μάθης χαμπέρια πλήθος, ότ' ήρθα δια τον Δυσσέα" Μου είπε να του τα πω πρώτα. Του είπα: 'Είμαι ορκισμένος και δεν τα λέγω αλλουνού".Εφυγε ο Γερακάρης.

Πήρε να νυχτώση. Μ' έβιαζαν να φύγω από το κονσουλάτο. 'Ισασα τις πιστιόλες μου, το γιαταγάνι μου, έκαμα την προσευκή μου, είπα και του παιδιού, μόφερε κάμποσο ρακί και ήπια ν' αυγατήση το σπίρτο και να βγω με το γιαταγάνι έξω, ας ήμουν και κιοτής. Φύλαγαν απόξω την πόρτα οι διασαχτζήδες οι Τούρκοι του κονσόλου και άλλοι Τούρκοι, ότι τόμαθαν οπού ήμουν μέσα και ήθελαν να βγω να με πιάσουνε.
Και εγώ έλεγα να μην πιαστώ ζωντανός και με παιδέψουνε και βρεθώ μπόσικος και προδώσω τίποτας - καλύτερα να σκοτωθώ. Εκεί οπού ετοιμάζομουν να βγω, έρχεται ένας Κεφαλλωνίτης, μου λέγει: "Εσείσαι οπού ήσουν 'δω μέσα;" Του λέγω "Εδώ είναι πολλοί, ποιον γυρεύεις; ποιος σ' έστειλε;" Μου λέγει: " Ο Γερακάρης. - Εγώ είμαι" του είπα. Μου είπε: "Πάμε να κάνουμε δουλειά μας". Του λέγω: "Στην πόρτα φυλάνε Τούρκοι και τήρα από του περιβολιού τον τοίχο θα πέσω εγώ κάτου και εσύ να πας απόξω να φυλάς εκεί οπού θα πέσω, να φύγωμε, ότι δεν ξέρω τα σοκάκια".

Πήγε απόξω. Ρίχτηκα από τον τοίχο, ήταν ψηλός, μισοτσακίστηκα από τ' άρματά μου. Ο φόβος μ' έτρεχε καλύτερα από γερόν. Πήγαμε κάτου κατά την θάλασσα. Του είπα να πάμε από το μέρος των σταφίδων, μ' άκουσε, ότι 'στην Ντογάνα ήταν Τούρκοι και θα μας πιάναν. Του είπα να κρυφτώ εις τα χαντάκια να φωνάξη την βάρκα. 'Οτι ο Δυσσέος ήταν μέσα 'σ ένα μαρτίγο. Σαν του είπα να κρυφτώ, μου λέγει: "Τι βρωμόκωλοι είσται εσείς οι... Φοβάστε και από τον ίσκιον σας" Ντράπηκα πήγα μαζί του. Φωνάζει δια την φελούκα, μας βλέπουν οι Τούρκοι και μας στρώνουν να μας πιάσουνε. Θέλησε ο Θεός και ήταν μια φελούκα. Τους μίλησα και ριχτήκαμε μέσα και μας βάλαν απάνου 'σ την γολέττα τους. Πλάκωσαν και οι Τούρκοι. Πήραν και αυτείνοι τα τριμπόνια τους και αντιστάθηκαν.

'Υστερα με πήγανε κι' ανταμώθηκα με τον Δυσσέα και του είπα όλα τα τρέχοντα, και του είπα οπού θα πάγω και εις τον Διάκο και αλλουνούς και μου είπε ότι αγροικήθη αυτός και θα χτυπήσουνε, και πήρε πολεμοφόδια να πάγη εις το Ξερόμερον εις την Ζάβιτζα. Και μου είπε να πάμε αντάμα. Του είπα: "Θα ιδώ το τέλος εδώ και να πάρω και το ντουφέκι μου, όπου είναι 'σ το χάνι. Και θα πάγω χαμπέρι έξω ό,τι μάθω και μου είπες". Και ανεχώρησε την νύχτα.

Σε δυο ημέρες χτύπησε ντουφέκι 'στην Πάτρα. Οι Τούρκοι κάμαν κατά το κάστρο και οι Ρωμαίγοι την θάλασσα. Τότε πήρα καμμιά δεκαριά παιδιά από το καράβι με τ' άρματά τους και βήκαμε έξω. Εις την Ντογάνα κουβαλιώνταν ο κόσμος και γιόμωσε η θάλασσα γυναικόπαιδα, ως το λαιμό μέσα. Τότε βλέπω και τον φίλο μου τον πραματευτή, έφερνε 'στο 'να του χέρι την φαμιλιά του και 'στ' άλλο τα παιδιά του και τίποτας άλλο από τόσο βιον οπού 'χε - οπού θα ξύπναγε να βρη Ρωμαίικον. Μεγάλοι άνθρωποι, μεγάλα λάθη, οι μικροί θα κάμουν μικρά. Τους πήρα και τους πήγα μέσα εις το καράβι και τους παρηγορούσα.

Στάθηκα εκεί και την άλλη ημέρα και πέρασα εις Μισολόγγι. Ψώνισα λαμπάδες άσπρες, οπού είχε έρθη ένα καράβι από Τριέστι, και ρούμες και λάδι και καπνόν να πάγω ως πραματευτής εις την 'Αρτα, να ιδούνε οι Τούρκοι και να μην υποψιαστούν. Φόρτωσα το καϊκι, βήκα απόξω από το Βασιλάδι 'σ ένα λιμάνι πλησίον εκεί, το λένε Βούκεντρο. Ξημερώνοντας των Βαγιών, την νύχτα (ότ' ήταν καιρός ανάντιος) βλέπομε από αγνάντια 'σ την Πάτρα φωτιά πολλή, και κανονισμός και ντουφεκίδι.Το γιόμ έρχεται εκεί εις το πόρτο ο Βλασσόπουλος και άλλα καϊκια με φαμιλιές. Ρώτησα, μου είπαν, μπήκε ο Ισούφ πασσάς μέσα εις την Πάτρα και την ρήμαξε και αφάνισε τους κατοίκους.

'Εφυγα από εκεί την Μεγάλη Παρασκευή. Πήγα εις Πρέβεζα, πούλησα τις λαμπάδες και ρούμες και καπνό με μια μεγάλη τιμή. Το μεγάλο Σαββάτο την νύχτα, ξημερώνοντας Λαμπρή, πήγα εις 'Αρτα, αντάμωσα τους δικούς μας, τους είπα τα τρέχοντα. Φέραν και τα κεφάλια των Πατρινών εκεί, να τα πάνε του Χουρσίτ πασσά. Τότε πιάνουν κ' εμένα ως χαϊνην του Σουλτάνου, οπού ήμουν εις Μωριά, με πάνε εις το κάστρο της 'Αρτας. Μου περνούνε σίδερα εις τα ποδάρια και άλλους παιδεμούς, να μαρτυρήσω το μυστικόν. Εβδομήντα πέντε 'μέρες παιδεμούς.

Μας πάνε είκοσιέξι ανθρώπους να μας κρεμάσουνε και ο Θεός γλύτωσε μόνον εμένα. 'Ηταν Βονιτζάνοι και απ' άλλα μέρη και τους κρέμασαν όλους 'σ το παζάρι. Δια να με ξετάξουνε ακόμα και να τους μαρτυρήσω το βιον μου με γύρισαν οπίσω από την καταδίκη εις τον πασιά και με ξέταζε δια το δικό μου βιον και του πατριώτη μου. Με πήγαν πίσω εις το κάστρο, άλλη βολά να με χαλάσουνε, και μ' έβαλαν 'σ ένα μπουντρούμι. Και ήμαστε εκατόν ογδόντα άνθρωποι. Και ήταν σάπιο ψωμί μέσα και μαγαρίζανε απάνου 'σ το ψωμί, ότι αλλού δεν είχαμε τόπον. Και η ακαθαρσία εκείνη και τα χνώτα έκαναν μίαν βρώμα, οπού δεν είναι 'στην γης άλλη χειρότερη.

Και από την κλειδωνότρυπατης πόρτας βαίναμε τη μύτη μας και παίρναμε αγέρα. Και μόριχναν εμένα ξύλο και παιδεμούς πλήθος, και αφού πήγαν να με χαλάσουνε. Και από τα χτυπήματα επρίστηκε το σώμα μου και καντήλιασε και ήμουν εις θάνατο. 'Εταξα αρκετά χρήματα ενού Αρβανίτη να βγω να με ιδή γιατρός και να πάρω και γιατρικά και τα χρήματα. Μου δίνει έναν Τούρκον να πάμε εις το σπίτι μου. Καθώς πηγαίναμε στον δρόμον, πήγαινα κρατώντας και πολύ κουτζαίνοντας και βογγώντας.
Ο Τούρκος, βόδι θεοτικόν, και παντήχαινε θα μου βγη η ψυχή μου - δεν ήξερε ότ' είναι βαθιά. Πήγα εις το σπίτι, ξαπλώθηκα του πεθαμού. 'Ηρθε ο γιατρός, εγώ στοχάζομουν τον Τούρκο, πώς να του φύγω. Βγάνω και του δίνω τα χρήματα και του λέγω, του Τούρκου: "Σύρ' τα (τάχα κρυφά). Μου είπε να του τα δώσης να μην είναι άλλος". Τόδωσα και εκεινού καμμιά εκατοστή γρόσια. Τα πήρε, του λέγω: "Σύρ' τα (τάχα) εις το κάστρο και έλα όσο να μου φκειάση το γιατρικό ο γιατρός, να πάμε μαζί εις το κάστρο, ότι μόνος μου δεν βγαίνω έξω. Φοβώμαι από τους ντόπιους Τούρκους". Τα πήρε. Αυτός βγαίνοντας από την πόρτα, ετοιμάστηκα εγώ.

Του δίνω ένα φευγάκι και πάγω εις το κονάκι ενού ξαδέρφου του Αλήπασσα, τον λέγαν Σμαήλμπεη Κόνιτζα, ο Θεός μακαρίση την ψυχή του. Αφού μ' είδε, με λυπήθη πολύ. Του είπα τι δοκίμασα και αν με φυλάγη, να μη με δώση πίσω. "Ντουφέκι, είπε, έχω με τους Κονιάρους, εσένα δεν σε δίνω". Ευτύς μόδωσε άρματα και με πήρε με τ' ασκέρι του και πήγαμε εις το Κομπότι. 'Ηταν το Τούρκικον ορδί εκεί, είναι τρεις ώρες από την 'Αρτα. Αφού καθίσαμε εκεί κάμποσες ημέρες, αυτός ο δυστυχής αρρώστησε βαριά και ως ευεργέτης δικός μου τον συγύριζα καλύτερα από τον γονιόν μου. Αν ήθελα, από 'κεί έφευγα, ένα κάρτο ήταν οι δικοί μας αλάργα. 'Ομως είπα του ευεργέτη μου να μην του γένω άπιστος και τον αφήσω άρρωστον. Σηκώθη άρρωστος και εγώ μαζί του και πήγαμε πίσω εις την 'Αρτα - και αυτόν να δουλέψω όσο-να γερέψη και να γλυτώσω και την γυναίκα του αλλουνού ευεργέτη μου, του πατριώτη μου, οπού 'χα φάγη το ψωμί του τόσα χρόνια, και θα την έπαιρναν οι Τούρκοι να την τουρκέψουν. Και δι' αυτούς τους δυο ευεργέτες μου πήγα πίσω εις τον κίντυνον, μέσα εις την 'Αρτα. Αφού πήγαμε μέσα εις την 'Αρτα, μια ημέρα ήρθαν οι πασσάδες εις το κονάκι του μπέγη και όλοι ο σερασκέρηδες οι Αρβανίτες να τον ιδούν. Του λέγω του μπέγη δια την γυναίκα του πατριώτη μου, οπού θα την πάρη ο Χασάνπασιας.

Μιλεί των πασσάδων κι' αλλουνών, οτζάκια της Αρβανιτιάς, τους λέγει: "-Πασσάδες και Μπεηδες, θα χαθούμε. Θα χαθούμε! ο μπέγης τους λέει, ότι ετούτος ο πόλεμος δεν είναι μήτε με τον Μόσκοβον, μήτε με τον Εγγλέζο, μήτε με τον Φραντζέζο. Αδικήσαμεν τον ραγιά και από πλούτη και από τιμή και τον αφανίσαμε, και μαύρισαν τα μάτια του και μας σήκωσε ντουφέκι. Και ο Σουλτάνος το γομάρι δεν ξέρει τι του γίνεται, τον γελάνε εκείνοι οπού τον τρογυρίζουν. Και η αρχή είναι τούτη, οπού θα χαθή το βασίλειόν μας. Πλερώνομε βαριά να βρούμε προδότη και δεν στέκει τρόπος να μαρτυρήση κανένας το μυστικόν, να μάθωμε μόνος του ο ραγιάς μας πολεμεί ή και οι Δυνάμες. Δι' αυτό πλερώνομε και παλουκώνουμε και σκοτώνομε και αλήθεια ποτέ δεν μάθαμε".

Αφού τους είπε πολλά ο μπέγης από αυτά, τους λέγει ύστερα πως ο Σουλτάνος στέλνει πασιάδες τους πλέον παντίδους και γύμνωσαν τον κόσμο και του πήραν και τις γυναίκες. "Αυτείνοι θα φύγουν δια τον τόπο τους κ' εμείς θα μείνουμεν εδώ". Τότε έπιασε και για την γυναίκα του πατριώτη μου, πως γυρεύει να την πάρη ο πασσάς. Και τότε όλοι με μίαν φωνή είπανε και πήγαν και την πήραν από 'κεί οπού την είχε και την πήγαν εις το Αγγλικόν κονσολάτο να είναι φυλαμένη.

Αφού σιγούρεψα την γυναίκα και του αλλουνού ευεργέτη μου, μίαν ημέρα είχε κάψη πολλή ο δυστυχής μπέγης και πήγα δια τον γιατρό. Οι Τούρκοι φύλαγαν να με πιάσουνε εξ αιτίας οπού τους έφυγα από το κάστρο, και ο πασσάς έμαθε ότι εγώ 'νέργησα και δια την γυναίκα, φύλαγαν να με πιάσουνε να με κρεμάσουνε. Αφού πήγα δια τον γιατρό, μου ρίχτηκαν οι Τούρκοι. 'Ημουν ελεύτερος εις τα ποδάρια και τους έφυγα. Με πήγαν κυνηγώντα ως του μπέγη το κονάκι. Εκεί βγήκανε δικοί μας άνθρώποι, πιαστήκαμε από άρματα και εσώθηκα.

Αφού ξεγέρεψε ο μπέγης, του πήρα την ευκή του και του είπα: "θα φύγω". Δεν μ'άφινε. Του είπα: "Εγώ σαν ήθελα έφευγα και από το Κομπότι, όμως δεν τόκανα δια την τιμή μου". Αφού είδε όπου δεν θα καθώμουν, μόδωσε την ευκή του και μου είπε να ειπώ των καπεταναίων έξω 'στου Πέτα και αλλού νάχουν δικαιοσύνη εις τον κόσμον, να πάνε ομπρός. 'Οτι τοιούτως έκαναν αδικίγες οι Τούρκοι και θα χαθούν:
"Νάχουν αυτείνοι δικαιοσύνη, να πάρη τέλος να ησυχάσουμε και εμείς οι Τούρκοι, ότι πλέον μας έγινε χαράμι από τον Θεόν το βασίλειόν μας, ότι φύγαμε από την δικαιοσύνη του" Του φίλησα το χέρι να φύγω, μόδωσε χρήματα, του είπα: "Μπέγη μου, έχω και δεν θέλω, ότι έχεις έξοδα μεγάλα εις τους ανθρώπους σου".

Μόδωσε άρματα και με διάταξε να φέρνωμαι καλά και να πάγω με τον Γώγο, ότ' είναι άξιος και τίμιος και φίλος του, και να τους ειπώ των καπεταναίων να μην μπούνε εις την 'Αρτα, ότ' είναι πολλοί Τούρκοι και θα σκοτωθούν, όμως να τους κλείσουνε και φεύγουν μόνοι τους, ότι δεν έχουν ζαερέδες. Τον περικάλεσα και δια την γυναίκα του πατριώτη μου να την προσέχη και αναχώρησα τα 1821, μπαίνοντας ο Αύγουστος...

Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

ΓΙΑ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΜΕ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΝΕΡΟ...


22 Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό...

Τα τελευταία χρόνια, όλο και πιο συχνά επανέρχεται στην επικαιρότητα το πρόβλημα της έλλειψης του νερού. Η ψευδαίσθηση της αφθονίας δεν επιτρέπει εύκολα να αποκαλυφθεί η αλήθεια, ότι δηλαδή με την πάροδο του χρόνου το καλής ποιότητας νερό τείνει να μετατραπεί σε αγαθό εν ανεπαρκεία.

Η ποσότητα του νερού που έχουμε παραμένει σταθερή για χιλιάδες χρόνια, ενώ ο αριθμός και ο τύπος των χρηστών έχει αυξηθεί μαζικά. Επίσημα στοιχεία του ΟΗΕ αναφέρουν ότι η κρίση του νερού χαρακτηρίζεται τόσο από τη συνεχιζόμενη μείωση της ποσότητας που είναι διαθέσιμη, όσο και από την υποβάθμιση της ποιότητάς του.

Η Ελλάδα όπως άλλωστε και οι περισσότερες χώρες της ανατολικής Μεσογείου, ανήκει στις ευπαθείς εκείνες περιοχές που αντιμετωπίζουν τις συνέπειες του προβλήματος έλλειψης υδατικών πόρων και υποβάθμισης της ποιότητάς τους.
Οι προβλέψεις δείχνουν ότι η κατάσταση των υδατικών πόρων σε παγκόσμιο αλλά και τοπικό επίπεδο είναι πιθανό να χειροτερεύσει τα επόμενα χρόνια, εκτός αν αλλάξει ο τρόπος διαχείρισής τους.

Για να αποφευχθεί η κρίση για το νερό, που δεν είναι ένα παροδικό φαινόμενο που να αντιμετωπισθεί με τον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι διάφορες άλλες κρίσεις όταν θα συμβούν. Η αντιμετώπιση της κρίσης για το νερό απαιτεί λύσεις με μακροχρόνιους σχεδιασμούς και διάρκεια εφαρμογής. Οι πολιτικοί και αυτοί που ορίστηκαν υπεύθυνοι κι αποφασίζουν πρέπει να είναι πλήρως ενημερωμένοι για το μέγεθος του προβλήματος σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Προβλέπεται ότι το νερό θα αποτελέσει όχι σε πολύ μακρυνά χρόνια, αιτία διαμάχης και συγκρούσεων μεταξύ γειτονικών χωρών, δεδομένου ότι περίπου το 40% των κατοίκων της Γης ζει σε περισσότερες από 276 διακρατικές υδρολογικές λεκάνες, το νερό των οποίων μοιράζονται περισσότερες από δύο σε κάθε περίπτωση χώρες.

Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην καλύτερη διαχείριση του διαθέσιμου νερού με περιορισμό των απωλειών ή της σπατάλης από τους χρήστες. Το νερό θα πρέπει να θεωρείται οικονομικό αγαθό, σεβαστό απ' όλους. Ο κόσμος σήμερα αλλάζει πολύ γρήγορα, και μαζί με αυτόν πρέπει να αλλάξουν και οι εφαρμοζόμενες πρακτικές στη διαχείριση του νερού.

Οι παρούσες και μελλοντικές ανάγκες και τα προβλήματα που σχετίζονται με το νερό θα πρέπει να αναλυθούν αντικειμενικά στο φως των αλλαγών που αναμένονται, εξ αιτίας της ανεπάρκειας του...

ΛΑΛΑΚΗΣ Ο ΕΙΣΑΓΩΜΕΝΟΣ (Η ΤΑΙΝΙΑ)...


Για όσους/ες επενδύουν σε ότι εισαγώμενο και καταλήγουν στην ανεργία και τελικά λαθροβίωση στον ίδιο τους τον τόπο...

Δείτε τη σε πλήρη οθόνη:

http://video.google.com/googleplayer.swf?docid=-6233943304902911598&hl=el&fs=true

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2009

ΓΚΡΙΝΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΛΕΦΤΑ...


...Καθώς τα οικονομικά στοιχεία δείχνουν περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής συρρίκνωσης και αύξηση της ανεργίας, η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης πιστεύει ότι εξαιτίας της αλληλεπίδρασης των παραγόντων που εμπλέκονται στην κρίση το κόστος της τρέχουσας κατάστασης σε επίπεδο συνθηκών διαβίωσης για τις πιο ευάλωτες κατηγορίες του πληθυσμού θα είναι τεράστιο...

...Έτσι, κάτω από τους όρους της κρίσης χιλιάδες άνθρωποι ζουν σε συνθήκες φτώχειας όχι κατ' επιλογή, αλλά κατ΄ ανάγκη. Οι διαστάσεις και οι μορφές της φτώχειας είναι πολλές, τα περισσότερα όμως προβλήματα τα αντιμετωπίζουν οι άνεργοι και οι φτωχοί που από αρκετούς θεωρούνται κοινωνικό πρόβλημα...

...Η Έλλειψη εισοδήματος, κοινωνικής ασφάλισης, τα γραφειοκρατικά εμπόδια που σε αρκετές περιπτώσεις περισσότερο εμποδίζουν παρά επιτρέπουν την πρόσβαση σε υπηρεσίες, εργασία, προγράμματα κτλ έχουν αναγκάσει αρκετούς ανθρώπους να επιβιώνουν δύσκολα, το δυσάρεστο όμως είναι ότι καθημερινά όλο και αυξάνονται οι άνθρωποι που επιβιώνουν χωρίς τα στοιχειώδη...

Πολύ γκρίνια πέφτει συνέχεια για τα λεφτά, την φτώχεια, την κακομοιριά, που καταντά μονότονη και βαρετή στο τέλος...

Πριν μας βάλει από κάτω, ας χαλαρώσουμε λιγάκι:



Εμένανε η πονηρή δουλειά, μ' αρέσει και την κάνω
παρ' όλο που κουράζομαι κι ούτε λεφτά δε βγάνω!

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΚΙ ΑΛΛΟΙΩΣΗ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ...


Η Ελλάδα από χώρα που έστελνε μετανάστες έγινε αποδέκτης μεταναστών. Ενώ όμως σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. υπάρχει και εφαρμόζεται μεταναστευτική πολιτική, εδώ σε μας αν και οι μετανάστες έχουν αρχίσει να καταφθάνουν πριν από 15 χρόνια, το φαινόμενο έχει αφεθεί, να τρέχει χωρίς προοπτικές εξορθολογισμού του μεταναστευτικού προβλήματος.

Γιατί έχουν φθάσει οι ξένοι να έχουν περάσει το 10% του ελληνικού πληθυσμού, μπαίνοντας στη χώρα μπουλουκηδόν, τακτικά κι ανεξέλεγκτα και χωρίς να έχει διαμορφωθεί πρόγραμμα αν χρειαζόμαστε μετανάστες, πόσους, με τι προδιαγραφές κι από ποιες χώρες, με τι επαγγέλματα, εάν πρέπει να έρχονται με συμβόλαια προεπιλογής, για πόσο χρονικό διάστημα θα επιτρέπεται η παραμονή τους, πώς πρέπει να συμπεριφερθεί η πολιτεία σ' όσους παραμένουν μακροχρόνια με τις οικογένειές τους και αν πρέπει να τους παρασχεθούν πολιτικά δικαιώματα...

Μπορεί να ωφελήθηκε η οικονομία (στη ουσία μόνο κάποιοι μεγαλοαγρότες και εργολάβοι) στην εύρεση σκληρών εργατικών χεριών, αλλά εδημιουργήθηκαν τεράστια προβλήματα από την εκμετάλλευσή τους, την εξευτελιστική αμοιβή της εργασίας, την εισφοροδιαφυγή στα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά και την έξαρση της ξενοφοβίας, λόγω της παραβατικότητας, των κλοπών, των επιθέσεων, της βίας και των εγκλημάτων που διαπράττουν οι νεαροί κυρίως απο δαύτους...

Η Ε.Ε. έχει υψώσει φράχτες στο θέμα της υποδοχής μεταναστών, ενώ ασκούσε μια καμουφλαρισμένη προπαγάνδα περί μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας, την οποία εγκαταλείπει σιγά - σιγά, επειδή αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορούν να ενσωματωθούν και να λειτουργήσουν μουσουλμανικές μειονότητες πολιτισμικά κατά τρόπο που να εγγυώνται την εξέλιξη της δημοκρατίας...

Στη χώρα μας πάλι, τέτοια λογική δεν ακολουθείται, λες και δεν υπάρχει ως χώρα της Ε.Ε. και δεν γνωρίζει τι γίνεται μέσα σ' αυτήν. Είναι σαν να μην θέλει να ζήσει για λογαριασμό της στον τόπο της και να μην μπορεί να απαλλαγεί απ' τους "νταβατζήδες" που την επηρεάζουν σ' όλα τα επίπεδα ζωής και στηρίζουν ακόμη και μέσω συνδικαλιστικών οργανώσεων ανθελληνικές θέσεις, που περνούν με τα μηνύματά τους...

Ακούγονται σχόλια περί ρατσιστικής συμπεριφοράς, περί ενσωμάτωσης στην ελληνική κοινωνία των μεταναστών, περί των δικαιωμάτων των κ.ά. Από δε την Ε.Ε. μας επιδοτούν και μας επιβάλλουν να εντάσσουμε τους λαθρομετανάστες στο κοινωνικό σύνολο, να μεταστρέφουμε την κοινή γνώμη υπέρ αυτών, επειδή προέρχονται από χώρες που μαστίζονται από πείνα και καταστρατήγηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Και τι μ' αυτό; Πώς διογκώθηκε η αθρόα είσοδος στη χώρα μας απ' το 2000 κι ύστερα μεταναστών απ' την Ασία και την Αφρική; Μέχρι τότε δεν πεινούσαν; Εμείς εδώ πρέπει να πληρώσουμε το λογαριασμό για αβλεψίες των κυβερνήσεων των χωρών τους; Κάποιοι μεριμνούν, κάποιοι τους φέρνουν. Δεν έρχονται μόνοι τους. Συγκεκριμένο πρόγραμμα υπάρχει, καθώς και στόχοι που στοχεύουν:
Την αλλοίωση της εθνικής ταυτότητας.

Εκτιμάται από έκθεση του ΟΗΕ, ότι μέχρι το 2050, το βόρειο ημισφαίριο θα υποστεί μεταναστευτικό κύμα, που θα ανέρχεται σε 3,5 εκατομ. άτομα το χρόνο, από δε την Σουηδική Ακαδημία Επιστημόνων για το Μεταναστευτικό, προέρχονται οι πληροφορίες ότι το 2025 οι Έλληνες στην Ελλάδα θα έχουν μειωθεί στα 6,5 εκατομ. το 2050 θα είναι γύρω στα 3,5 εκατομ. και το 2100 θα είμαστε 2 εκατομ. εκ των οποίων οι μισοί συνταξιούχοι.

Δεν ενισχύθηκε η γεννητικότητα στην Ελλάδα με τα ημίμετρα που λαμβάνονται πότε- πότε. Η πατρίδα μας, δυστυχώς γερνά και ταυτόχρονα πουλιέται λίγο λίγο, στην λιανική μάλιστα...

Και γι' αυτό το έγκλημα κατά του τόπου, ούτε τα πολιτικά κόμματα τοποθετούνται ξεκάθαρα, ούτε ο πνευματικός κόσμος. Πριν Ασιάτες, Αφρικάνοι και λοιποί ετερόκλητοι ξένοι φτάσουν ν' αφομοιώσουν τις τοπικές κοινωνίες με τα δικά τους πρότυπα, που όμως καμμιά σχέση δεν έχουν με τον μέχρι τώρα δικό μας τρόπο ζωής.

Πριν η κατάσταση γίνει ανεξέλεγκτη, να υπάρξει μια κοινή πολιτική στην αντιμετώπιση της αθρόως συρρέουσας λαθρομετανάστευσης πριν στο όχι μακρινό μέλλον οι γενιές των Ελλήνων θα καταριούνται για την παρακμή τους και την κακοδαιμονία τους, όλους εκείνους που κυβέρνησαν τον τόπο αυτό στο τέλος του 20ου και στην αρχή του 21ου αιώνα.

Και μάλιστα θα τους καταριούνται με σπασμένα ελληνικά...

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΦΟΒΙΕΣ...


Το αίσθημα του φόβου τείνει να γίνει συλλογικό και ατομικό βίωμα.

Ο φόβος είναι ένα από τα βασικότερα και πλέον πρωτόγονα αισθήματα στον άνθρωπο και η δύναμή του καθορίζει χαρακτήρες, συμπεριφορές και πρακτικές.

Οι κοινωνίες αλλά και τα άτομα που κυριαρχούνται από το αίσθημα του φόβου δεν αισθάνονται ούτε ασφαλείς ούτε ελεύθεροι. Και δεν υπάρχει χειρότερη μορφή δουλείας από τη δουλεία του φόβου. Τα έννομα αγαθά του πολίτη, τα ατομικά, περιουσιακά και άλλα δικαιώματα πρέπει να τελούν υπό την εγγύηση της πολιτείας.

Ο φοβισμένος άνθρωπος είναι ο πλέον υποταγμένος άνθρωπος, που άβουλα και με το κεφάλι κάτω παρακολουθεί την ροή των εξελίξεων ανήμπορος να αντιδράσει και να αντιληφθεί τι του συμβαίνει...



Οι αιτίες του φόβου είναι η οικονομική κρίση κι ασφυξία, η αυξημένη εγκληματικότητα που και τα δυο προδιαγράφουν αβέβαιο μέλλον, καθώς και κάποιες μεταφυσικές ανησυχίες που εντέχνως καλλιεργούνται...Η μεθοδολογία αυτή είναι γνωστή και εφαρμόζεται από αρχαιοτάτων χρόνων...

Και την εκμεταλλεύονται διαχρονικώς όλες οι εξουσίες. Ποντάρουν στο φόβο. Ο φόβος συγκρατεί τις επιθυμίες, τις φιλοδοξίες, κάνει τους ανθρώπους να αμφιβάλλουν για τους εαυτούς τους και τους κρατάει κλειδαμπαρομένους στα σπίτια τους.

Μία παροιμία λέει ότι αυτός που δε φοβάται θα πεθάνει μια φορά ενώ αυτός που φοβάται πεθαίνει κάθε μέρα. Με άμεσο αποτέλεσμα τη γεμάτη άγχος (που είναι χειρότερο από τον φόβο) ζωή...

Από την επίκληση και την επιστράτευση φυσικών και αστρονομικών φαινόμενων που θα μας καταστρέψουν και τον ουρανό που θα πέσει στα κεφάλια μας, τη οργή και τιμωρία κάποιου "Θεού" με κολασμό των απίστων κι ανυπάκουων, κίνητρο υπακοής σε θέληση ισχυρών, μέχρι την κατάρρευση της οικονομίας, συρίκνωση των ατομικών ελευθεριών, με συνέπειες όμως μόνο για τον φτωχό λαό και μόνο για αυτόν...

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2009

ΘΑΝΑΤΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ 18/03/1936. ΤΙ ΕΙΠΑΝ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ...


Δύο ημέρες μετά την ανακοίνωση του θανάτου του Ελ. Βενιζέλου (ο οποίος πέθανε στις 18 Μαρτίου 1936 στο Παρίσι και θάφτηκε λίγο αργότερα στο Ακρωτήρι Χανίων) ο Έλληνας πρεσβευτής από την Αγκυρα Ραφαήλ Ραφαήλ γράφει για τον τρόπο που πέρασε στον Τύπο και στην τουρκική κοινωνία η είδηση του θανάτου του μεγάλου ανδρός:


Η τελευταία φωτογραφία του Ελευθέριου Βενιζέλου.

«Έχω την τιμήν να πληροφορήσω υμάς ότι ο θάνατος του Ελευθερίου Βενιζέλου εποίησε βαθυτάτην αίσθησιν εν Τουρκία τόσον παρά τοις επισήμοις κύκλοις όσον και τη κοινή εν γένει γνώμη. Ολαι σχεδόν αι τουρκικαί εφημερίδες έγραψαν επί τη ευκαιρία ταύτη άρθρα. Παρά το γεγονός, το οποίον δεν παραλείπουσι να σημειώσωσιν, ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήτο ο πρωτουργός της Ελληνο-τουρκικής προσέγγισης, δεν λησμονούσι συγχρόνως ότι υπήρξε και ο μεγαλύτερος της Τουρκίας εχθρός και ότι εκ της δράσεως αυτού η χώρα των διέτρεξε τον σοβαρώτερον των κινδύνων. Διά τούτο και η γλώσσα των άρθρων, αν και πλήρης κολακευτικών λέξεων, είναι πάντως επηρεασμένη από αναμνήσεις πικράς ας ο χρόνος και η μετέπειτα εξέλιξις των γεγονότων δεν έχουσιν ακόμη διασκεδάσει.

H εξαφάνισις του Ελευθερίου Βενιζέλου, αν προυκάλεσεν αίσθησιν εν Τουρκία, δεν νομίζω ότι προυκάλεσε συγχρόνως και λύπην. Διά τους Τούρκους η απερχομένη μεγάλη μορφή ήτο πάντοτε το ζωντανόν σύμβολο της Μεγάλης Ιδέας, παρά την χαραχθείσαν κατόπιν πολιτικήν προσεγγίσεως και φιλίας προς την Τουρκίαν. Χαίρουν διότι μετ' αυτού τάφεται οριστικώς το παρ' ολίγον πραγματοποιηθέν εθνικόν όνειρον. Δι' ο και μετά χαιρεκακίας τινές των τουρκικών εφημερίδων τονίζουσιν ότι η ημέρα του θανάτου του Βενιζέλου υπήρξεν ημέρα εθνικού πένθους διά τους Ελληνας της Κωνσταντινουπόλεως.


Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως απέστειλε θερμόν συλλυπητήριον τηλεγράφημα εις την κυρίαν Βενιζέλου. Μοι διετυπώθη επίσης η επιθυμία της Τουρκικής Κυβερνήσεως όπως απευθύνει τηλεγράφημα εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν και συγχρόνως η ερώτησις αν θα ήτο τούτο ευχάριστον εις αυτήν. Ενόμισα ότι έπρεπε να δώσω την διαβεβαίωσιν ότι η Ελληνική Κυβέρνησις θα ήτο λίαν συγκινημένη επί τη εκδηλώσει ταύτη της Τουρκικής Κυβερνήσεως και ότι οιαιδήποτε εσωτερικαί έριδες εξαφανίζονται προ ενός τάφου».




Ο τάφος του Ελευθέριου Βενιζέλου στον προφήτη Ηλία στο Ακρωτήρι Χανίων.

Εν τω μεταξύ, στις 27 Μαρτίου η «Τζούμχουριέτ» αναδημοσιεύει την είδηση της αθηναϊκής εφημερίδας Ανεξάρτητος» ότι «ο θάνατος του Βενιζέλου προήλθε δήθεν από εγκεφαλικήν συμφόρησιν ήτις συνέβη κατόπιν σφοδράς λογομαχίας με τον Τιτουλέσκου εν Παρισίοις». Σύμφωνα με το δημοσίευμα, «ο Τιτουλέσκου είχε δηλώσει ότι εν περιπτώσει πολέμου μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας τα κράτη της Βαλκανικής Συνεννοήσεως θέλουν σπεύση εις βοήθειαν της Γαλλίας».

Την ίδια ημέρα, σε χρονογράφημα του Αμπεντίν Νταβέρ στην ίδια εφημερίδα με τίτλο «Και ο νεκρός του ακόμη...» (εννοούσε: διχάζει) δημοσιεύονταν τα εξής: «Μία αθηναϊκή εφημερίς που ήλθε μετά τον θάνατον του Βενιζέλου εις την Κωνσταντινούπολιν, είχε δημοσιεύσει την εικόνα της τελέσεως των έξ Υπουργών και Στρατηγών που ενήργησε και ετυφεκίσθησαν (sic) ο Βενιζέλος και έγραφε πικρά άρθρα με την έννοιαν ότι δεν πρέπει να κλαίουν τον Βενιζέλο αλλά τα θύματα αυτά που ενήργησε ο Βενιζέλος και εφόνευσαν (sic). H μεγάλη πλειοψηφία, η ολότης δυνάμεθα να είπωμεν των Ρωμηών της Κωνσταντινουπόλεως είναι οι αιώνιοι θαυμασταί του Βενιζέλου.

Ο Βενιζέλος δι' αυτούς είναι ημίθεος. Εξ αυτών δύο ωραία γαλανά μάτια που έκλαιαν διά τον θάνατον του Βενιζέλου, σχετικώς προς τους αντιθέτους που δεν ήθελον να μεταφερθή ο νεκρός του εις τας Αθήνας έλεγον: -Τι άνθρωποι, φοβούνται και τον νεκρόν του ακόμη! Ομολογουμένως ο Βενιζέλος έγινε ένας άνθρωπος του οποίου και ο νεκρός ακόμη είναι επίφοβος».

Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

1821. ΟΡΚΟΣ ΚΑΤΑ ΤΥΡΡΑΝΙΑΣ ΚΙ ΑΝΑΡΧΙΑΣ...


Όρκος Κατά Τυραννίας και Αναρχίας:

Ω βασιλεύ του κόσμου, ορκίζομαι σε σε,
στην γνώμην των τυράννων, να μην έλθω ποτέ.
Μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ,
εις τα ταξίματά τους, για να παραδοθώ.
Εν όσω ζω στον κόσμον, ο μόνος μου σκοπός,
για να τους αφανίσω, θε νάναι σταθερός.
Πιστός εις την πατρίδα, συντρίβω τον ζυγόν,
αχώριστος για ναμαι, υπό τον στρατηγόν.
Κι αν παραβώ τον όρκον, ν' αστράψ' ο ουρανός,
και να με κατακάψη, να γένω σαν καπνός.

Σ' ανατολή και δύση, και νότον και βοριά,
για την πατρίδα όλοι, να 'χωμεν μια καρδιά.
Στην πίστιν του καθ' ένας, ελεύθερος να ζη,
στην δόξαν του πολέμου, να τρέξωμεν μαζί.
Βουλγάροι κι Αρβανήτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί,
Αράπηδες και άσπροι, με μια κοινήν ορμή...
Για την ελευθερίαν, να ζώσωμεν σπαθί,
πως είμαστ' αντριωμένοι, παντού να ξακουσθή.
Όσα απ' την τυραννίαν, πήγαν στην ξενητιά
στον τόπον του καθ' ένας, ας έλθη τώρα πιά.
Και όσοι του πολεμου, την τέχνην αγροικούν
Εδώ ας τρέξουν όλοι, τυρράνους να νικούν.
Η Ρούμελη τους κράζει, μ' αγκάλες ανοιχτές,
τους δίδει βιό και τόπον, αξίες και τιμές.
Ως ποτ' οφφικιάλος, σε ξένους Βασιλείς;
έλα να γένης στύλος, δικής σου της φυλής.
Κάλλιο για την πατρίδα, κανένας να χαθή
ή να κρεμάση φούντα, για ξένον στο σπαθί.
Και όσοι προσκυνήσουν, δεν είναι πιά εχθροί,
αδέλφια μας θα γένουν, ας είναι κι εθνικοί.
Μα όσοι θα τολμήσουν, αντίκρυ να σταθούν,
εκείνοι και δικοί μας, αν είναι, ας χαθούν.

Σουλιώτες και Μανιάτες, λιοντάρια ξακουστά
ως πότε σταις σπηλιές σας, κοιμάστε σφαλιστά;
Μαυροβουνιού καπλάνια, Ολύμπου σταυραητοί,
κι Αγράφων τα ξεφτέρια, γεννήστε μια ψυχή.
Ανδρείοι Μακεδόνες, ορμήσετε για μια,
και αίμα των τυράννων, ρουφήξτε σα θεριά.
Του Σάββα και Δουνάβου, αδέλφια Χριστιανοί,
με τα άρματα στο χέρι, καθ' ένας ας φανή,
Το αίμα σας ας βράση, με δίκαιον θυμόν,
μικροί μεγάλοι ομώστε, τυρράννου τον χαμόν.
Λεβέντες αντριωμένοι, Μαυροθαλασσινοί,
ο βάρβαρος ως πότε, θε να σας τυραννή.
Μην καρτερήτε πλέον, ανίκητοι Λαζοί,
χωθήτε στο μπογάζι, μ' εμάς και σεις μαζί.
Δελφίνια της θαλάσσης, αζδέρια των νησιών,
σαν αστραπή χυθήτε, χτυπάτε τον εχθρόν.
Της Κρήτης και της Νύδρας, θαλασσινά πουλιά,
καιρός ειν' της πατριδος, ν' ακούστε την λαλιά.
Κι οσ' είστε στην αρμάδα, σαν άξια παιδιά,
οι νόμοι σας προστάζουν, να βάλετε φωτιά.
Με εμάς κι εσείς Μαλτέζοι, γεννήτε ένα κορμί,
κατά της τυραννίας, ριχθήτε με ορμή.
Σας κράζει η Ελλάδα, σας θέλει, σας πονεί,
ζητά την συνδρομήν σας, με μητρική φωνή.
Τι σκέκεις Παζβαντζιόγλου, τόσον εκστατικός;
τινάξου στο Μπαλκάνι, φώλιασε σαν αητός.
Τους μπούφους και κοράκους, καθόλου μη ψηφάς,
με τον ραγιά ενώσου, αν θέλης να νικάς.

Συλήστρα και Μπραίλα, Σμαήλι και Κιλί,
Μπενδέρι και Χωτήνι, εσένα προσκαλεί.
Στρατεύματα σου στείλε, κι εκείνα προσκυνούν
γιατί στην τυρραννίαν, να ζήσουν δεν μπορούν.
Γκιουρντζή πιά μη κοιμάσαι, σηκώσου με ορμήν,
τον Προύσια να μοιάσης, έχεις την αφορμήν.
Και συ που στο Χαλέπι, ελεύθερα φρονείς
πασιά καιρόν μη χάνεις, στον κάμπον να φανής.
Με τα στρατεύματά σου, ευθύς να συκωθής,
στης Πόλης τα φερμάνια, ποτέ να μη δοθής.
Του Μισιριού ασλάνια, για πρώτη σας δουλειά,
δικόν σας ένα μπέη, κάμετε βασιλιά.
Χαράτζι της Αιγύπτου, στην Πόλη ας μη φανή,
για να ψοφήσει ο λύκος, όπου σας τυραννεί.
Με μια καρδιά όλοι, μια γνώμη, μια ψυχή,
χτυπάτε του τυράννου, την ρίζα να χαθή.
Να ανάψουμε μια φλόγα, σε όλην την Τουρκιά,
να τρέξει από την Μπόσνα, και ως την Αραπιά.
Ψηλά στα μπαϊράκια, σηκώστε τον σταυρόν,
και σαν αστροπελέκια, χτυπατε τον εχθρόν.
Ποτέ μη στοχασθήτε, πως είναι δυνατός,
καρδιοκτυπά και τρέμει, σαν τον λαγόν κι αυτός.
Τριακόσιοι Γκιρτζιαλήδες, τον έκαμαν να ιδή,
πως δεν μπορεί με τόπια, μπροστά τους να εβγεί.
Λοιπόν γιατί αργήτε, τι στέκεσθε νεκροί;
ξυπνήστε μην είστε ενάντιοι κι εχθροί.

Πως οι προπάτορές μας, ορμούσαν σα θεριά,
για την ελευθερία, πηδούσαν στη φωτιά.
Έτσι κι ημείς, αδέλφια, ν' αρπάξουμε για μια
τα άρματα, και να βγούμεν απ' την πικρή σκλαβιά.
Να σφάξουμε τους λύκους, που στον ζυγόν βαστούν,
και Χριστιανούς και Τούρκους, σκληρά τους τυραννούν.
Στεργιάς και του πελάγου, να λάμψη ο σταυρός,
και στην δικαιοσύνην, να σκύψη ο εχθρός.
Ο κόσμος να γλυτώση, απ' αύτην την πληγή,
κι ελεύθεροι να ζώμεν, αδέλφια εις την γη.

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

ΒΕΝΤΕΤΑ: Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΑΠΟΔΩΣΗΣ...


Βεντέτα συνηθίζουν να λένε στην Κρήτη την εκδίκηση που παίρνουν οι συγγενείς κάποιου που δολοφονήθηκε, σκοτώνοντας το δράστη ή κάποιον συγγενή του.

Ο φόνος δηλαδή που τελείται με κίνητρο την εκδίκηση για έναν άλλο φόνο. Είναι ένας κοινωνικός κώδικας που στηρίζεται στην έννοια της τιμής και της προστασίας της.

"Μόνο σαν πάθει ό,τι κάμε, δίκη σωστή θα γίνει", δηλαδή όπως λέγεται στην Κρητική διάλεκτο "τα δίκια θα γεννούσι" Και πρόκειται για ένα φαινόμενο παλιό όσο και η οργάνωση των πρώτων ανθρώπινων κοινωνιών.

H βεντέτα, ο φόνος δηλαδή που τελείται με κίνητρο την εκδίκηση για ένα άλλο φόνο, υπήρξε από τα πολύ παλιά χρόνια και, δυστυχώς, εξακολουθεί ακόμη να αποτελεί μια από τις πιο χαρακτηριστικές εκδηλώσεις της κρητικής ιδιαιτερότητας.

Η εκδήλωση αυτή εξεταζόμενη με ιστορικά και εγκληματολογικά κριτήρια, μπορεί να εξηγηθεί ως ο απόηχος ενός μακρινού παρελθόντος και πιο συγκεκριμένα ως επιβίωση ενός αρχαίου τρόπου απονομής Δικαιοσύνης. Ενός τρόπου ο οποίος προέβλεπε τον κολασμό του δράστη ενός εγκλήματος, με ποινή που έπρεπε να είναι ανάλογη σε είδος και βαρύτητα με το κακό που διέπραξε. Η άποψη αυτή που ας σημειωθεί, συνιστά την πρώτη στην ιστορία του ποινικού δικαίου βαθμίδα ορθής απονομής της Δικαιοσύνης, χάνεται στα βάθη του χρόνου...

Καμιά θάλασσα δεν είναι τόσο ανοιχτή, όσο η αστείρευτη θάλασσα της εκδίκησης. Της εκδίκησης που όταν φωλιάσει στην ψυχή του ανθρώπου, τον μεταμορφώνει σ' ένα άγριο θηρίο διψασμένο για αίμα, που δε διστάζει να φτάσει ακόμη και στο φόνο.
Για να ξεπλύνει τη ντροπή του, την προσβολή που του έγινε, για να υπερασπιστεί την τιμή και αξιοπρέπεια του.

Κάποιοι ξεπερνούν τα όρια και φτάνουν στα άκρα. Δεν αφήνουν κανένα περιθώριο επιστροφής. Ανοίγουν τον αιματηρό κύκλο των αντεκδικήσεων και διψούν για το αίμα της ανταπόδοσης, που στη θέα του αισθάνονται εξαγνισμένοι και δικαιωμένοι.
Οι λέξεις φόβος, δισταγμός, υπαναχώρηση ή άρνηση δεν έχουν θέση στον κόσμο της βεντέτας.

Μερικά χαρακτηριστικά περιστατικά:
  1. Στις αρχές του 19ου αιώνα, στην γιορτή των Αγίων Αποστόλων στο Καλλικράτη Σφακίων, μετά τη λειτουργία ένα πουλί κάθισε στο καμπαναριό, προκλητικό σημάδι για τους άνδρες που ήταν συνήθως οπλισμένοι...Κάποιος το σημάδεψε του έριξε μα ούτε το σκότωσε ούτε το πουλί έφυγε. Αμέσως του έριξε ένας άλλος και το σκότωσε και τότε όλοι μαζί άρχισαν να πειράζουν τον πρώτο. Στην αρχή τα πειράγματα τον έκαναν να γελά, αλλά όταν συνεχίστηκαν, του προκάλεσαν θυμό, καθώς θεώρησε ότι τον ταπείνωναν δημόσια. Πυροβόλησε, λοιπόν, σκοτώνοντας έναν από τους πολλούς που τον ειρωνεύτηκαν, αλλά αμέσως έπεσε νεκρός και αυτός από βόλι...Εφτά άνδρες σκοτώθηκαν μέσα σ' ένα λεπτό. Η εκκλησία ύστερα από αυτό το περιστατικό εγκαταλείφθηκε κι ερημώθηκε και μόνο ύστερα από πολλά χρόνια αναστυλώθηκε ξανά...
  2. Οι Βοριζανοί στο Ηράκλειο είναι περήφανοι για τον Άγιο Φανούριό τους και τον γιορτάζουν κάθε χρόνο στις 27 Αυγούστου με τον γνωστό σε όλους μας κρητικό τρόπο: κρασί, κρέας, λύρα και μπαλωτιές. Το κακό άρχισε τη νύκτα της 27ης Αυγούστου 1955, σε μια στιγμή που ολόκληρο το χωριό ζαλισμένο από το κρασί και την κρητική λίρα συνέχιζε το γλέντι που είχε αρχίσει από το πρωί. Έξι νεκροί και δεκατέσσερις τραυματίες μέσα σε λίγες μόνον ώρες...
  3. Σπάνια θάνατος ανθρώπου, ως τιμωρία για όσα έπραξε σε βάρος συνανθρώπων του, υπήρξε τόσο δικαιολογημένος και έγινε δεκτός με τόσο βαθύ αίσθημα αγαλλίασης, όσο αυτός ο θάνατος που επιφύλαξε στο ανθρωπόμορφο τέρας τον Νίκο Μαγιάση, ένας γενναίος ανωγειανός κτηνοτρόφος, ο Γιώργος Βρέντζος, μπήγοντάς του θανάσιμα στην κοιλιά το κρητικό μαχαίρι του, στις 30-4-1947 μέσα στο δικαστικό μέγαρο Ηρακλείου, επάνω στο εδώλιο του κατηγορουμένου...Αλλά σκοτώνοντας με τον συμβολικό αυτό τρόπο το φονιά του αδελφού του, ως είχε χρέος σύμφωνα με τον κώδικα της τιμής, δεν ενήργησε μόνο ατομικά: ο Γιώργος Βρέντζος στην περίπτωση αυτή ενήργησε και ως εντολοδόχος μερικών εκατοντάδων συμπατριωτών του, στενοί συγγενείς των οποίων είχαν χάσει τη ζωή τους είτε απ' ευθείας από το χέρι του αιμοσταγούς Μαγιάση, είτε από το γερμανικό στρατό στον οποίο τους κατέδωσε, καλυπτόμενος πίσω από την παραπλανητική ιδιότητά του ως διερμηνέα των κατακτητών.


Μάλιστα η λαική μούσα χαιρέτισε το βαρυσήμαντο εκδικητικό του διάβημα με την ακόλουθη μαντινάδα:

Ένας αϊτός των Βρέντζηδων σκότωσε το Μαγιάση

Κι όλοι μαζί φωνάξαμε το χέρι του ν' αγιάσει

Μέσα στο Δικαστήριο γιατί 'χενε σκοτώσει

Κι έπρεπε οπωσδήποτε ζωή κι αυτός να δώσει...

Κι ακολουθούν άλλα πολλά περιστατικά, που δεν χρειάζεται να μνημονευτούν τώρα εδώ..

ΤΟ ΚΙΝΗΤΟ...


Ένα κινητό τηλέφωνο που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι της συνεδρίασης μιας πολυεθνικής εταιρείας κτυπά. Το πιάνει και το ανοίγει ο διευθυντή και ακολουθεί ο εξής διάλογος με μια γυναίκα:

Γυναίκα: Αγάπη μου, αντρούλη, μου λοιπόν το διαμαντένιο περιδέραιο που λέγαμε κάνει μόλις 40.000 ευρώ, να το πάρω; Πες ναι...

Διευθυντής: NAI!

Μετά από λίγο το κινητό ξαναχτυπάει και η γυναίκα λέει: "Αγάπη μου... είμαι στην αντιπροσωπεία, να πάρω το αυτοκίνητο που σου έχω πει; Μου είπαν ότι κάνει μόλις 85.000 ευρώ" Να το πάρω; Πες ναι...

Διευθυντής: NAI!

Μετά από λίγο κτυπά πάλι το τηλέφωνο και η γυναίκα λέει: Αγάπη μου σ' ευχαριστώ: Έλα το βράδυ σπίτι να το γιορτάσουμε; Θα σου κάνω ό,τι μου ζητήσεις, πες ναι...

Διευθυντής: ΝΑΙ!

Και μόλις κλείνει το τηλέφωνο ρωτάει με θυμό, αλλά και περιέργεια τους παριστάμενους:

- Ρε παιδιά, ποιανού είναι το κινητό που απαντάω τόση ώρα;

Σάββατο 14 Μαρτίου 2009

ΚΑΤΗΓΟΡΩ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ (Η ΤΑΙΝΙΑ)...


Δικαστικό δράμα από το 1966.

Με τους κώδικες του φιλμ-νουάρ της εποχής (η μοιραία γυναίκα, το σκοτεινό παρελθόν, η αποκάλυψη, ο φόνος, κ.α), έτσι ώστε να μιλάμε για μία από τις πιο αξιόλογες Ελληνικές προσπάθειες στο είδος αυτό, με ιδιαίτερα λειτουργική και ατμοσφαιρική επιλογή χώρων.

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2009

ΤΡΑΓΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ...


Άλλη μια ληστεία που κατέληξε σε φόνο χθές, ίσως τα ίδια συμβούν πάλι σήμερα κάπου αλλού...

Η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο σε κάθε τομέα της ζωής. Δεν πρόκειται για κατάσταση virtual reality κάποιου βιντεοπαιγνιδιού προχωρημένης φαντασίας, δυστυχώς είναι μια τραγική πραγματικότητα.

Η παραβατικότητα στο εξής βοηθούντως και της οικονομικής κρίσης ολοένα και θα μεγενθύνεται. Το ρίσκο για χρήση όπλων κατά τη διεξαγωγή εγκληματικών ενεργειών ολοένα και θα διερύνεται. Θύματα θα υπάρξουν πολλά, ως συνήθως μεταξύ των ατόμων που δεν αντιδρούν δυναμικά, όπως πάντα γίνεται...

Γιατί και η αυτοδικία θα ενταθεί όσο δεν συγκρατείται η κατάσταση. Εκ των πραγμάτων. Φαντάστηκε κανείς τους πως δεν θ' αντιδράσουμε όσοι μπορούμε; Μπορούμε να τους αφήνουμε ανεμπόδιστους να μας παίρνουν τα χρήματα και να μη μιλάμε, να χτυπούν, να βιάζουν ως και γριές, να φονεύουν για λίγα ευρώ;

Η οπλοφορία απαγορεύεται στην Ελλάδα ΜΟΝΟ για τους νομοταγείς.
Οι κακοποιοί θα έχουν όπλο καθότι ούτως ή άλλως είναι παράνομοι. Στην απαγόρευση θα κολλήσουν;
Άρα αλίμονο πάλι στους φιλήσυχους οικογενειάρχες που πάλι θα καταφύγουν σε κλάψες...

Κλέφτες, ληστές και δολοφόνοι είναι και οι Ελληνές, απλώς οι αλλοδαποί συνήθως κάνουν πιο σκληρά εγκλήματα διότι έχουν λιγότερους ενδοιασμούς και δεν τους ενώνει τίποτα με τον τόπο.

Οι κακοποιοί είναι κακοποιοί ανεξαρτήτως χρώματος και εθνικότητας, μα αν βγάλουμε απέξω τα εγκλήματα οικονομικής φύσεως (ακάλυπτες επιταγές,κομπίνες, καταπατήσεις κλπ) και μείνουμε στη βαριά εγκληματικότητα αυτή που μυρίζει αίμα, εκεί οι νεαροί ιδίως ξένοι κρατούν τα σκήπτρα. Η οικονομική κρίση θα χτυπήσει πρώτα τους πιο αδύναμους κρίκους και είναι αυτοί, δεν σημαίνει πως θα τους ανεχόμαστε όμως.

ΕΊναι ώρα να σταματήσει επιτέλους το παραμύθι (της περιθωριοποιημένης αριστεράς και κάποιων ξοφλημένων της ζωής και της κοινωνίας) περί εθνικισμού, ρατσισμού και κακομοίρηδων που ψάχνουν ένα κομμάτι ψωμί. Δεν τους καλέσαμε εμείς ούτε φταίμε για τα χάλια τους, δεν θα πληρώσουμε σχέδια άλλων.
Έχουμε δικούς μας εγκληματίες, δεν χρειαζομαστε και εισαγομενους.

Αυτονόητο είναι βέβαια πως η εγκληματικότητα που προέρχεται από αλλοδαπούς δεν είναι λόγος μαζικής απέλασης τυχαίων αλλοδαπών εργατών, αλλά αυστηρής εφαρμογής κάποιων κριτηρίων στη προσέλευση τους και οι μετανάστες να κρίνονται αυστηρά και με απελάσεις όταν χρειάζεται. Ας γινει επιτέλους ενα ξεκαθάρισμα.

Από την άλλη, η Αστυνομία οφείλει να θωρακίσει την τραγική καθημερινότητα κι ανασφάλεια του Έλληνα φορολογούμενου πολίτη πρώτα κι ύστερα να φρουρεί αχρείαστα πολλές μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες δήθεν "επώνυμους" κόπρους από σαλόνι σε σαλόνι...

ΦΟΒΟΣ ΚΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ...


Δεν υπάρχει χειρότερη μορφή δουλείας από τη δουλεία του φόβου. Όταν μια κοινωνία είναι υποταγμένη στον φόβο είναι ανελεύθερη κοινωνία. Εξάλλου, τα έννομα αγαθά του πολίτη, τα ατομικά, περιουσιακά και άλλα δικαιώματα πρέπει να τελούν υπό την εγγύηση της πολιτείας. Και να προστατεύονται αποτελεσματικά.

Οι κοινωνίες αλλά και τα άτομα που κυριαρχούνται, που καταλαμβάνονται από το αίσθημα του φόβου δε μπορούν να αναπτύξουν τις δραστηριότητες για την ελεύθερη σταδιοδρομία τους. Δεν αισθάνονται ασφαλείς και κατ' ακολουθία δεν αισθάνονται ελεύθεροι.

Ουδείς διανοείται περιορισμό των ατομικών δικαιωμάτων και την αναγκαιότητα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Είναι και πρέπει να είναι απαραβίαστα. Υπάρχουν όμως και όρια. Και τα όρια συμπίπτουν με το όριο της αυθαιρεσίας, το όριο της κατάχρησης και φυσικά με το όριο που δεν επιτρέπει να χρησιμοποιούνται για την προσβολή των δικαιωμάτων των τρίτων, του πολίτη ή με τη διάπραξη αδικημάτων.

Παράλληλα μαζί με τη γενίκευση της εγκληματικότητας του κοινού ποινικού δικαίου, επανέκαμψε και η ειδική εγκληματικότητα, δηλαδή η τρομοκρατία. Μια τρομοκρατία πολύμορφη, πολιτικά άστοχη, ιδεολογικά τυφλή, με στόχευση τα ανυποψίαστα όργανα της δημόσιας τάξης, όργανα δηλαδή άνευ πολιτικής ευθύνης.

Μπροστά στα γενικά και ειδικά φαινόμενα της εκτεταμένης εγκληματικότητας, ο πολιτικός κόσμος δεν έχει ούτε τον χρόνο ούτε την πολυτέλεια να διαφωνεί. Υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης όλων των αναγκαίων μέτρων «εν ομοφωνία» τόσο για την πρόληψη όσο και για την καταστολή του φαινομένου πριν είναι αργά.

Πριν η κατάσταση γίνει ανεξέλεγκτη.

Και τα μέτρα δεν είναι μόνο αστυνομικά. Είναι επίσης και μέτρα κοινωνικού και οικονομικού χαρακτήρα. Η πολυπολιτισμική κοινωνία που εκ των πραγμάτων και άθελα μας δημιουργείται, μεγαλώνει τους κινδύνους για τη συνοχή της. Γιατί, παράλληλα, λόγω έλλειψης σοβαρής και υπεύθυνης μεταναστευτικής πολιτικής, δημιουργεί και τις συνθήκες πολυεγκληματικότητας, πολυπαραβατικότητας, επαυξάνει τους κινδύνους για μια αναρχούμενη επικίνδυνη κοινωνία.

Ανάγκη λοιπόν άμεσων μέτρων με κοινή κοινωνική συμφωνία.

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2009

SEXY GIRL...


Όταν έχεις φτιάξει ολόκληρη τη ζωή σου με μοναδικό προσόν το οτι είσαι sexy girl, έ τότε δικαιούσαι να σηκώνεις περήφανα και την σημαία...


Έτσι θα ξέρουν όλοι/ες τι θα μπορούσαν να έχουν αν ήταν στην θέση σου, νέες, sexy, γλυκειές και πρόθυμες, πράγματα σαν:

- Μόνιμη δουλειά με καλό μισθό κι όλες τις εισφορές σου πληρωμένες, καθαρή και ξεκούραστη σε κλιματιζόμενο χώρο στο κέντρο της πόλης...

- Να πληρώνεσαι κάθε μήνα άσχετα αν δουλέψεις αποτελεσματικά ή όχι, ωράριο 9.30πμ - 2.00μμ, χωρίς επίπονες σπουδές για άχρηστα τελικά πτυχία, χωρίς ιδιαίτερες δεξιότητες ή απαιτήσεις που φθείρουν, όπως να δουλεύεις με υγρασία, ζέστη, θορύβους, εύλεκτα υλικά, να ξαπλώνεις κάτω από χαλασμένα αυτοκίνητα και να στάζουν πάνω σου λάδια και μουτζούρες, να σηκώνεις φορτία και να ποδαριάζεις σε σκαλωσιές χειμώνα καλοκαίρι, να σε κτυπά έξαφνα ηλεκτρικό ρεύμα εκεί που δουλεύεις, να χειρίζεσαι πολύπλοκες μηχανές, να κάνεις μελέτες και υπολογισμούς ακριβείας, να κυνηγάς ραντεβού για πωλήσεις, να διαπραγματεύεσαι με δύστροπους πελάτες...

- Καλόβολο αφεντικό που σου κάνει όλα τα χατήρια, ακόμη και να σκουπίσει το μαγαζί αντί για σένα, αρκεί να έχει το ελεύθερο να σαλιαρίσει λιγάκι μαζί σου, χαριτωμένο sexy girl...Και να πληρώνει εσένα κατά προτεραιότητα, ίσως επαυξημένο τον μισθό σου και με bonus καλής προσωπικής εξυπηρέτησης, έτσι έφτασες να έχεις καλύτερο αυτοκίνητο από δαύτον σήμερα...

- Επειδή είσαι πάντα ξεκούραστη κι ανέμελη, η μόνο σου έγνοια είναι "που θα πάμε σήμερα το βράδυ;" για διασκέδαση φυσικά, αφού φροντίσεις το βαμένο μαλλί και τα νύχια εξονυχιστικά, ή να ξυρίσεις επιμελώς το νινί - χρυσωρυχείο που διαθέτεις, τι άλλο να σε απασχολεί τον ελεύθερο χρόνο σου;

- Να μπορείς να παίρνεις ολοκαίνουριο αυτοκίνητο κουκλίστικο, φτιαγμένο λες στα μέτρα σου και μόνο, να το χρησιμοποιείς για τις βόλτες σου, αφού δεν έμαθες ποτέ άλλη χρήση του σαν εργαλείο μεταφοράς...Να το παίρνεις τοις μετρητοίς σε μια εποχή που πωλούνται μετά μανίας κι όσο - όσο οι λίγο μεταχειρισμένες X5, Cayenne, M-Class ή SL500, Q8, κλπ των golden boys, που βρίσκονται στα κάτω τους αυτή την περίοδο και τα διώχνουν από παντού, ενώ εσύ πετάς και είσαι περιζήτητη στις παρέες σου....

- Τελικά είχες δίκιο. Καλύτερα sexy girl παρά golden boy σήμερα, σ' αυτήν την κοινωνία που ζούμε...

Με μια ένσταση για τη σημαία που ανάρτησες εσύ και μόνο, δεν είδα άλλη παρόμοια σε κανένα αυτοκινητάκι κουκλίστικο, ενώ υπάρχουν σίγουρα κι άλλα sexy girls σαν εσένα, νεώτερα κι ωραιότερα...

θάθελα νάσουν λίγο τολμηρότερη και η σημαία νάγραφε: "sexy κώλος" αφού στην πραγματικότητα αυτός είναι που εξασφάλισε την καριέρα και την ζωή σου, τα υπόλοιπα προσόντα σου δεν είναι τόσο sexy και επιδεικτικά, μα για το σχήμα και το κούνημα αυτουνού, ως κι εγώ φαντασιώνομαι....

ΜΟΝΑΧΑ ΔΙΚΗ ΜΟΥ...

1.
Καυτά σημάδια στο κορμί
σούχουν χαράξει τα φιλιά μου,
γίνεσαι σκλάβα ερωτική
όταν χαθείς στην αγκαλιά μου...

2.
Παρόλα αυτά δεν σου αρκεί
να δίνεσαι μόνο σε μένα
κι εφήμερη να γίνεις θες
κούκλα - παιχνίδι του καθένα...

******************************************
Μου λέεις: "δεν σε αφορά
ποιοί άντρες είναι στη ζωή μου"
μα στο 'χω πει πολλές φορές:
εσύ είσαι μοναχά δική μου!
******************************************

3.
Της μιας νύχτας εραστές
τη μοναξιά τους να ξεδώσουν,
γιαυτό σε θέλουν όλοι αυτοί
πες μου τι έχουν να σου δώσουν...

4.
Πλάκα μαζί μου δεν μπορεί
να σπάει μικρή μου καθένας
σε όλους κάνε το γνωστό:
Εγώ είμαι ο πρώτος σου κι ο ΕΝΑΣ!

[Ξανά: Μου λέεις δεν σε αφορά....]

Από την συλλογή στίχων "ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ"

Τρίτη 10 Μαρτίου 2009

Ο ΤΕΜΠΕΛΗΣ ΑΝΗΨΙΟΣ...


Ο Μανόλης ήτανε πολύ τεμπέλης, και το παξιμάδι του ήθελε βρεγμένο ο αθεόφοβος.
Μια μέρα τόνε στρίμωξε ο μπάρμπας του, τση μάνας του ο αδερφός, για να τόνε συμορφώσει και να τονε κάνει άνθρωπο.


- Να πα να βρεις μια δουλειά Μανόλη, να βγάνεις τουλάχιστον τα τσιγάρα σου, και τα στραβά σου έξοδα..

- Κι ύστερα; Ερώτηξε ο Μανόλης.

- Άμα δουλέψεις λίγο, θα δεις ότι θα γίνεις φίλος με τη δουλειά, κι αμοναχός σου θα ψάξεις μετά να βρεις μια πιο καλή. Που όχι μόνο τα τσιγάρα σου και τα στραβά έξοδα θα σου δίνει, μα που και πέντε δεκάρες θα σε βοηθήσει να βάλεις στην μπάντα.

- Κι ύστερα; εσυνέχισε ο Μανόλης...

- Κι ύστερα μωρέ ανίψο, θα μπορέσεις ν' ανοίξεις μια δική σου δουλειά, κάτι σαν βιοτεχνία να πούμε, με δυο τρεις υπαλλήλους στην αρχή και θα βγάζεις παράδες αληθινούς...

- Κι ύστερα; Τόνε διέκοψε απότομα ο Μανόλης.

- Εργοστάσιο θ' ανοίξεις μετά, αν όλα πάνε δεξιά , μ' ένα σωρό υπαλλήλους κι εργάτες, Μανόλη και θα επεκτείνεις τις δραστηριότητες σου σε διάφορες άλλες δουλειές, και θα κονομήσεις του κόσμου τα λεφτά...

- Κι ύστερα; Εσυνέχισε το χαβά του ο ανιψιός...

- Ε, ύστερα Μανόλη θα κάθεσαι...

- Ντα, εδά ίντα κάνω; Αποκρίθηκε ο Μανόλης που δεν μπορούσε να χωνέψει γιατί έπρεπε να ακολουθήσει αυτό το επίπονο δρομολόγιο για να φτάσει μετά από χρόνια στο σημείο που πάντα ήτανε....

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2009

ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΛΑΧΤΑΡΑ...


Τι θέλει κατα βάθος η οποιαδήποτε γυναίκα;

Μια απάντηση με κάποιους στιχους του Σουρή, παλιούς αλλά πάντα επίκαιρους...


Το σοβαρό των ψυχολόγων πλήθος,
φωνάζει με παρλάτα δυνατή,
πως πάντα η γυναίκα είναι γρίφος,
κι ούτε κανένας ξέρει τι ζητεί.
Εγώ με δυο λόγια μου ξερά,
το αίνιγμα θα λύσω το μεγάλο:
Θαρρώ πως η γυναικα λαχταρά,
εμπορικά, τουτού, χορό και...κάτι άλλο!

Συνήθως δε, με λάθος άνθρωπο, σε λάθος τόπο και χρόνο. Κι όταν το καταλάβει έχει γίνει πια σαβούρα κι άχρηστη, μην έχοντας τίποτα πια να δώσει σ' αυτόν που πάντα ήθελε, μα δεν συναντήθηκαν εγκαίρως...

Ή σε άλλες περιπτώσεις, είχε τα μάτια κλειστά η (τότε) sexy girl, νομίζοντας πλανεμένα στην αφέλεια της, πως τα είχε όλα...

Σάββατο 7 Μαρτίου 2009

ΑΨΟΓΗ...

Κοιτώ, κοιτώ ξανακοιτώ, θωρρώ ξαναθωρρώ σε,
μα είσαι αψεγάδιαστη να σε χαρώ, χαρώ σε!

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟ ΧΘΕΣ, ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ, ΣΤΟ ΑΥΡΙΟ...


Αφιέρωμα στην γυναίκα, την πορεία της στην ιστορία, τις προοπτικές της σήμερα κι αύριο.

Όλα σ' ένα μικρό βίντεο, που σας συνιστώ να παρακολουθήσετε μέχρι το τέλος...


Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ: ΠΕΡΙ ΑΓΟΡΩΝ...

  • Ένας άντρας πληρώνει 2 για ένα αντικείμενο που χρειάζεται και κοστίζει 1...
  • Μια γυναίκα πληρώνει 1 για ένα αντικείμενο που δε χρειάζεται και κοστίζει 2...

ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ: ΠΕΡΙ ΔΙΑΛΟΓΩΝ...

Μια γυναίκα έχει την τελευταία λέξη στον καυγά του ζευγαριού...


Ό,τι πει ένας άντρας μετά την τελευταία λέξη, είναι η απαρχή ενός νέου καυγά...

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

ΚΟΝΤΟΦΘΑΛΜΟΙ ΚΙ ΕΠΙΠΟΛΑΙΟΙ...


Νομίζουμε ότι είμαστε ανεξάρτητοι σε ένα κόσμο αντικειμένων. Στην ουσία είμαστε αλληλεξαρτώμενοι σε ένα κόσμο υποκειμένων...

Οτιδήποτε μας περιστοιχίζει παίζει ρόλο στη ζωή μας κι εμείς στη δική του. Έμψυχο ή άψυχο, δεν έχει σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι η σχέση αλληλεξάρτησης και συμβίωσης που εκατομμύρια χρόνια υπάρχει επάνω σ' αυτόν τον πλανήτη...

Κι όμως μερικοί άνθρωποι επιλέγουν να την αγνοούν.
Πόσο κοντόφθαλμοι και επιπόλαιοι είναι...
Υπάρχουν άνθρωποι που συμπεριφέρονται εγωιστικά και επιπόλαια στη φύση, νομίζοντας έτσι ότι οι ίδιοι δεν πρόκειται να επηρεαστούν από τη συμπεριφορά τους αυτή...

Συμβαίνει με τα μπαζωμένα ρέματα και τις πλημμύρες. Κάποιοι άλλοι, καταστρέφουν τη φύση, για να χτίσουν τα εξοχικά τους. Δείτε όμως, ποια σπίτια καίγονται πρώτα, όταν η φωτιά καταστρέφει το δάσος. Μολύνουν την ατμόσφαιρα επειδή αδιαφορούνε για τους ρύπους του αυτοκινήτου τους και ξεχνούνε ότι τον ίδιο αέρα αναπνέουν τα παιδιά τους...

Όσοι επιλέγουν να ζουν καλά πρέπει να βοηθήσουν άλλους να ζουν καλά, γιατί η αξία μιας ζωής μετριέται από τις άλλες ζωές που αγγίζει.

Κι εκείνοι που επιλέγουν να είναι ευτυχείς θα πρέπει να βοηθούν άλλους να βρουν ευτυχία, γιατί η ευτυχία κι η ευημερία καθενός είναι συνδεδεμένη με την ευτυχία και την ευημερία όλων. Όλοι όσοι θέλουν να ζουν ειρηνικά θα πρέπει κι οφείλουν να βοηθούν τους πλησίον τους να έχουν ειρήνη...

Δεν είμαστε αυτόνομοι. Ο καθένας με τον τρόπο του, υπηρετεί, αναβαθμίζει ή καταστρέφει την αρμονία που τον περιστοιχίζει.

Φαίνεται παραστατικά με την ιστορία ενός χωρικού που καλλιεργούσε καλό καλαμπόκι το οποίο πάντα διακρινότανε. Κάθε χρόνο έφερνε το καλαμπόκι του στην έκθεση της πολιτείας που έμενε και κέρδιζε το πρώτο βραβείο.

Μια χρονιά ένας δημοσιογράφος του πήρε συνέντευξη κι έμαθε κάτι πολύ ενδιαφέρον για τον τρόπο που το καλλιεργούσε...

Ο δημοσιογράφος ανακάλυψε ότι ο αγρότης μοιραζόταν τον σπόρο του καλαμποκιού του με τους γείτονές του.

- Πώς μπορείτε να μοιράζεστε τον καλύτερο σπόρο σας με τους γείτονές σας, όταν κι αυτοί φέρνουν καλαμπόκι στην έκθεση, σε ανταγωνισμό μαζί σας, κάθε χρόνο; ρώτησε ο δημοσιογράφος...

- Μα δεν το ξέρετε, κύριε; είπε ο αγρότης...Ο άνεμος ξεσηκώνει την γύρη από το καλαμπόκι, όταν ωριμάζει και την μεταφέρει από χωράφι σε χωράφι. Αν οι γείτονές μου καλλιεργούν κατώτερης ποιότητας καλαμπόκι, η επικονίαση αυτής της γύρης σταθερά θα υποβαθμίζει την ποιότητα του δικού μου καρπού. Αν θέλω να παράγω καλό καλαμπόκι θα πρέπει να βοηθήσω τους γείτονές μου να καλλιεργούν καλό καλαμπόκι!

Ο αγρότης της ιστορίας μας γνωρίζει καλά την αλληλουχία της ζωής. Το καλαμπόκι του δεν μπορεί να βελτιώνεται αν δεν βελτιώνεται και το καλαμπόκι του γείτονα. Το ίδιο ισχύει και σε όλα τα άλλα επίπεδα της ζωής...

Αυτό είναι το μάθημα για τον καθένα μας!