Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2008

Ο ΘΕΙΟΣ ΓΙΩΡΓΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΟ...Μέρος 1o


Περιμένανε τα παιδιά, ο Ντίνος, ο Πετρής και το νήπιο ο Γιάννος ακόμη, με λαχτάρα να έρθει κάποτε ο θείος Γιώργης, να φέρει και δώρα, όπως τους έτασσε η μάνα τους.
Η αλήθεια ήταν πως όλη η οικογένεια κι ιδιαίτερα η Μαρία η μάνα, περίμενε να φανεί ο θείος Γιώργης, που ήταν ο μικρότερος αδελφός της κι είχε πολλά χρόνια να τον δει από κοντά.

Δεν ήταν στο εξωτερικό ο θείος Γιώργης, δεν πήγε ούτε στην Αμερική να προκόψει και να πλουτίσει, ούτε στην Αυστραλία να δουλέψει σαν ζωντόβολο σε φάρμες αλλονών αφεντικών, μπορούσε να κάνει το ίδιο και στο χωριό του, με καλύτερες συνθήκες.
Ούτε καν στην Γερμανία είχε πάει, που ήταν του συρμού τότε στην εποχή του, να δουλεύει βάρδιες σε φάμπρικα και να γυρίσει στα γεράματα σακατεμένος, με δέκα αρρώστιες να τον τρώνε και μια παλιά «Μερσεντές» που βρήκε σε τιμή ευκαιρίας σε κάποια μάντρα στη Στουτγκάρδη, όταν ήταν να φύγει, όπως καλή ώρα ο χωριανός του ο Αντώνης, που οδηγούσε περήφανος το σκουριασμένο σαράβαλο στους στενούς δρόμους του χωριού, διαδρομή σπίτι - καφενείο τρεις φορές τη μέρα.

Ο θείος Γιώργης πέρασε τα χρόνια του σαν Χωροφύλακας, σε ένα νησί του βόρειου Αιγαίου, με λίγους κατοίκους και σχετικά ήσυχη ζωή.
Καμάρι του χωριού του στα νιάτα του, με το ζηλευτό ύψος των 2,02 μέτρων, τον επέλεξαν στα 24 του χρόνια στην Χωροφυλακή, μετά κι από παρέμβαση του Πολυχρόνη Πολυχρονίδη, σεβαστού πολιτικού της εποχής, άγνωστο πως ενδιαφέρθηκε για κείνον, λόγω του αρρενωπότατου παραστήματος του κι όχι τόσο για την εξυπνάδα του ή την μόρφωση που είχε σαν απόφοιτος διθέσιου δημοτικού.

Αυτό τον έσωσε από τα χωράφια και τα πρόβατα του χωριού του, που ήταν η προοπτική δουλειάς του μετά την στρατιωτική του θητεία, μα τον καταδίκασε σε ισόβια εξορία σε Ρόδο για εκπαίδευση, Χίο, Σάμο, κλπ για υπηρεσία, κανείς ανώτερος δεν τον ήθελε σε μεγάλη πόλη σαν τροχονόμο που ξετέλεψε μετά τη σχολή.

Όποτε «ερχόταν κάτω» στα πάτρια εδάφη, προτιμούσε για διαμονή το σπίτι της μεγαλύτερης αδελφής του, που είχε παντρευτεί στην πόλη ωστόσο, που διέθετε χώρο να κοιμηθεί άνετα και να κάνει και μερικές βόλτες σε μέρη που γνώρισε σαν νέος.


Ο λόγος που σπάνια επισκεπτόταν την γενέτειρα του ήταν πεζός κι ανάξιος του, δικαιολογία μόνο για καρακατσουλιά και κατίνες:
Στα μέρη που υπηρετούσε είχε γνωρίσει μια γυναίκα της κακής ώρας, αρκετά χρόνια μεγαλύτερη του, μα ικανή να τον τυλίξει και να τον κάνει να την παντρευτεί, απογοητεύοντας τους δικούς του που είχαν άλλα σχέδια αποκατάστασης για τον πανύψηλο λεβέντη τους.
«Τον έβαλε στη βράκα της» η σαβούρα, και «τον έχει του χεριού της, ότι θέλει τον κάνει» λέγανε οι συγγενείς του μεταξύ τους, το άκουσε κάποτε εκείνη κι έκτοτε του απαγόρευσε να τους βλέπει συχνά.

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ...

Δεν υπάρχουν σχόλια: