Δευτέρα 20 Ιουνίου 2016

ΛΕΦΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΟΥΤΙ...

Βαρυποινίτης ήτανε ο Ζαχάρης, κλεισμένος στο φρούριο - φυλακή του Ιντζεδίν ως "ιδιαιτέρως επικίνδυνος" χωρίς δικαιώματα ή δυνατότητα εργασίας και παρόλα αυτά μπόρεσε να βγάλει κάποια χρήματα...

Ένα μικρό κουτί από τσίγκο είχε, που περιείχε διάφορα κουμπιά πολλών μεγεθών και χρωμάτων που μάζευε από τους χώρους της φυλακής σταδιακά, όπου τα εύρισκε. Βάλε μερικά ακόμη μπινελίκια ραπτικής και χάντρες από σπασμένα κομπολόγια, πράγμα απαραίτητο στους κατάδικους και τότε και τώρα...

Με 2 τρόπους έβγαζε λεφτά από κείνο το φαινομενικά ασήμαντο κουτί:

Το νοίκιαζε σε όσους βαριότανε πολύ και δεν εύρισκαν τι άλλο να κάνουν, πλήρωναν δε μερικά από τα φράγκα που διέθεταν για να μετρήσουν, να ταξινομήσουν, να παίξουν με τα κουμπιά και τα λοιπά περιεχόμενα του κουτιού. Κυλούσε ο χρόνος τους στο προαύλιο της φυλακής κι όταν έφτανε η ώρα να τους ταίσουν και τους μαντρώσουν στα κελιά τους, το επέστρεφαν πάλι του Ζαχάρη μαζί με το πενηνταράκι ή την ολόκληρη δραχμή του "ενοικίου" του κουτιού του...

Με κλασσικό εμπόριο, πουλώντας κάποια κουμπιά σε όσους χρειάζονταν τέτοια, όταν ξήλωναν από τα ποκάμισα, τα πατελόνια, τα πανωφόρια και τα σώβρακα τους και επίσης πανιά για μπαλώματα διαφόρων χρωμάτων και σχημάτων για πρόχειρες επιδιορθώσεις ρούχων, πράγμα που συχνά συνέβαινε στις δύσκολες συνθήκες κράτησης σε υγρά πέτρινα κελιά, πάνω από τη θάλασσα...

Είχε ράψει ένα πάνινο σακουλάκι που έβαζε τα κέρδη του, που όταν βάραινε από τα ψιλά, όλο και κάποιος φύλακας ή ο διοικητής της φυλακής του τα έκανε χάρτινα και το κρατούσε πάντα κρεμασμένο στον λαιμό ή στην ζώνη του, μέχρι να εκτίσει την ποινή του.

Ανανέωνε δε συχνά τα πράγματα του με πολλούς τρόπους, βγάζοντας κουμπιά από άλλα σκισμένα ρούχα, παίρνοντας τα ρούχα των θανατοποινιτών που εκτελούνταν, με ανταλλαγές με άλλους που έψαχναν αυτά που τους ταίριαζαν, από παλιόρουχα που του χάριζαν κάποιοι που αποφυλακίζονταν, όταν οι χάντρες γίνονταν αρκετές τις έφτιαχνε κομπολόι με σπάγγο και το πουλούσε ξεχωριστά, κι ότι άλλο σκεφτόταν στη στιγμή (άλλο παράδειγμα οι κλασικές στις φυλακές ανταλλαγές με τσιγάρα, που τα έκοβε στην μέση, κάπνιζε το μισό όταν του ερχόταν επιθυμία να καπνίσει και πουλούσε το υπόλοιπο)...

Το κουτί έτσι ανανεωμένο ήταν πάντα ενδιαφέρον για εξερεύνηση και μέτρημα από πολλούς κατάδικους, που το ζητούσαν τακτικά να περάσουν την ώρα τους. Κράτησε πολλά χρόνια αυτό το νταλαβέρι και ο Ζαχάρης κατόρθωσε να μαζέψει ένα καλό ποσόν σε δραχμές μέχρι να αποφυλακιστεί, ικανό να ράψει ένα κουστούμι, να πάρει καινούρια παπούτσια, να νοικιάσει ένα δωμάτιο να μένει και να περνά τον πρώτο καιρό ελεύθερος, μέχρι να βρει δουλειά...

Δεν πλούτισε ποτέ γιατί πέρασε τα καλύτερα του χρόνια (20 - 40 ετών) στην φυλακή, μα έκανε λεφτά τίμια τα επόμενα χρόνια για να πάρει σπίτι και χωράφια, έκανε οικογένεια με 3 παιδιά κι έζησε όπως μπόρεσε μέχρι τα βαθειά του γεράματα, ενταγμένος στην κοινωνία σα νοικοκύρης άνθρωπος...

Κι έχεις σήμερα τον ανειδίκευτο εργάτη να παραπονιέται για τα 600 - 700 - 800 ευρώ που του δίνει χαριστικά ο νόμος, ή τους δικηγόρους, φαρμακοποιούς, μηχανικούς κλπ "επιστήμονες" να σκούζουν ζητώντας κρατική προστασία κι εγγυημένες ελάχιστες αμοιβές, αφού μετά χρόνια σπουδών κι αμβισβητήσιμης επιστημοσύνης, κανένα σχολείο δεν μπόρεσε να τους μάθει να κερδίζουν λεφτά, όχι εκβιάζοντας τους δυνητικούς πελάτες τους όπως τώρα, μα με αξία και ικανότητες που ποτέ έτσι δεν θα μάθουν αν (κατ)έχουν...

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2016

ΔΥΣΒΑΣΤΑΧΤΟΙ ΦΟΡΟΙ: ΑΝΕΚΔΟΤΟ Η΄ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ;

Μια μέρα λέει ο Βεζύρης στο Χότζα που ήταν ο υπουργός του των οικονομικών:

- Πήγαινε έξω και δες τι κάνει ο λαός μου, να μου πεις!

Πάει ο Χότζας μια βόλτα στην αγορά, βλέπει την κατάσταση, μετά γυρνάει πίσω και του λέει:

- Βεζύρη μου, τους βλέπω να γυρνάνε τριγύρω,να ψωνίζουν, βγαίνουν και καμμιά βόλτα, αλλά δεν μοιάζουν και πολυ ευχαριστημένοι!

- Βάλτους κι άλλους φόρους, Χότζα και μετά βγες πάλι έξω και πες μου τι γίνεται.

Βγαίνει ξανά ο Χότζας στα ίδια μέρη, μετά γυρνάει και του λέει:

- Βεζύρη μου, έχει αρχίσει μια αναστάτωση, δεν βγαίνουν πια τόσο έξω, δεν αγοράζουν όπως πριν και μοιάζουν αγριεμένοι!

- Βάλτους κι άλλους φόρους και ξαναπές μου!

Πράγματι, επαναλαμβάνει τα ίδια και όταν γυρνάει του λέει:

- Βεζύρη, η αγορά χάλια, κανείς δε πουλάει κανείς δεν αγοράζει, διασκέδαση μηδέν, ο κόσμος έχει βγάλει κάτι μαχαίρια και τ΄ακονίζει με το μάτι αγριεμένο, αρχίζω και φοβάμαι!

- Βάλτους κι άλλους φόρους και ξαναέλα.

Γυρίζει ο Χότζας μετά από λίγες μέρες αναστατωμένος...

- Βεζύρη μου δε καταλαβαίνω τίποτα. Το σκηνικό έχει αλλάξει τρομερά. Είναι όλοι έξω στις ταβέρνες, τρώνε πίνουν, γλεντάνε, της κακομοίρας γίνεται!

- Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα, λέει ο βεζύρης κουνώντας το κεφάλι προβληματισμένος, τώρα είναι τα ζόρια, Χότζα και να δούμε τι θα κάνουμε...

- Μα γιατί Βεζύρη μου, αφού όλοι μοιάζουν να γλεντάνε...

- Δε γλεντάνε Χότζα. Κατάλαβαν ότι θα τους τα φάμε όλα και τα τρώνε μόνοι τους πριν προλάβουμε...