Η γενιά που έζησε την εθνική ταπείνωση του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 είδε πάλι την αναγέννηση της εθνικής έξαρσης μετά το κίνημα στο Γουδή το 1909, στις εξαγγελίες για ριζική αναδιοργάνωση του κρατικού μηχανισμού.
Το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό διέθετε τότε μόλις τρία γαλλικά θωρηκτά που είχαν κατασκευαστεί το 1889 και λίγα ακόμη απαρχαιωμένα τορπιλοβόλα. Τα σκάφη αυτά υπηρετούσαν σε έναν στόλο που η ανάγκη να ενισχυθεί και να εκσυγχρονιστεί ήταν φανερή σε όλους.
Πρώτος στόχος του στρατιωτικού συνδέσμου που κατατέθηκε στη Βουλή από την κυβέρνηση Μαυρομιχάλη ήταν η απόκτηση ενός νέου θωρηκτού τουλάχιστον 10.000 τόνων και 8 τορπιλοβόλων των 150 τόνων.
Αυτές τις προδιαγραφές κάλυπτε το υπό κατασκευή στα ναυπηγεία του Λιβόρνο θωρηκτό, το οποίο η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να κλείσει, προλαβαίνοντας και την αντιπροσφορά της Τουρκίας.
Η κυβέρνηση Μαυρομιχάλη εκμεταλλευόμενη το γεγονός, αλλά και τη δυνατότητα που της έδινε η ευεργεσία του Γ. Αβέρωφ να καταβάλει ως προκαταβολή το 1/3 της αξίας του πλοίου, προχώρησε στην απόκτηση του θωρηκτού, για την αποπληρωμή του οποίου συνέβαλε το Ταμείο Εθνικού Στόλου αλλά και δάνειο που πήρε για τον σκοπό αυτό η Ελλάδα.
Με την αγορά αυτή και με μερικά ακόμη μέτρα εκσυγχρονισμού, η Ελλάδα θα αποκτούσε σχετική υπεροπλία απέναντι στον Τουρκικό Στόλο, που υπερτερούσε αριθμητικά σε μεγάλα σκάφη.
Το πλοίο αποτελεί ένα τεχνολογικό θαύμα της εποχής, με ισχύ πυρός από τα αγγλικά πυροβόλα των 190 και 234 χιλιοστών τύπου ARMSTRONG και κινητήρες ιταλικής κατασκευής των 19.000 ίππων, με δύο συγκροτήματα τετρακύλινδρων παλινδρομικών μηχανών, γερμανικές γεννήτριες και γαλλικούς, 22 τον αριθμό, υδραυλωτούς λέβητες τύπου Belleville.
Η μέγιστη ταχύτητα του 10.200 τόνων θωρηκτού έφθανε τους 23 κόμβους και με βάση τις τελευταίες εγγραφές η μέγιστη ακτίνα δράσης άγγιζε τα 2.480 ναυτικά μίλια.
Τελικά το πλοίο που καθελκύστηκε στις 12 Μαρτίου του 1910, κατέπλευσε περίπου ενάμιση χρόνο αργότερα στο Φάληρο, όπου το πλήθος το υποδέχθηκε ως καμάρι του στόλου στις 11 Σεπτεμβρίου του 1911.
Το επιβλητικό πλοίο με τα 140 μέτρα μήκος και τα 21 πλάτος, που εδύνατο να μεταφέρει 1.200 άτομα πλήρωμα σε καιρό πολέμου (670 σε καιρό ειρήνης), έγινε το μοναδικό θέμα συζήτησης, ενώ το ερώτημα για τις δυνατότητές του στη μάχη έμελλε να απαντηθεί με τον καλύτερο τρόπο στις ναυμαχίες του Α' Βαλκανικού Πολέμου. Ο «Αβέρωφ» ήταν εκείνη την εποχή το πιο σύγχρονο και ισχυρό πλοίο στην Aνατολική Μεσόγειο. Το πλοίο πήρε μέρος στον Α' Βαλκανικό Πόλεμο ως ναυαρχίδα του Στόλου.
Το «Αβέρωφ» συμμετείχε στις επιχειρήσεις απελευθέρωσης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στις ναυμαχίες της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (5 Ιανουαρίου 1913), έφτασε νικηφόρα στο Άγιον Όρος και συνέχισε νικηφόρα στις ναυμαχίες των νησιών του Βορείου και Ανατολικού Αιγαίου (Θάσος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Τένεδος, Άγ. Ευστράτιος, Μυτιλήνη, Χίος).
Ενάντια στον Οθωμανικό Στόλο το θωρηκτό αξιοποίησε την ανώτερη ταχύτητά του και το μέγιστο του βεληνεκούς των πυροβόλων του, αποσπάστηκε από τον υπόλοιπο Ελληνικό Στόλο και αναλαμβάνοντας αυτόνομη δράση έτρεψε τον εχθρικό στόλο σε φυγή καταδιώκοντάς τον.
Με την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» τέθηκε και πάλι επικεφαλής, ως ναυαρχίδα του Ελληνικού Πολεμικού Στόλου. Μετά ωστόσο τη κατάρρευση του μετώπου, τον Απρίλιο του 1941, το Υπουργείο Ναυτικών διέταξε την αυτοβύθιση του θωρηκτού, προκειμένου να μην περιέλθει στα χέρια του εχθρού.
Το τέλος όμως του πλοίου δεν θα γραφτεί με μελανές σελίδες.
Στον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο το θωρηκτό αποδημεί στην Αλεξάνδρεια μαζί με τον υπόλοιπο Στόλο και από εκεί στη Βομβάη, όπου και περιπολεί στον Ινδικό Ωκεανό, με αποστολή την προστασία νηοπομπών, που κατευθύνονταν από τη Βομβάη στο Άντεν. Το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» θα επιστρέψει στην Ελλάδα στις 17 Οκτωβρίου του 1944.
Το θωρηκτό όμως είχε πλέον αρχίσει να γερνάει. Έτσι το 1952 παροπλίζεται και από το 1956 έως το 1983 βρίσκεται στον Πόρο.
Το ιστορικό πλοίο θα ρυμουλκηθεί ένα χρόνο αργότερα το 1984 στο Φάληρο, κοντά στο σημείο όπου έγραψε ιστορικές σελίδες και θα δέσει για πάντα, όπου ύστερα από αρκετές περιπέτειες, το Πολεμικό Ναυτικό ανέλαβε τη γενναία απόφαση να το επισκευάσει και να ανακηρύξει το θωρηκτό εθνικό κειμήλιο, παρακαταθήκη ιστορικής μνήμης και διδαχής.
Ο έρανος που προκήρυξε το Πολεμικό Ναυτικό, προκειμένου να συμβάλει στα έξοδα αποκατάστασης του πλοίου, είχε εξαιρετικά αποτελέσματα, απόδειξη του ισχυρού συμβολισμού που το θωρηκτό είχε εδραιώσει για δεκαετίες στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων.
Το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» στέκεται σήμερα αγέρωχο, φωτεινό σύμβολο της Ελληνικής ναυτοσύνης και του πολεμικού ηρωισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου