Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ήχος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ήχος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 2 Απριλίου 2010

ΜΕΓΑΛΟΒΔΟΜΑΔΙΑΤΙΚΕΣ ΜΥΡΩΔΙΕΣ ΚΑΙ ΗΧΟΙ...

Η μυρωδιά του φρεσκοσβησμένου ασβέστη που αρχή της μεγαλοβδομάδας, Δευτέρα πρωί η μάνα ασβέστωνε μέσα έξω το παλιό μας σπίτι, αφού μάζευε τα πράγματα σε μπόγους και ντάνες έξω στην απλόχωρη αυλή. Μυρωδιά που μεταφερόταν μέσα, έντονη το πρώτο βράδυ αναδυόμενη από τους νωπούς ακόμη τοίχους.

Δυο μέρες κρατούσε το άσπρισμα, αρχίζοντας απέξω και τελειώνοντας μετά από τα τέσσερα μεγάλα δωμάτια πάντα στην κουζίνα, Τρίτη βράδυ πια που η μάνα ξεσκόνιζε τα κάδρα πριν τα κρεμάσει ξανά στους στεγνούς άσπρους τοίχους, κοιτώντας για μια στιγμή την διήμερη δουλειά της ικανοποιημένη...

Για λίγο μόνο, γιατί έπρεπε να ετοιμάσει το μυρωδάτο μείγμα αποβραδίς ν' αναπιάσει, γιατί θα ξημέρωνε Τετάρτη, η μέρα που παραδοσιακά ζύμωνε τις λαμπριάτικες κουλούρες. Πολλές τέτοιες, να χορτάσει η οικογένεια και κάποιοι συγγενείς που μην ξέροντας να ζυμώνουν, αρκούνταν σ' εκείνο το εγκάρδιο "γειά στα χέρια σου" όταν έπαιρναν από το σπίτι την καλά φυλαγμένη δική τους...

Καλά φυλαγμένες ήταν και οι υπόλοιπες, μέχρι το βράδυ της Ανάστασης που θα κόβονταν και θα τρώγονταν. Εκτός από μια, πρόχειρη μικρή κουλούρα, που θυσιάζονταν για τα παιδιά φρεσκοψημένη, για "να μην λιγοψιχούνε Τετάρτη - Πέμπτη (Παρασκευή απαγορευόταν αυστηρά κάθε κατανάλωση πασχαλινού)". Οι μυρωδιές του κόλιαντρου και της χιώτικης μαστίχας όμως απλωνόταν σε όλα τα δωμάτια από κείνο το ψηλό τραπέζι που αναπαυόταν οι σπιτικές κουλούρες, προκαλώντας μικρούς πειρασμούς και προσμονή μέχρι να έρθει η ώρα τους.

Στις οποίες σύντομα προσθέτονταν κι εκείνη των κουλουρακιών σπιτικά ζυμωμένα κι αυτά, καθώς και των μετρημένων κόκκινων αυγών που ολοκλήρωναν τις ζυμωτές ετοιμασίες της Λαμπρής, μαζί με τα μπόλικα καλλιτσουνάκια που ετοίμαζε το μεσημέρι του Σαββάτου και καταναλώνονταν παρευθύς φρέσκα, την Δευτέρα του Πάσχα ελάχιστα την έφταναν.

Ακολουθούσε η προμήθεια κρέατος και φρέσκων σαλατικών, είτε χάρισμα από το χωριό ως ανταπόδωση για την κουλούρα, είτε από το παζάρι της Πέμπτης - Παρασκευής με τα ζωντανά αρνάκια και κατσικάκια που αραδιασμένα στην σειρά βέλαζαν ώσπου να σφαγούν επιτόπου λίγο παραπέρα, τον κόσμο να πηγαινοέρχεται και με φωνές να ζητά τα πάντα, τα μαγαζιά να κάνουν χρυσές δουλειές όπως έβλεπαν με τα μάτια τους στον πηγαιμό και στην επιστροφή με τα πόδια στο παζάρι, φορτωμένοι τα πράγματα που πήραν οικογενειακώς.

Εκκλησία Πέμπτη βράδυ - Παρασκευή μεσημέρι γύρα σε μερικούς επιτάφιους, βράδυ σε αυτόν της ενορίας και την λιτανεία έπειτα, Σάββατο μεσάνυχτα, Κυριακή μεσημέρι για την δεύτερη Ανάσταση, από το ίδιο δρομάκι πάντα σχολαστικά, με τον ήχο των παπουτσιών στο πλακόστρωτο να προηγείται αυτών της ψαλμωδίας των 12 ευαγγελίων, των παθών, του επιτάφιου, των εγκωμίων στην μακρινή περιφορά καθότι μεγάλη ενορία, το θυμιατό που κρατούσε ο νεωκόρος, τα ψιλά που έπεφταν πρόθυμα στον δίσκο που περιέφερε κάθιδρος προηγουμένως μέσα στον κόσμο στη διάρκεια της λειτουργίας, τα παρατεταμένα "σσσσ" από τις ευλαβείς γιαγιάδες που αγωνίζονταν να καταλάβουν τα ευαγγέλια και τα έψαχναν στην "ιερά σύνοψις" που κρατούσαν μαζί τους όλη την βδομάδα, η επίμονη καμπάνα πένθιμη - χαρμόσυνη δυο μέρες μετά, τα αναμμένα κεριά και παιδικά φαναράκια με την πρέπουσα προσοχή για τον αέρα και τη πλάτη του μπροστινού, το αρωματισμένο ανθόνερο που έραιναν από τα μπαλκόνια όσοι δεν πήγαν στην εκκλησία μα περίμεναν να περάσει ο επιτάφιος από την γειτονιά τους, τα καψαλίδια από τους κάμποσους "Ιούδες" που συναντούσαν καιόμενους στην διαδρομή, τα μοσχοβόλα άνθη που την Παρασκευή τον κοσμούσαν κι όσα περίσσευαν τα έριχνε ο παπάς στον κόσμο την Κυριακή μεσημέρι, χωρίς να έχουν χάσει το άρωμα τους και τα μάζευαν τα παιδιά για τα εικονίσματα, η μυρωδιά της Απριλιάτικης άνοιξης από τα δέντρα και τα λουλούδια στις γλάστρες στον δρόμο κατά την επιστροφή στο σπίτι, τα τσουγκρίσματα των αυγών, το ψημένο κατσικάκι, με το ξύδι στο φρέσκο μαρούλι και κρεμμύδι στην σαλάτα...

Ήχοι και μυρωδιές που αν και δεν ακούγονται ως σήμερα όλοι, υπάρχουν καταχωρημένοι στο υποσυνείδητο των παιδικών χρόνων κι ανασύρονται με το διάβα στα ίδια σοκάκια, εξωραϊσμένα από τον δήμο σήμερα μα πάντα στο ίδιο μέρος...

Ήχοι και μυρωδιές της μεγαλοβδομάδας, που όμως ήθελαν ακόμη μια βδομάδα εδώ για να ολοκληρωθούν τη επόμενη Παρασκευή στο μοναστήρι της Χρυσοπηγής λίγα χιλιόμετρα παραπέρα ικανά να διανυθούν με ποδαρόδρομο στη φύση και στο Νιο Χωριό την Κυριακή με το πρωινό λεωφορείο για το πανηγύρι του Θωμά, παιδική ανάμνηση και συνήθεια της μάνας αυτό, όπου η κατάνυξη και η υμνολογία συνυπήρχε με τις μυρωδιές από τους άρτους, το μαλλί τη γριάς και τους λουκουμάδες στο καροτσάκι και τους ήχους των πλανόδιων εμπόρων με τους αμέτρητους πάγκους στη σειρά, των (διαχρονικών) ζητιάνων, τα άφθονα σουβλάκια και τα κρέατα στη σχάρα, την πρώτη δοκιμή μπύρας σε παιδικά λαρύγγια, του γλυκού - υποβρύχιου βανίλια για καλωσόρισμα στο συγγενικό σπίτι και τα μουσικά όργανα λύρες και λαούτα στην πλατεία με τραγούδια και χορούς για την αποκορύφωση του γλεντιού της Λαμπρής...

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2008

ΤΟ ΠΑΛΙΟ TELEFUNKEN...


Ένα παλιό ραδιόφωνο με διαστάσεις τηλεόρασης 20''.

Με ακριβό ξύλο και πολλά διακοσμητικά απέξω, με λυχνίες μονταρισμένες πάνω σε αλουμινένιο σασί από μέσα.

Το ανακάλυψα τα χρόνια της εφηβείας, κάτω από ένα στρώμα σκόνες κι αράχνες, σ' ένα υπόγειο που μια γριά ήθελε να το αδειάσει. Κουβάλησα τα 30 περίπου κιλά του σε απόσταση 2 χιλιομέτρων να το φέρω στο σπίτι όταν μου το χάρισε.

Ευτυχώς ήταν σε άψογη κατάσταση και λειτουργούσε. Μετά από ένα καλό καθάρισμα και αναζωογόνηση των κολλήσεων του, ήταν έτοιμο να ξαναδουλέψει ύστερα από παραμονή στο υπόγειο αρκετών χρόνων.

Το να πάρει μπροστά απαιτούσε μια ειδική ιεροτελεστία:
Πρώτα έπρεπε να θερμανθούν τα νήματα των λυχνιών, να φωταγωγηθεί με τον κρυφό φωτισμό του το καντράν, να συντονίσω μετά αργά τα μεγάλα πηνία και τους ανοιχτούς πυκνωτές αέρος του κυκλώματος RF καθοδηγούμενος από τις αποχρώσεις του πράσινου της ειδικής λυχνίας - μάτι που γίνονταν πιο έντονες όταν έπιανε ένα σταθμό καθαρά, φεγγοβολώντας στο παραθυράκι της και δίνοντας άλλη διάσταση στον ήχο που έβγαινε από το τεράστιο μοναδικό ηχείο που είχε..

Απαιτούσε και κεραία για να πιάνει καλύτερα, μα ένα μεγάλο και χοντρό ατσαλόσυρμα που είχε η μάνα μου τεντωμένο σε γάντζους για απλώστρα, την αντικαθιστούσε ικανοποιητικά.

Το ραδιόφωνο έπιανε σταθμούς που λειτουργούσαν στα μακρά, τα μεσαία και τα βραχέα, από όλο τον κόσμο, λίγο πριν κυριαρχήσουν τα FM.

Πολλές Κυριακές το άνοιγα από νωρίς, την ώρα που ετοιμαζόταν το ψητό κοτόπουλο στο φούρνο, να έχει χρόνο το παλιό ραδιόφωνο TELEFUNKEN να είναι πανέτοιμο στις 12.00 μμ που άρχιζε το "Έτσι, χωρίς Πρόγραμμα" με τη χαρακτηριστική φωνή της Μαρία Ρεζάν και το "Μουσικό Σεργιάνι" αμέσως μετά...

Ή "Τα τραγούδια της παρέας" τα απογεύματα και αραβικές μελωδίες κι αμανέδες τα βράδια στα βραχέα, τα χρόνια που η κρατική μόνο τηλεόραση που υπήρχε διέθετε 2 κανάλια και οι θεατές δυο επιλογές θεάματος.

Με το ραδιόφωνο φωταγωγημένο και με τον ήχο του να γεμίζει το δωμάτιο, η ανυπαρξία εικόνας προσήλωνε την προσοχή στον ομιλητή, στη μουσική, τους στίχους...

Όπως στο επιλεγμένο δείγμα χωρίς video, όπως ακουγότανε τότε: