ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΟΥ ΒΗΜΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ. ΟΤΙ ΜΕ ΑΦΟΡΑ / ΣΥΓΚΙΝΕΙ /ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΖΕΙ / ΑΡΕΣΕΙ / ΠΕΙΡΑΖΕΙ. ΧΩΡΙΣ ΦΟΒΟ
Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2008
ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ ΞΕΔΩΜΑΤΑ...
Τις πιο σιχαμένες ιστορίες τις γράφει η ίδια η ζωή κι άντε μετά να διαψεύσεις την ρεαλισιτκή πραγματικότητα.
Το ξέρει καλά ο Ντιντής, ας τον λέω έτσι μην και παραβιάσω τα προσωπικά του δεδομένα και μου βάλουνε πόστα κάποιες "ευαισθητοποιημένες" λούγκρες...
Νάναι στην φυλακή και νάναι και πούστης. Κοινός πούστης φυσικά, με τα ρεμάλια που είχανε μαντρωμένα στα κάγκελα δεν σήκωνε να το παίζει gay, αυτό είναι πολυτέλεια για καλοταϊσμένους της πρωτεύουσας και των σαλονιών.
Δεν ήταν μεταξύ αυτών ο Ντιντής, μικροαπατεώνας ήταν, είχε και το κουσούρι να τον θέλει τακτικά, εφήμερους "εραστές" του περιθωρίου έβρισκε με κάποια μικρή αμοιβή που έδινε και τον τακτοποιούσανε στα όρθια όπου βρίσκανε χώρο κατάλληλο.
Δεν ήταν πάντα βολικές οι συνθήκες, ο φτωχός ούτε να πηδηχτεί δεν μπορεί τη ώρα που θέλει, τους συλλάβανε επι το έργο μια φορά για "προσβολή δημοσίας αιδούς" όπως είπανε.
Τον ένα του τη χαρίσανε για πρώτη του φορά που ήταν, ο Ντιντής όμως ήτανε γνωστός στους πάντες για το κουσούρι του, είχε και παλαιότερες καταδίκες για μικροαπάτες που είχε διαπράξει, βρέθηκε στη στενή για εξάμηνο, συγχωνεύοντας τις ποινές...
Βρέθηκε στην φυλακή τη στριμωγμένη, που κοιμότανε σε θαλάμους των 20 τουλάχιστον ατόμων, ο αριθμός έπαιζε, όποτε αποφυλακιζόταν κάποιοι μειωνόταν, όποτε μάντρωναν άλλους αυξανόταν, κόσμος άλλαζε συχνά, οι πιο πολλοί για μικροαδικήματα του ποινικού κώδικα, λίγοι ήταν σε κείνη τη φυλακή οι βαρυποινίτες...
Νάναι λέει κλεισμένοι μέσα για μερικούς μήνες, νάχουνε αποκτηνωθεί και νάρχεται στο κελί ένας πούστης, δώρο αποτελούσε μέσα στη μιζέρια τους. Τι να το κάνουν αν ήταν ωραίος κι άτριχος ή όχι, δε νοιαζότανε κανείς, κώλο μόνο να είχε. Και να τους κάθιζε εύκολα, να μην χρειαζόταν να τον κρατούνε με παρέα.
Δεν αντιστεκότανε ο Ντιντής, αφού έξω πλήρωνε κιόλας για αυτό του έχωναν εδώ τζάμπα, ήταν κι αρκετοί να έχει ποικιλία, ούτε είχε ονειρευτεί τέτοια αφθονία πρωτύτερα, έτρεχε από τους πρώτους στον θάλαμο όταν σφύριζαν για το μέτρημα κλείσιμο της πόρτας οι ανθρωποφύλακες, εκεί γύρω στις 9.00μμ κάθε βράδυ.
Μετά από ένα ακόμη μισάωρο που καταλάγιαζε τελείως η φυλακή, άρχιζε το πανηγύρι του. Έπαιρνε όσους είχαν ανάλογη διάθεση κάθε φορά, δεν αρνιόταν σε κανέναν... Βόλευε όσους τον θέλανε στο θάλαμο του.
Τα κρεββάτια της φυλακής δεν έκαναν για τέτοιο σκοπό, ήταν απλά τρεις σανίδες που στηρίζονταν σε δυο σίδερα σχήματος Π μ' ένα παλιόστρωμα από πάνω, συχνά έπεφταν...Πηγαίνανε στην κοινή τουαλέτα που δεν είχε πόρτα και το κάνανε απανωτά με τη σειρά, ο μεγαλύτερος πρώτος, οι νέοι μετά να κρατήσει περισσότερο...κι εντονότερα...
Δεν ζητούσε τίποτα αρχικά. Μετά είδε πως μπορεί να κερδίζει ανταλλάγματα.
Όχι χρήματα, δεν μετρούνε στη στενή. Πολύτιμα είδη για ανταλλαγή εδώ είναι τα τσιγάρα, τα μπισκότα και οι σοκολάτες όταν το φαί είναι κακό και δεν τρώγεται, τα κομπολόγια για τους στρεσσαρισμένους, ακόμη βιβλία και περιοδικά ή τράπουλες και άλλα παιχνίδια που επιτρεπόταν να μπούνε μέσα...Τότε τα ναρκωτικά και τα χάπια δεν ήταν τόσο διαδεδομένα, σπάνια έπαιρνε κάποιος, μόνο χασίσι από τη χασισιά που καλλιεργούσαν στην αυλή, κάτω από τη μύτη των φυλάκων που δε νοιάζονταν πέρα παό το να βγαίνει το ωράριο του υπαλλήλου και μια σύνταξη στα γεράματα...
Βρέθηκε σε προνομιακή θέση με τόσα πράγματα για ανταλλαγή και διαπραγμάτευση. Σκέφτηκε να επεκτείνει τις δραστηριότητες του και σε έγκλειστους των άλλων θαλάμων,τις ώρες που ήταν ανοιχτοί.
Ζήτησε και τον έβαλαν να κάνει μεροκάματα, να καθαρίζει και να σκουπίζει την φυλακή καθημερινά. Το έκαναν σαν υπηρεσία, για μια μικρή αμοιβή και "καλή διαγωγή" μερικοί που βαριούνταν να κάθονται/παίζουν/διαβάζουν/συζητούν όλη μέρα...Με μεγαλύτερη προθυμία ο Ντιντής, που βρήκε τρόπο να πηγαίνει παντού όπου υπήρχαν άνθρωποι. Άντρες με ανάγκες σεξουαλικές, ανικανοποίητοι και κλεισμένοι μέσα, όλοι στην διάθεση του μην έχοντας άλλη επιλογή.
Είχε κόψει τις μπατζακαρές σ' ένα παντελόνι του ψηλά...όπως έσκυβε να σκουπίσει την αυλή όπου κάθονταν πολλοί γύρω στα τσιμεντένια πεζούλια, έδειχνε τον κώλο του αρκετά να προκαλεί...Πετούσε την τελειωμένη γόπα κάτω ένας που ήθελε να τον έχει δικό του για λίγο, πλησίαζε να τη μαζέψει...μ' ένα νεύμα κλεινόταν αστραπιαία η συμφωνία τους, πήγαιναν σε μια απόμερη γωνία λίγο παραπέρα και λίγα λεπτά είχανε τελειώσει και επιστρέφανε, ο ένας κούμπωνε το παντελόνι του κι ο άλλος ανέβαζε κι ίσιωνε το δικό του το κομμένο...έται απλά κι ενώπιον όλων...παίρνανε κι άλλοι σειρά...πληρώνοντας ένα μικρό αντίτιμο σε είδος πάντα...
Χρυσές μέρες για τον Ντιντή, που για πρώτη φορά τον πλήρωναν για αυτό που του άρεσε να κάνει, εκεί που έξω πλήρωνε αυτός μετρητά για λιγότερη απόλαυση και άγνωστο πότε, εδώ το είχε πολλαπλό και καθημερινά...
Βγήκε μετά την παρέλευση του εξαμήνου της ποινής του, μα ξαναμπήκε με άλλη αιτία σύντομα και για μεγαλύτερο διάστημα...Εδώ στη στενή ήταν ο κόσμος του, έτρωγε και κοιμόταν τζάμπα και δεν του ζητούσε κανείς να δουλέψει για να ζήσει.
Ικανοποιούσε επ' αμοιβή το κουσούρι του, στον έξω κόσμο ήταν κουσούρι και πλήρωνε, μέσα ήταν δημοφιλής και τον αντάμοιβαν...
Εξελίχτηκε σε μούρη των φυλακών, με τόσα πράγματα που είχε για ανταλλαγή, έκανε σε άλλους που δεν είχανε και χάρες, δημιούργησε φιλίες και προστασίες από κακόβουλους ή τζαμπατζήδες ήταν κι επι της υποδοχής των νέων κρατούμενων.
Εκεί όμως που τους οδηγούσε στον θάλαμο που θα περνούσαν το επόμενο διάστημα της ζωής τους μικρό ή μεγαλύτερο, πάντα έβρισκε ευκαιρία στον καθένα ξεχωριστά, να τους ψιθυρίσει:
- Αν χρειαστείς οτιδήποτε κατά την παραμονή σου, εδώ είμαι εγώ. Γνέψε μου κι έρχομαι...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου