ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΟΥ ΒΗΜΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ. ΟΤΙ ΜΕ ΑΦΟΡΑ / ΣΥΓΚΙΝΕΙ /ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΖΕΙ / ΑΡΕΣΕΙ / ΠΕΙΡΑΖΕΙ. ΧΩΡΙΣ ΦΟΒΟ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κομμώτριες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κομμώτριες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Δευτέρα 12 Μαΐου 2008
ΤΗΣ ΚΟΜΜΩΤΡΙΑΣ Ο ΝΟΥΣ...
Κομμώτρια ήθελε να γίνει η Λίτσα από όταν μπήκε στην εφηβεία. Δεν τα έπαιρνε τα γράμματα όπως λένε και η καλύτερη λύση που βρήκανε σε οικογενειακή σύσκεψη που κάνανε ήταν να ξετελέψει έτσι.
Τέλειωσε με χίλια ζόρια το επαγγελματικό λύκειο με παρόμοια ειδικότητα και συνέχισε σε μια ιδιωτική σχολή κομμωτικής εξάμηνης φοίτησης τις σπουδές της στον χώρο. Χαρούμενη η μάνα της και οι θείες της που θα γινότανε κομμώτρια που είναι πάντα της μόδας για κορίτσια κι ακόμη λόγω της ολιγόμηνης διάρκειας φοίτησης "θα έβγαζε από νωρίς λεφτά το κοριτσάκι μας" όπως λέγανε μεταξύ τους την ώρα της σύναξης για καφέ...
Έτσι κι έγινε, η Λίτσα έγινε πτυχιούχος κομμώτρια σε λιγότερο χρόνο από ότι οι συμμαθήτριες της χρειάζονταν σε φροντιστήρια για να συμμετέχουν σε Πανελλαδικές εξετάσεις για να μπουν σε κάποιο πανεπιστήμιο κι αμφίβολο αν έβρισκαν δουλειά στο μέλλον στο αντικείμενο που σπούδαζαν...
Η τύχη της συνεχιζόταν και κατάφερε σχεδόν αμέσως να βρει δουλειά σε κεντρικό κομμωτήριο με συνεχή ωράριο και πελατεία. Όλα καλά για τη Λίτσα που βρήκε με την πρώτη δουλειά, μισθό και παρέα στο πολυπληθή προσωπικό του μεγάλου και μοντέρνου κομμωτηρίου.
Από την μια αυτό κι από την άλλη τα σεσουάρ που χρησιμοποιούσε ολημερίς, πήρε αέρα ο λιγοστός νους που πάντοτε είχε κι άρχισε να ανεβάζει τουπέ. Δεν ήταν όμορφη, ασχημόφατσα είχε, μα με τα ξανθά μαλλιά, τα πράσινα μάτια και το απαλό άσπρο δερματάκι της ποιός δίνει σημασία σε τέτοια όταν είναι μια κοπέλα 20 χρονών...
Παρέα είχε ολημερίς και συνέχιζαν να είναι μαζί και τα βράδια μετά τη δουλειά. Μισθό έπαιρνε καλό, που μαζί με τα φιλοδωρήματα από τα καρακατσουλιά - πελάτισσες που φρόντιζε έφτανε σε επίπεδο πάνω από τις αρχικές προσδοκίες της.
Πήρε κι αυτοκίνητο σύντομα, Πεζώ 206 άσπρο και κουκλίστικο ιδανικό για γυναίκα, που το γέμισε μπρος - πίσω με πλήθος από χρωματιστά κουκλάκια που αντανακλούσαν όπου το πήγαινε το επίπεδο και το πνεύμα της ιδιοκτήτριας του.
Ζούσε τη ζωή που ήθελε, με συχνές βραδυνές εξόδους για καφέ, ποτά και διασκέδαση. Τώρα της έλλειπε μόνο το ταίρι της ζωή της, μα υπήρχαν άντρες κάμποσοι στον δρόμο της.
Από την αρχή σνόμπαρε τον Μάκη που ήταν ασφαλιστής και τον έβλεπε συχνά στον δρόμο να πηγαίνει σε κάποιο ραντεβού μπας και κλείσει συμφωνία με υποψήφιο πελάτη να πάρει την προμήθεια που ήταν η μοναδική αμοιβή του. Μορφωμένος ο Μάκης και καλοντυμένος με κοστούμια από εκπτώσεις λόγω δουλειάς, μα δεν έλεγε τίποτα αυτό στην Λίτσα που τον έβλεπε στο δρόμο όλη μέρα να τρέχει.
Δεν είχε μαγαζί δικό του, να κάθεται μέσα σα νοικοκύρης να κονομά. Τέτοιο είχε ο Σάκης που κληρονόμησε το μαγαζί του πατέρα του, μα νοικοκύρης δεν ήταν.
Έτοιμη δουλειά είχε από τον πατέρα του, θα του άφηνε το μεγάλο μαγαζί με τις ηλεκτρικές συσκευές που πολλά χρόνια τώρα τους έβγαζε καλό εισόδημα και τους είχε φέρει στον αφρό της τοπικής κοινωνίας. Με τέτοια δουλειά στρωμένη ο Σάκης δεν είχε κι αυτός νου για σπουδές, ούτε το δοκίμασε καν, μα ξόδευε τα λεφτά του πατέρα του σε ποτά, γλέντια ολονύχτια με πληρωμένες πουτάνες κι ακόμη σε ναρκωτικά που ήταν το μυστικό του καλοπερασάκια νέου από τον γέρο του, όντως νοικοκύρη και σοβαρό άνθρωπο.
Φτάνοντας ο γέρος 65 χρονών πήρε τη σύνταξη που περίμενε κι αποσύρθηκε από τη δουλειά αφήνοντας το μαγαζί στον γιο του που τα ανάλαβε λίγο πριν τα 30 του κι ανέμελος ακόμη. Τότε ήταν που η Λίτσα έκανε τα πάντα να τον γνωρίσει από τις φίλες της στο κομμωτήριο που ερχόταν ο Σάκης να του φτιάξουν τα μαλλιά και να μοστράρει το καινούριο του αμάξι...
Γνωρίστηκαν και περνούσαν καλά, νέοι κι οι δυο και με λεφτά αρκετά τι ανάγκες είχαν; μόνο χάχανο και χαβαλέ. Μα η μοίρα άλλα τους είχε γραμμένα...
Το μαγαζί του Σάκη ήταν ακμαίο τα χρόνια του πατέρα του όταν μοιράζονταν την τοπική αγορά ηλεκτρικών με λίγα ακόμη του είδους. Αυτό δεν γινόταν και σήμερα που οι μεγάλες αλυσίδες ηλεκτρικών έφτασαν και στην πόλη τους όπως είχαν κάθε δικαίωμα να κάνουν σε μια ελεύθερη αγορά. Διοικούμενες από κορυφαίους managers του χώρου κι έχοντας καταστρώσει marketing plans που είχαν στόχο την κατάκτηση μεγάλου μεριδίου της αγοράς, δεν δυσκολεύτηκαν να βγάλουν από την μέση το άλλοτε κραταιό μαγαζί του Σάκη που το λαλούσε με τις ανεπαρκείς γνώσεις που διέθετε, επαναπαυόμενος στο καλό όνομα του πατέρα του που όμως δεν ενδιέφερε κανέναν πια, μπροστά στις ελκυστικές προσφορές των αλλονών με τα επώνυμα προϊόντα και τις συμφέρουσες τιμές.
Αλίμονο αν μια ολόκληρη κοινωνία συνέχιζε να στηρίζει το μαγαζί με τις δευτεροκλασάτες μάρκες μόνο και μόνο για να συνεχίζει ο διάδοχος τον χαβαλέ και τα ναρκωτικά με τη χαζοκομμώτρια που είχαν στο μεταξύ παντρευτεί και ζούσαν μια ζωή γλέντι και καλοπέραση με μαστούρα.
Οι δανείστριες τράπεζες δεν λογαριάζουν την ατομική ευτυχία του καθενός, έτσι το μαγαζί πέρασε στα χέρια τους κι έκλεισε αφού δεν είχαν διάθεση ν' ανταγωνίζονται οργανωμένες πολυεθνικές με υψηλούς στόχους που επεκτείνονταν διαρκώς.
Ο Σάκης περνούσε τις μέρες του στο κομμωτήριο με την καλή του και τις άλλες που δούλευαν εκεί, με μοναδικό του μέλημα να ικανοποιεί το πάθος του για ναρκωτικά μιας κι έχασε την δουλειά που μπορούσε να κάνει και κανείς δεν επρόκειτο να τον πάρει στη δούλεψη του αφού δεν ήξερε τίποτα άλλο..
Δεν άρεσε στις άλλες εργαζόμενες το παράσιτο που απόκτησαν, άρχισαν οι γκρίνιες με τη Λίτσα, που κι αυτή δεν καλοβλέπει τη ζωή που θα είχε με τον άχρηστο πια άντρα της που του τελείωναν τα λεφτά. Όπου δεν υπάρχουν λεφτά υπάρχουν προβλήματα και για τον Σάκη ήταν πολλά. Οι απαιτήσεις της Λίτσας που είχε όρεξη για ζωή πολλές, να τις ικανοποιεί πια δεν μπορούσε κι αντί για γλύκες κι έρωτες εισέπραττε καθημερινά γκρίνια και περιφρόνηση. Ήθελε άντρα πλούσιο να του τρώει τα λεφτά και τώρα είχε έναν απένταρο να τον συντηρεί με τα δικά της..
Με τις πολλές φωνές που άκουγε ολημερίς, άρχισε να περιφέρεται στους δρόμους ψάχνοντας λεφτά. Το μόνο που θα μπορούσε να κάνει κι έκανε, ήταν ν' αρπάζει τσάντες από γριές συνήθως που ήταν πιο εύκολες. Δεν κινδύνευε μετά να τον πιάσουν αφού δεν έτρεχαν όπως αυτός...
Έτσι σκεφτόταν κι όταν ένα πρωινό ακολουθούσε μια γριά που βγήκε από απόμερο υποκατάστημα τράπεζας με την σύνταξη του ΟΓΑ 350 ευρώ που μόλις είχε εισπράξει, στην τσάντα της. 'Οταν έκρινε πως ήταν ευκαιρία προσπάθησε να την αρπάξει και να φύγει, η γριά αντιστεκόταν για λίγο, τελικά της ξέφυγε ρίχνοντας την κάτω και κλωτσώντας την της έσπασε το χέρι που την κρατούσε.
Στο γύψο η γριά, μα δεν θα το άφηνε έτσι, δεν ήταν από τα φοβισμένα ανθρωπάκια που δείχνουν στις ειδήσεις να κλαψουρίζουν ζητώντας "περισσότερη αστυνομία". Ήταν από την Αση Γωνιά που βγάζει άντρες αληθινούς, αναναντρανιστούς και μουστακαλήδες, όπως ήτανε οι δυο γιοί της που κατέφθασαν να φροντίσουν την χτυπημένη μάνα τους.
Δεν πήγανε καν στο μπατσάδικο να καταγγείλουν τον ρέμαλο, γνώριζαν καλά τις επιδόσεις και τις ικανότητες των μπάτσων. Ζώντας στα ορεινά είχαν γραμμένες εκεί που έπρεπε και τις μπούρδες που λένε οι παλαβογιατροί και οι δικηγόροι περί "άρρωστων που χρήζουν προστασίας και βοήθειας" για τους εξαρτημένους ρεμπεσκέδες, για να έχουν εσαεί πελατεία.
Αυτοί ξέρανε την πραγματική ιστορία του Σάκη με τα πολλά προηγούμενα χρόνια της ανεύθυνης καλοπέρασης που τώρα έφτασαν στο τέρμα κι αυτός στην εξαθλίωση, το μόνο που απόμεινε από το χρόνιο πάθος του για μαστούρα.
Δεν είχαν αυταπάτες, ξέρανε πως μπορούσαν να κάνουν τα πάντα τέτοια άτομα που είχαν μια ιδιότυπη ασυλία από τις αρχές, κάποιοι τέτοιοι είχανε σκοτώσει και ληστέψει πριν 2 χρόνια έναν γέρο παπά που τους τάιζε, αυτός εδώ σακάτεψε την μάνα τους και θα συνέχιζε με αρκετούς άλλους ευάλωτους αν δεν τον απόσυρναν από την κυκλοφορία αθόρυβα..
Με μια βόλτα στα περιορισμένα στέκια του τον συναντήσανε και τον πήραν από πίσω. Στο σημείο που τους βόλευε του την πέφτουνε και του δείχνουνε πόσα απίδια βάνει ο ντορβάς. Τον κάνανε 800 οκάδες και με μια κοπανιά με τη λαβή του πιστολιού στην κεφαλή τον αφήνουνε στο τόπο μια κι όξω.
Δεν θα ξανάβλαπτε ποτέ πια κανέναν ανυπεράσπιστο ηλικιωμένο ο ξεπεσμένος καλοπερασάκιας...Ούτε νοιάστηκε κανείς για το τέλος του, όταν καθαρίζει λίγο η κοινωνία από έναν άχρηστο, οι κλάψες από τους δήθεν "ευαίσθητους" περιττεύουν.
Δεν έκλαψε ούτε καν η Λίτσα. Περίμενε να ξαναπαντρευτεί έλεγε. Μα δεν ήταν πια 20 χρονών και με τσιτωμένο σαν το φρέσκο κεράσι δέρμα να την κοιτά και να τη θέλει ο Μάκης που σνόμπαρε πριν. Είχε την δική του ζωή να φροντίσει κι άξιζε μια γυναίκα για εκείνον, όχι τα κατάλοιπα που άφησε ο πρώην εκλεκτός.
Τα λίγα χρόνια της δικής της καλοπέρασης με τον άλλο της άφησαν κουσούρια με εθισμό στα ποτά και τσιγάρα, ενίοτε και με χασίς. Ζάρωνε το προσωπάκι, γέμιζε από νωρίς ρυτίδες, έσβηναν τα πράσινα μάτια που δεν κοίταζαν άλλο από τον Σάκη, κατέβηκε και η κυτταρίτιδα ως τα γόνατα στα χαλαρωμένα πόδια από αμέτρητες ώρες ορθοστασίας.
Σε συνδυασμό με την ασχημόφατσα που πάντα είχε, έκαναν ένα πλάσμα να σιχαίνεται κανείς να το κοιτά και στον καθρέφτη ακόμη, όχι να το βάλει πια στο κρεββάτι του ή να το έχει δίπλα του σε εξόδους...
Και το χαριστικό χτύπημα ήρθε από την ίδια εκείνη σχολή που αποφοίτησε κομμώτρια η Λίτσα: Μια από τις νεώτερες απόφοιτες της πήρε τη θέση σαν πιο φρέσκια κι ωραία, να ζήσει κι αυτή το δικό της όνειρο...
Τώρα πηγαίνει σε ραντεβού κατ' οίκον με μερικά εργαλεία σε μια τσάντα, να κουρεύει κάποια πελάτισσα συνήθως γειτόνισσα ή συγγενή της, αυτές απόμειναν να τη στηρίζουν για να συνεχίσει να εξασκεί το επάγγελμα ξοφλημένη κι αυτή πια και μόνη...
Καμιά σχέση με τα πρώτα της όνειρα στα 20 που το μέλλον φάνταζε λαμπρό, πλούσιο και πολλά υποσχόμενο μα ξετέλεψε όπως ποτέ δεν θάβαζε της κομμώτριας ο απλός νους, με το πολύ τουπέ ...Για τα σάλια ενός κάποιου Σάκη...
Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2007
ΠΟΥΣΤΗΣ ΤΟΤΕ, ΣΗΜΕΡΑ GAY...
Μη γίνεις πούστης, να είσαι εξευτελισμένος, άκουγα από τότε που ήμουν μικρό παιδί.
Έβλεπα και την εικόνα κάποιου που «ήταν» πούστης της εποχής, που αφού κάποιοι λεβέντες τον χρησιμοποιούσαν για να ανακουφίζονται όρθιοι και στα γρήγορα, να μην τους πετύχει και κανείς μαζί κι αφού πλήρωναν το κατιτί τους για τις υπηρεσίες του, ξαναγύριζαν στην δουλειά τους στην οικοδομή, που δεν είχε τις σημερινές ευκολίες κι εφευρέσεις. Τότε ήταν πράγματι σκληρή.
Δούλευαν εκεί επειδή ήταν αγράμματοι, άφραγκοι μα «άντρες».
Σε αντίθεση με τον παραπάνω πούστη, που δούλευε στο καφενείο της περιοχής κι έκανε και θελήματα, ψωνίζοντας αρκετές φορές για τις νοικοκυρές. Άπαντες φτωχοί, βράζανε στο ζουμί τους κι επιβιώνανε όπως μπορούσανε.
Οι «άντρες» είχανε και μια ελάχιστη διασκέδαση, να πειράζουν τον «πούστη» όποτε τύχαινε να περάσει μπροστά από την οικοδομή το πρωί και στο μικρό καφενείο που μαζεύονταν τα βράδια, να κοιτάζει ο ένας τον άλλο ή να βλέπουν μπάλα (στις πρώτες ασπρόμαυρες τηλεοράσεις που υπήρχαν), να ξεγελούν τη μιζέρια τους. Περιπαικτικά, τον κερνούσαν ένα συγκεκριμένο γλυκό και χάζευαν τις αντιδράσεις του. Και τα παλαμίδια που του ρίχνανε τακτικά, άλλο πράμα.
Άκουγα συχνά το: μη γίνεσαι πούστης, πέρασαν τα χρόνια, οι τηλεοράσεις έγιναν έγχρωμες, μετά LCD και τώρα Plasma, κι εγώ έγινα άντρας. Με ένα ταμπού να με ακολουθεί, όλο αυτό το διάστημα.
Μην τυχόν και γίνω πούστης, να με λαλούνε όπως τον άλλο στα παιδικά μου χρόνια.
Και ΔΕΝ ΕΓΙΝΑ! Όμως παρακολουθούσα την μετεξέλιξη του τότε πούστη (που δεν ζεί ο ίδιος ακόμη, μα δεν υπάρχει κι έλλειψη από τέτοιους σήμερα) σε...gay.
Αντίθετα πολλαπλασιάζονται με ταχύ ρυθμό. Και παίρνουν την εκδίκηση τους.
Βλέπω να καταλαμβάνουν πόστα, να έχουν καλοπληρωμένες δουλειές και prime θέση στα βόρεια προάστια της πρωτεύουσας, στο Κολωνάκι και στη Μύκονο.
Μα εκεί είναι το επίκεντρο της ζωής στην Ελλάδα.
Μπαίνουν στα σαλόνια των ισχυρών κι επιτυχημένων, σαν σύμβουλοι δημοσίων σχέσεων, σαν μοδίστρες ή κομμώτριες πολυτελείας. Αυτοί καθορίζουν τις τάσεις της μόδας στο ντύσιμο και τις κομμώσεις. Και σε πολλά άλλα που δεν φαίνονται έτσι απλά.
Δημοσιογραφούν (Βαλλιανάτος, Χατζηστεφάνου κ.α), διαβάζω κι εγώ τα κείμενα τους, σε κάποια συμφωνώ. Αποκτούν πολύωρες εκπομπές (Λαζόπουλος) όπου ρίχνουν δηλητήριο ανεξέλεγκτα στους πάντες, ιδίως σε όσες έχουν καλύτερο κώλο από τον δικό τους, είναι νεώτερες κι επιθυμητές.
[Το νομίζουν σάτιρα επειδή ξεκαρδίζονται τα καρακατσουλιά από κάτω, τα ίδια που αύριο πηγαίνουν στα σκουπίδια της Πάνια, να μασκαρεύγουνε τους παζαβούς που μαζεύει]. Το έχει παρακάνει πια αυτή η μαϊμού η ξεκωλιάρα στο ξεφωνητό των άλλων κι είναι κι αηδιαστική στην όψη μ' αυτά τα γένια, δεν σταματά τις εμφανίσεις επιτέλους διάολε; Καμιά σχέση με τους πνευματώδεις «Μήτσους» μιας άλλης εποχής (τόσο μακρινής αλήθεια;) που τον καθιέρωσαν.
Εμφανίζουν μετά μανίας και κάτι «τρελές αδερφές», προβάλλοντας συνέχεια ένα πρότυπο που γελοιοποιεί και τους πιο συνειδητούς gay, δεν το αντιλαμβάνονται;
Κι αυτό το σιχαμένο το Ψιψινάκι, μέσα σε όλα.
Μοντέλα, τραγουδιστές, πολλοί θεατρίνοι και σκηνοθέτες, decorators, κλπ, προαπαιτούμενο να είναι gay.
Άλλες οι συνθήκες δουλειάς σε αυτούς τους χώρους, η καταξίωση και κοινωνική ανέλιξη, κι άλλες οι ευκαιρίες, οι παροχές και οι αμοιβές τους.
Καμιά σχέση με τους φτωχοδιαβόλους στις σκαλωσιές και τις λάσπες στην οικοδομή, τις μουτζούρες, τις αναθυμιάσεις και τα λάδια στα μηχανουργεία, την πολύωρη οδήγηση TIR σε εθικές οδούς, τον κόπο στα χωράφια, κλπ «αντρικές» δουλειές.
Που εξουθενώνουν κι αποκτηνώνουν.
Δεν μιλούνε πια οι σημερινοί «άντρες», σε λίγο μειοψηφία στην κοινωνία.
Τι να πούν άραγε;
Βλέπω τον Ασλάνη σαν παιδικό αρκουδάκι στην εμφάνιση, να τον χαϊδεύουν 3- 4 όμορφες μοντέλες, σχεδόν καθημερινά στην τηλεόραση.
Εγώ για να έχω ένα ραντεβού μια φορά με μια τέτοια πλήρωσα 300 ευρώ.
Και δεν ικανοποιήθηκα κιόλας γιατί δεν ήταν ούτε ευγενική ούτε υπάκουη, πώς να είναι, έτσι που συνήθισε με τους gay! Άλλες οι επιθυμίες των Γαβαλά, Κωστέτσου, Γκοτιέ, κλπ κι άλλες οι δικές μου.
Προσπαθώ να γνωρίσω κάποια χαζοκομμωτριάκια, ή υπαλληλάκια σε μαγαζιά με ρούχα, μέτριες ασχημόφατσες και μου κάνουν και τις δύσκολες, ενώ αν τα έριχνα στον Τρύφωνα Σαμαρά ή τον ίδιο τον μόδιστρο, θα έλεγαν κι ευχαριστώ, μα με εμποδίζει το ταμπού.
Θα ήμουν κι εγώ διαπρεπής μέσα στα media από το 1993, μα είχα το ταμπού.
Δεν με καλούν στα πάρτι ή στα κότερα, δεν τρώγω τα άφθονα λεφτά τους, επειδή έχω αυτό το ταμπού.
Του παλιού πούστη, του εξευτελισμένου, που κάποια αντίγραφα του δυστυχισμένα, τα βλέπω τα βράδια να τριγυρνούν στους δημόσιους καμπινέδες , παρακαλώντας κάποιον από τους πεινάλες κι αποκτηνωμένους αλλοδαπούς αληταράδες να τους δώσουν λίγη ικανοποίηση έναντι λίγων ευρώ. Όπου φτωχός και η μοίρα του, αν πετύχαιναν στην ζωή θα ήταν κι αυτοί gay αντί «βρωμόπουστες».
Την ίδια ώρα κάπου αλλού οι επώνυμοι gay απολαμβάνουν την ζωή και τους εραστές τους, σε μεταξωτά σεντόνια.
Όταν ξημερώσει θα ασκήσουν πάλι την εξουσία τους σε όποιον τομέα κυριαρχούν.
Οι δικές μου διαστροφές δεν περιλαμβάνουν τους κώλους τους, δεν είμαστε παρέα και οι gay σήμερα μ' έχουν πετάξει σχεδόν από όλα τα καλά της ζωής.
Μου κλείνουν πόρτες, μου στερούνε το χρήμα και την ευχέρεια να κάνω αυτά που θέλω, αντί να γράφω εδώ τα δικά τους καμώματα.
Δεν έχω πρόβλημα συνύπαρξης με τους gay, φοράω και φίνα κοστούμια με την υπογραφή κάποιων απ' αυτούς, θα χρησιμοποιήσω τις όποιες ικανότητες τους όποτε τις χρειαστώ, θέλω τις διασυνδέσεις τους, μα δεν ικανοποιώ τις ορέξεις τους.
Οι ιδιαιτερότητες είναι προσωπική επιλογή, μα να μην είναι μόνο αυτοί στο προσκήνιο. Και σε στιγμές που ικανοποιούνται, ας κλείνουν τις κουρτίνες του προσωπικού τους χώρου, μπορεί να τους βλέπουν κάποιοι, να αποκτήσουν κι αυτοί ταμπού.
Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2007
ΑΝΕΡΓΙΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ...
Έρευνες της Γ.Σ.Ε.Ε. δείχνουν πως υπάρχει μεγάλη ανεργία ανάμεσα στις γυναίκες, δεν βρίσκουν λέει εύκολα απασχόληση.
Εγώ που κυκλοφορώ συνέχεια έξω, σαν άνθρωπος της ελεύθερης αγοράς και Σύμβουλος ανθρώπων, άλλα βλέπω.
Θέλω τα σχόλια των γυναικών αναγνωστριών μου, αφού διαβάσουν πρώτα το παρακάτω κείμενο:
Η κομμώτρια μου είναι γυναίκα. Βλέπω να υπάρχουν και μερικές δεκάδες ακόμη κομμωτήρια, φίσκα σε κοπέλες εργαζόμενες (και πελάτες / πελάτισσες επίσης, όλη μέρα, μην λέτε πως βγάζετε λίγα!).
Η λογίστρια μου είναι γυναίκα, με 3 ακόμη θηλυκούς βοηθούς.
Η οφθαλμίατρος μου και η οπτικός που έφτιαξε τα γυαλιά μου είναι νέες γυναίκες, όλες οι νοσοκόμες στα νοσοκομεία επίσης.
Όταν αγοράζω ρούχα, συχνά, από πολλά κι επώνυμα μαγαζιά, μόνο κοπέλες με εξυπηρετούν. Όταν θέλησα να αλλάξω φερμουάρ σε ένα δερμάτινο μπουφάν μου (10ετίας, αθάνατο), γυναίκα το πέρασε.
Σε μαγαζιά με παπούτσια το ίδιο. Φωτοτυπίες κοπέλα μου έβγαζε.
Σε μαγαζιά με καλλυντικά, ινστιτούτα αισθητικής, είδη δώρων κλπ μόνο γυναίκες συναντά όποιος μπαίνει, (από τέτοια δεν ξέρω εγώ ακόμη).
Το σπίτι μου το έχει μελετήσει γυναίκα μηχανικός και γυναίκα αρχιτέκτονας το σχεδίασε.
Στο σχολείο είχα 4 δασκάλες και 2 δασκάλους, καθηγήτριες πολλαπλάσιες των αντρών.
Στα Αγγλικά για ενήλικες στην Via Lingua, κοπέλες από όλον τον κόσμο λίγο πάνω από τα 20, άρτι αποφοιτήσαντες από κολέγια και πανεπιστήμια, με διδάσκουν (αυτή υπάρχει ΜΟΝΟ στα Χανιά και σε ελάχιστα ακόμη μέρη, μην την ψάχνετε άδικα οι άντρες...).
Στα super market's οι γυναίκες είναι στα ράφια και τα ταμεία, οι άντρες κάνουν τις αγγαρείες στην αποθήκη ή οδηγούν φορτηγά σε στενούς δρόμους.
Σε ξενοδοχεία που πάω μόνο γυναίκες βλέπω, στην reception ή τις υπηρεσίες.
Σε ταξιδιωτικά γραφεία, σε ναυτιλιακές εταιρείες, στο σινεμά, γυναίκες μου δίνουν εισιτήρια.
Σε εκθέσεις που βλέπω, κυρίως γυναίκες καλλιτέχνες εκθέτουν τα έργα τους
Να μην πούμε τώρα για τα ακριβά εστιατόρια, τα μπάρ, τα καφενεία, τις καφετέριες και τις ψησταριές ακόμη που βρίθουν από καλλίγραμμα τσουλάκια να σερβίρουν και σαβούρες στις κουζίνες και τους νεροχύτες.
Τα μοντέλα είναι κυρίως κοπέλες και πούστηδες (gay σήμερα).
Η προσωπική μου τσιγγανούλα που φιλοδωρώ πότε - πότε είναι είναι ωραίο και πονηρό κοριτσάκι, δεν έχω δώσει ποτέ τίποτα σε κανέναν σιχαμένο αρσενικό γύφτο.
Η γραμματεία στην εταιρεία που είμαι, στελεχώνεται από γυναίκες.
Στην Forever που συμμετέχω, η πλειονότητα των συνεργατών είναι γυναίκες, ιδιαίτερα δραστήριες ορισμένες.
Από τις τράπεζες με ενημερώνουν πάντα γυναίκες για τα νέα προϊόντα τους.
Κάποιες βλαμμένες γίνονται μπατσίνες ή καραβανούδες όλων των βαθμίδων. Άλλες πουτάνες παντρεύονται γιούς πλούσιων και τρώνε τα λεφτά που μάζευαν χρόνια οι μπαμπάδες.
Παρά την τόση έντονη θηλυκή παρουσία παντού, επιμένετε ακόμη πως βιώνετε ανεργία;
Τι ζηλεύετε που δεν έχετε κατακτήσει ως σήμερα, να πάτε στα μηχανουργεία μέσα στα λάδια, τις αναθυμιάσεις και τις μουτζούρες ή να ποδαριάζετε σε σκαλωσιές στις οικοδομές με όλους τους καιρούς, από τις ελάχιστες δουλειές που έχετε αφήσει στους άντρες;
Εδώ κυρίες (ιδίως δεσποινίδες) μου θέλω τα σχόλια σας επώνυμα, καλόπιστα και με λογικά επιχειρήματα. Να λυθεί η απορία μου....
Ετικέτες
αναγνώστριες,
ανεργία,
απασχόληση,
γυναίκες,
κομμώτριες,
λογίστριες,
μοντέλα,
πωλήτριες
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)