Παρασκευή 16 Μαΐου 2008

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΚΑΦΕΝΕΔΑΚΙ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ...


Το μικρό εκείνο καφενεδάκι στο επίσης μικρό κι ορεινό χωριό του Αποκορώνου.

Το είχε και το δούλευε πολλά χρόνια ο πατέρας του Τάκη.
Με τα έσοδα από αυτό το καφενεδάκι με τους λίγους τακτικούς πελάτες από το χωριό και τους πολύ περισσότερους επισκέπτες του καλοκαιριού, μεγάλωσαν τα παιδιά του που ήταν κι αρκετά, τρία κορίτσια και ο Τάκης...

Πρώτος στην σειρά ο Τάκης και μόνος αρσενικός γόνος στην οικογένεια, ενσάρκωνε τις ελπίδες του πατέρα του για ένα καλύτερο μέλλον της οικογένειας πέρα από το μικρό μαγαζάκι και τα κάμποσα χωράφια που διέθεταν.
Τα κορίτσια μπορούσαν να παντρευτούν από νωρίς και να φορτώσουν σε άλλους τη ζωή τους, όπως κι έγινε αμέσως μετά που τελείωνε καθεμιά το Γυμνάσιο...

Ο γέρος επέμενε τουλάχιστον ο μικρότερος, ο Τάκης του να συνεχίσει τα γράμματα και να πάρει κάποτε και κάποιο πτυχίο, να καμαρώνει κι αυτός στους πελάτες για τον μορφωμένο γιο..

Έτσι ο Τάκης συνέχισε να κατεβαίνει πεζός την κατηφόρα (χωματόδρομος τότε) κάθε πρωί για άλλα τρία χρόνια, 4 χλμ δρόμος για να πάει στο μοναδικό κοντινό Λύκειο της περιοχής. Αργά το απόγευμα μετά το μάθημα και κάποιο ιδιαίτερο μάθημα που έκανε, ξαναγύριζε από τον ίδιο ανηφορικό τώρα δρόμο στο χωριό του, εκτός τις τυχερές του μέρες που συναντούσε κάποιον χωριανό του που διέθετε αμάξι να τον πάρει μαζί...

Πήρε το απολυτήριο με καλό γενικό βαθμό, στις Πανελλαδικές εξετάσεις απέτυχε να εισαχθεί με την πρώτη στην σχολή που ήθελε: Χημικός, να γίνει οινολόγος αργότερα.
Θα καθόταν έναν ολόκληρο χρόνο περιμένοντας να ξαναδώσει εξετάσεις στην ίδια σχολή, αν ο γέρος του δεν είχε την ιδέα να τον στείλει στο εξωτερικό να σπουδάσει το ίδιο αντικείμενο.

Θα τον έστελνε στην Ιταλία που ήταν και κοντύτερα, δεν ήθελε ο γιός του να φέρει πτυχίο από Βουλγαρία και Ρουμανία, να μη ξέρει τι να το κάνει αύριο. Εξάλλου ήξερε και κάποιους Ιταλούς που έρχονταν στο χωριό μετά τη σοδειά του ελαιοκάρπου κι αγόραζαν το λάδι σε καλή τιμή, το οποίο μετά ξαναπουλούσαν ακριβότερα στην Ελληνική αγορά σαν δικό τους...

Ο πρώτος χρόνος του Τάκη στην Ιταλία αφιερώθηκε να μάθει καλά την γλώσσα, να μπορεί να παρακολουθεί αργότερα τα μαθήματα στο πανεπιστήμιο που τον έγραψαν. Έμαθε να τρώει και μακαρόνια όπως μόνο οι Ιταλοί ξέρουν να φτιάχνουν αυθεντικά.

Τα έξοδα για τις μετακινήσεις και τη διαμονή του τα εξασφάλιζε το μικρό καφενεδάκι κι ένα άγονο χωράφι που πουλήθηκε σαν οικόπεδο επί τούτου.

Ακολούθησαν κι άλλα κτήματα της οικογένειας τα οποία θυσιάστηκαν για τις σπουδές του Τάκη, το καφενεδάκι δούλευε υπερωρίες να στέλνει εμβάσματα ο γέρος στον γιο, άρχισε να νερώνει τα καραφάκια με την τσικουδιά και το κρασί που σέρβιρε στους πελάτες του, που έκαναν τα στραβά μάτια ηθελημένα αφού ο καφετζής ΄"σπούδαζε παιδί στα ξένα" όπως λέγανε...

Το παιδί τελικά ξετέλεψε κι έγινε πτυχιούχος Χημικός, μα κάμποσα χρόνια αργότερα από ότι αρχικά υπολόγιζε κι όταν τα περισσότερα χωράφια της οικογενειακής περιουσίας είχαν πουληθεί για το σκοπό αυτό, κράτησαν μόνο τα πιο κοντινά στο χωριό κι ιδιαίτερα ένα καλό αμπέλι που θα χρησίμευε σαν πεδίο δοκιμών για εξάσκηση του μελλοντικού οινολόγου.

Επιστρέφοντας στην πατρίδα ο Τάκης είχε να εκπληρώσει τις απαραίτητες στρατιωτικές του υποχρεώσεις, όταν τον ξαναείδαν στο χωριό είχε τα μισά του μαλλιά άσπρα.

Άρχισε να ψάχνει για δουλειά και ταυτόχρονα δούλευε στο μικρό καφενεδάκι που τον στήριζε τόσα χρόνια. Δύσκολα τα πράγματα και για τον Τάκη και για τους υπόλοιπους πτυχιούχους εξωτερικού ή εσωτερικού, δεν έχει σημασία, ίδια είναι τα χαρτιά που έχουν...

Ευτυχώς για τον Τάκη υπήρχε πάντα εκεί το μικρό του καφενεδάκι που τώρα πια πέρασε στα χέρια του κληρονομικά από τον γέρο που παραγέρασε...

Κι όταν βαρέθηκε να περιφέρει μάταια για πολλούς μήνες το ξενόγλωσσο χαρτί του από αγγελία σε αγγελία που διάβαζε "ζητείται...", έκανε αυτό που έπρεπε να είχε κάνει από την αρχή: Αξιοποίησε το μικρό εκείνο καφενεδάκι με τα 5 τραπέζια και τις 20 καρέκλες που υπηρετούσε τόσα χρόνια τις ανάγκες ολόκληρης της οικογένειας...
Εκεί στο ορεινό χωριό του, που ήξερε και τον ήξεραν...

Τώρα δεν γράφει πια "Καφενείον" μα "Cafe - Snak bar", διαθέτει περισσότερο χώρο μέσα - έξω για τραπεζοκαθίσματα και το επισκέπτονται πλήθος τουρίστες που ανεβαίνουν την ανηφόρα βολτάροντας στην όμορφη περιοχή, καθώς και Ευρωπαίοι αλοδαποί που διαμένουν μόνιμα σε πεδινότερα μέρη εκεί κοντά και στα χωριά γύρω.
Τους υποδέχεται ο Τάκης, που γνωρίζει τις γλώσσες τους καλά πια.

Τους σερβίρει από καφέδες και γλυκά φτιαγμένα με αγνά υλικά της περιοχής, μέχρι κρασιά δικής του παραγωγής, περιορισμένης μα εκλεκτής ποιότητας. Τα συνοδεύει με μεζέδες ντόπιους και σπέσιαλ μακαρονάδες, που έμαθε να τρώει και να φτιάχνει τότε τα χρόνια στην Ιταλία...

Και γεμίζει κόσμο συχνά το μικρό αναπαλαιωμένο καφενεδάκι (όχι και τόσο -ακι πια), που ζει ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, μέρες δόξας που αξίζει.

Αν δεν υπήρχε κι αυτό και τότε και τώρα...

Δεν υπάρχουν σχόλια: