Κύριος με τα όλα του ο Ξενοφών Αντριανάκης και φυσικά μετά
της κυρίας του Ευτέρπης, που αποτελούσε το έτερον ήμισι μα και τον
βραχνά του, για 40 χρόνια τώρα.
Περισσότερα από όσα του χρειάστηκαν για να «περατώσει ευδοκίμως» την στρατιωτική καριέρα του που άρχισε όταν εισήχθη στην Σχολή Ναυτικών Δοκίμων 18άρης δόκιμος κι ολοκληρώθηκε πριν 2 χρόνια, όταν αποστρατεύτηκε μετά 40 χρόνια υπηρεσίας, με τον βαθμό του Ναύαρχου -Επίτιμου Διοικητή Στόλου που θα τον ακολουθούσε πια ως το τέλος της ζωής του.
Διοικητής - πολεμιστής - σύζυγος - πατέρας - οικογενειάρχης - επίλεκτο μέλος της κοινωνίας στα μάτια όλων όσων τον γνώριζαν.
Κατά την προσωπική του γνώμη όμως, που την εξέφραζε σπανίως και σε λίγους, τίποτα από τα παραπάνω. Απλώς κάποιος που εκτελούσε διαταγές κι επιθυμίες άλλων ...
Δεν ήταν και ψέμα.
Μπήκε στην σχολή έπειτα από παρότρυνση του πατέρα του, που πέρασε την δική του ζωή ως μόνιμος υπαξιωματικός - τεχνικός του Ναυτικού, υπηρετώντας από το άχαρο πόστο της μηχανής κάποιου πλοίου ανωτέρους όλα τα παραγωγικά χρόνια του, οι οποίοι τον αποστράτευσαν πρόωρα με το που έβαλε στους ώμους του τα διακριτικά του Ανθυποπλοίαρχου, για να μη γίνει ποτέ αξιωματικός κι αυτός. Επιθυμία του πατέρα ήταν να δει μια μέρα τον γιό να έχει την χρυσή πλάκα του αρχηγού στα μανίκια της μεγάλης στολής του κι όχι του ίδιου, που έκανε το πατρικό θέλημα επηρεασμένος από όσα άκουγε στο σπίτι ...
Παντρεύτηκε την Ευτέρπη από επιθυμία της μάνας του, η οποία και ολοκλήρωσε σχεδόν μόνη της το προξενιό και μετά το ανακοίνωσε στην οικογένεια, με το σκεπτικό πως ο τότε Σημαιοφόρος και πολλά υποσχόμενα γιός της που είχε βγεί αρχηγός της τάξης του και αποφοίτησε πρώτος από όλους στη σχολή, θα έπρεπε να έχει μια εξίσου δυναμική σύζυγο, κόρη πρεσβευτή ...
Την υπόλοιπη ζωή του Ξενοφώντα την καθόρισε η παρουσία της κυρίας Ευτέρπης, που αποδείχτηκε υπερβολικά δυναμική σε βάθος χρόνου ...
Έτσι το πότε θα κάνουν παιδιά, τι όνομα θα πάρει το καθένα, σε ποιο σχολείο θα πάει και τι θα σπουδάσει, ήταν αποφάσεις της Ευτέρπης που φρόντιζε για όλα. Αυτός βέβαια έλειπε τον περισσότερο καιρό από το σπίτι, πότε σε υπηρεσία, πότε σε αποστολές στο εξωτερικό, πότε σε πολυήμερες ασκήσεις στο Αιγαίο, πότε σε επιφυλακή ...
Παράλληλα με τους βαθμούς που έπαιρνε με τα χρόνια, μάθαινε τηλεγραφικά και την πορεία της οικογένειας. Έτσι ήξερε πότε ο μεγάλος γιός τελείωσε το σχολείο και μπήκε στο Πολυτεχνείο για Μηχανικός Υπολογιστών, η μεσαία κόρη ετοιμαζόταν για να δώσει στην Ιατρική και ο μικρότερος γιός δεν νοιαζόταν πολύ για τα γράμματα και ήθελε να γίνει φωτογράφος παρά τις αντιρρήσεις της μαμάς Ευτέρπης να γίνει νομικός και μετά πρέσβης όπως ο παππούς ...
Αφού τα έβλεπε σπάνια δεν έδινε ιδιαίτερη προσοχή για πολλά χρόνια, μόνο αφού αποστρατεύτηκε και κάθισε στο σπίτι έμαθε τελικά τι ξετέλεψαν τα παιδιά που έδειχναν ξεκάθαρα πως δεν τους είχαν πια ανάγκη τους γέρους τους.
Έτσι έμαθε πως ο μεγάλος μετά τις σπουδές και τα μεταπτυχιακά έμεινε στο εξωτερικό αφού τον πήρανε σε μια πολυεθνική ως υπεύθυνο ανάπτυξης του δικτύου επικοινωνίας της ανά τον κόσμο και δεν είχε πρόθεση να επιστρέψει στην πατρίδα του ούτε για να κάνει την στρατιωτική του θητεία καν.
Η κόρη έχοντας αριστεύσει στην Ιατρική αποφάσισε να αφοσιωθεί στην εφαρμοσμένη έρευνα, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα την επιθυμία των γέρων για ένα εγγονάκι μετά από έναν πλούσιο γάμο φυσικά όπως ήλπιζε και δρομολογούσε η μαμά Ευτέρπη, μα ...
Όσο για τον μικρότερο γιό, μάθαιναν σποραδικά νέα του από κάρτες που τους έστελνε από τα μέρη που πήγαινε, αφού είχε γίνει φωτορεπόρτερ μεγάλου ξένου περιοδικού.
Ο Ξενοφώντας όμως είχε κι ένα μεγάλο καημό. Μια ζωή εκτελούσε διαταγές πρόθυμα, πότε για την υπηρεσία, πότε για την οικογένεια. Χωρίς αντιρρήσεις.. Μα ήθελε και κάτι άλλο. Να δράσει και μια φορά μόνος του, γιατί έτσι ήθελε αυτός, να το κάνει μάλιστα την ώρα που αυτός ήθελε και να το οργανώσει όπως ήθελε.
Να ανοίξει πανιά στην θάλασσα, που τόσο αγαπούσε και πέρασε τόσα στην αγκαλιά της. Μα όχι με ένα μεγάλο σιδερένια πολεμικό με διπλές μηχανές και πλήθος συστήματα να ελέγχουν την πλεύση και τη πορεία του.
Ήθελε να ταξιδέψει ξανά, μα αυτή τη φορά με ένα αυθεντικό ξύλινο μικρό πλοίο με πανιά και με βασικές γνώσεις ναυτοσύνης, με μια παλιά καλή πυξίδα και τα αλάθητα άστρα, πράγματα που έμαθε τον πρώτο καιρό στην σχολή, μα η εξέλιξη της τεχνολογίας και οι απαιτήσεις της υπηρεσίας τον εμπόδιζαν να εφαρμόσει..
Λεφτά υπήρχανε στη μπάντα, αφού το κράτος νοιαζότανε περισσότερο για τους ένστολους που το υπηρετούσαν, ακόμη κι αν έφευγαν 40 χρονών να δουλέψουν αλλού, πόσο μάλλον για τον Ναύαρχο - επίτιμο αρχηγό στόλου που εισέπραξε ένα αξιοσέβαστο εφάπαξ όταν αποχώρησε πλήρης χρόνων βαθμών, που αφού τα παιδιά τράβηξαν για αλλού, σκόπευε να το φάει ο ίδιος μετά της συζύγου, κι αν δεν ήθελε κι αυτή τότε μόνος και καλύτερος, η δική του αποζημίωση ήταν εξάλλου.
Ψάχνοντας σε παλιά παραδοσιακά ναυπηγεία που ήξερε πως δούλευαν ακόμη, σε μέρη παράλληλα με την Ελλάδα του πλαστικού, εντόπισε ένα παλιό ξύλινο σκαρί φίνο και καλοδουλεμένο, που το πουλούσαν σε τιμή ευκαιρίας λόγω θανάτου του πρώτου και μοναδικού ιδιοκτήτη που είχε. Παρά τα χρόνια που ήταν κι αυτό ναυπηγημένο και εν πλώ, κρατιόταν καλά και με ένα γερό μερεμέτιασμα και βάψιμο, σε 6 βδομάδες ήταν έτοιμο να καθελκυστεί, να αρματωθεί και να σαλπάρει ...
Με την επιμελή φροντίδα του Ξενοφώντα, που ξαναφόρεσε το ναυτικό κασκέτο στα 62 του και με την ορμή που θυμόταν πως περίμενε να μπει στο πρώτο του πολεμικό πριν 40 χρόνια, θα πήγαινε τη πρώτη του ιστιοπλοϊα μαζί με μερικούς παλαιούς συναδέλφους, αρκετά μακρινή να χορτάσει την ανοιχτή θάλασσα που του έλλειψε ...
Χωρίς την κυρά Ευτέρπη, που για πρώτη φορά παράβλεπε την γνώμη - συμβουλή - γκρίνια της, για να κάνει το δικό του όπως το ένιωθε.
Ακολούθησαν κι άλλες πολλές έξοδοι στη θάλασσα, μέχρι να γεννηθεί ο καινούριος του πολύ φιλόδοξος στόχος: να κάνει τον γύρο του κόσμου με το σκάφος του, ακόμη και ολομόναχος αν χρειαζόταν σε περίπτωση που κανείς δεν ήθελε να τον ακολουθήσει ...
Στο «τι θα πει ο κόσμος, τι θα πούνε οι συγγενείς, τι θα σκέφτονταν οι πολλοί άγνωστοι που θα τον μάθαιναν», απαντούσε:
- Ας ξεκινήσουν να κάνουν κάτι με την δική τους ζωή, αντί να ασχολούνται με τη δική μου σαπίζοντας με τη μιζέρια τους στο καφενείο ή το σπίτι, εγώ απεγκλωβίστηκα!!
Περισσότερα από όσα του χρειάστηκαν για να «περατώσει ευδοκίμως» την στρατιωτική καριέρα του που άρχισε όταν εισήχθη στην Σχολή Ναυτικών Δοκίμων 18άρης δόκιμος κι ολοκληρώθηκε πριν 2 χρόνια, όταν αποστρατεύτηκε μετά 40 χρόνια υπηρεσίας, με τον βαθμό του Ναύαρχου -Επίτιμου Διοικητή Στόλου που θα τον ακολουθούσε πια ως το τέλος της ζωής του.
Διοικητής - πολεμιστής - σύζυγος - πατέρας - οικογενειάρχης - επίλεκτο μέλος της κοινωνίας στα μάτια όλων όσων τον γνώριζαν.
Κατά την προσωπική του γνώμη όμως, που την εξέφραζε σπανίως και σε λίγους, τίποτα από τα παραπάνω. Απλώς κάποιος που εκτελούσε διαταγές κι επιθυμίες άλλων ...
Δεν ήταν και ψέμα.
Μπήκε στην σχολή έπειτα από παρότρυνση του πατέρα του, που πέρασε την δική του ζωή ως μόνιμος υπαξιωματικός - τεχνικός του Ναυτικού, υπηρετώντας από το άχαρο πόστο της μηχανής κάποιου πλοίου ανωτέρους όλα τα παραγωγικά χρόνια του, οι οποίοι τον αποστράτευσαν πρόωρα με το που έβαλε στους ώμους του τα διακριτικά του Ανθυποπλοίαρχου, για να μη γίνει ποτέ αξιωματικός κι αυτός. Επιθυμία του πατέρα ήταν να δει μια μέρα τον γιό να έχει την χρυσή πλάκα του αρχηγού στα μανίκια της μεγάλης στολής του κι όχι του ίδιου, που έκανε το πατρικό θέλημα επηρεασμένος από όσα άκουγε στο σπίτι ...
Παντρεύτηκε την Ευτέρπη από επιθυμία της μάνας του, η οποία και ολοκλήρωσε σχεδόν μόνη της το προξενιό και μετά το ανακοίνωσε στην οικογένεια, με το σκεπτικό πως ο τότε Σημαιοφόρος και πολλά υποσχόμενα γιός της που είχε βγεί αρχηγός της τάξης του και αποφοίτησε πρώτος από όλους στη σχολή, θα έπρεπε να έχει μια εξίσου δυναμική σύζυγο, κόρη πρεσβευτή ...
Την υπόλοιπη ζωή του Ξενοφώντα την καθόρισε η παρουσία της κυρίας Ευτέρπης, που αποδείχτηκε υπερβολικά δυναμική σε βάθος χρόνου ...
Έτσι το πότε θα κάνουν παιδιά, τι όνομα θα πάρει το καθένα, σε ποιο σχολείο θα πάει και τι θα σπουδάσει, ήταν αποφάσεις της Ευτέρπης που φρόντιζε για όλα. Αυτός βέβαια έλειπε τον περισσότερο καιρό από το σπίτι, πότε σε υπηρεσία, πότε σε αποστολές στο εξωτερικό, πότε σε πολυήμερες ασκήσεις στο Αιγαίο, πότε σε επιφυλακή ...
Παράλληλα με τους βαθμούς που έπαιρνε με τα χρόνια, μάθαινε τηλεγραφικά και την πορεία της οικογένειας. Έτσι ήξερε πότε ο μεγάλος γιός τελείωσε το σχολείο και μπήκε στο Πολυτεχνείο για Μηχανικός Υπολογιστών, η μεσαία κόρη ετοιμαζόταν για να δώσει στην Ιατρική και ο μικρότερος γιός δεν νοιαζόταν πολύ για τα γράμματα και ήθελε να γίνει φωτογράφος παρά τις αντιρρήσεις της μαμάς Ευτέρπης να γίνει νομικός και μετά πρέσβης όπως ο παππούς ...
Αφού τα έβλεπε σπάνια δεν έδινε ιδιαίτερη προσοχή για πολλά χρόνια, μόνο αφού αποστρατεύτηκε και κάθισε στο σπίτι έμαθε τελικά τι ξετέλεψαν τα παιδιά που έδειχναν ξεκάθαρα πως δεν τους είχαν πια ανάγκη τους γέρους τους.
Έτσι έμαθε πως ο μεγάλος μετά τις σπουδές και τα μεταπτυχιακά έμεινε στο εξωτερικό αφού τον πήρανε σε μια πολυεθνική ως υπεύθυνο ανάπτυξης του δικτύου επικοινωνίας της ανά τον κόσμο και δεν είχε πρόθεση να επιστρέψει στην πατρίδα του ούτε για να κάνει την στρατιωτική του θητεία καν.
Η κόρη έχοντας αριστεύσει στην Ιατρική αποφάσισε να αφοσιωθεί στην εφαρμοσμένη έρευνα, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα την επιθυμία των γέρων για ένα εγγονάκι μετά από έναν πλούσιο γάμο φυσικά όπως ήλπιζε και δρομολογούσε η μαμά Ευτέρπη, μα ...
Όσο για τον μικρότερο γιό, μάθαιναν σποραδικά νέα του από κάρτες που τους έστελνε από τα μέρη που πήγαινε, αφού είχε γίνει φωτορεπόρτερ μεγάλου ξένου περιοδικού.
Ο Ξενοφώντας όμως είχε κι ένα μεγάλο καημό. Μια ζωή εκτελούσε διαταγές πρόθυμα, πότε για την υπηρεσία, πότε για την οικογένεια. Χωρίς αντιρρήσεις.. Μα ήθελε και κάτι άλλο. Να δράσει και μια φορά μόνος του, γιατί έτσι ήθελε αυτός, να το κάνει μάλιστα την ώρα που αυτός ήθελε και να το οργανώσει όπως ήθελε.
Να ανοίξει πανιά στην θάλασσα, που τόσο αγαπούσε και πέρασε τόσα στην αγκαλιά της. Μα όχι με ένα μεγάλο σιδερένια πολεμικό με διπλές μηχανές και πλήθος συστήματα να ελέγχουν την πλεύση και τη πορεία του.
Ήθελε να ταξιδέψει ξανά, μα αυτή τη φορά με ένα αυθεντικό ξύλινο μικρό πλοίο με πανιά και με βασικές γνώσεις ναυτοσύνης, με μια παλιά καλή πυξίδα και τα αλάθητα άστρα, πράγματα που έμαθε τον πρώτο καιρό στην σχολή, μα η εξέλιξη της τεχνολογίας και οι απαιτήσεις της υπηρεσίας τον εμπόδιζαν να εφαρμόσει..
Λεφτά υπήρχανε στη μπάντα, αφού το κράτος νοιαζότανε περισσότερο για τους ένστολους που το υπηρετούσαν, ακόμη κι αν έφευγαν 40 χρονών να δουλέψουν αλλού, πόσο μάλλον για τον Ναύαρχο - επίτιμο αρχηγό στόλου που εισέπραξε ένα αξιοσέβαστο εφάπαξ όταν αποχώρησε πλήρης χρόνων βαθμών, που αφού τα παιδιά τράβηξαν για αλλού, σκόπευε να το φάει ο ίδιος μετά της συζύγου, κι αν δεν ήθελε κι αυτή τότε μόνος και καλύτερος, η δική του αποζημίωση ήταν εξάλλου.
Ψάχνοντας σε παλιά παραδοσιακά ναυπηγεία που ήξερε πως δούλευαν ακόμη, σε μέρη παράλληλα με την Ελλάδα του πλαστικού, εντόπισε ένα παλιό ξύλινο σκαρί φίνο και καλοδουλεμένο, που το πουλούσαν σε τιμή ευκαιρίας λόγω θανάτου του πρώτου και μοναδικού ιδιοκτήτη που είχε. Παρά τα χρόνια που ήταν κι αυτό ναυπηγημένο και εν πλώ, κρατιόταν καλά και με ένα γερό μερεμέτιασμα και βάψιμο, σε 6 βδομάδες ήταν έτοιμο να καθελκυστεί, να αρματωθεί και να σαλπάρει ...
Με την επιμελή φροντίδα του Ξενοφώντα, που ξαναφόρεσε το ναυτικό κασκέτο στα 62 του και με την ορμή που θυμόταν πως περίμενε να μπει στο πρώτο του πολεμικό πριν 40 χρόνια, θα πήγαινε τη πρώτη του ιστιοπλοϊα μαζί με μερικούς παλαιούς συναδέλφους, αρκετά μακρινή να χορτάσει την ανοιχτή θάλασσα που του έλλειψε ...
Χωρίς την κυρά Ευτέρπη, που για πρώτη φορά παράβλεπε την γνώμη - συμβουλή - γκρίνια της, για να κάνει το δικό του όπως το ένιωθε.
Ακολούθησαν κι άλλες πολλές έξοδοι στη θάλασσα, μέχρι να γεννηθεί ο καινούριος του πολύ φιλόδοξος στόχος: να κάνει τον γύρο του κόσμου με το σκάφος του, ακόμη και ολομόναχος αν χρειαζόταν σε περίπτωση που κανείς δεν ήθελε να τον ακολουθήσει ...
Στο «τι θα πει ο κόσμος, τι θα πούνε οι συγγενείς, τι θα σκέφτονταν οι πολλοί άγνωστοι που θα τον μάθαιναν», απαντούσε:
- Ας ξεκινήσουν να κάνουν κάτι με την δική τους ζωή, αντί να ασχολούνται με τη δική μου σαπίζοντας με τη μιζέρια τους στο καφενείο ή το σπίτι, εγώ απεγκλωβίστηκα!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου