Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2007

Η ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΦΟΥΚΑΡΑ...


Ο Γιώργης ήτανε καλός άνθρωπος, μα του έτυχε να παντρευτεί γυναίκα κακή, μίζερη και γλωσσοκοπάνα.

Η θάλασσα καταλάγιαζε καμιά φορά, μα αυτή δεν είχε σταμάτημα όποτε τον αρχίνιζε στο μπούρου - μπούρου. Κι έβρισκε συχνά αφορμή, ότι κι αν έκανε τελευταία ο φουκαράς ο Γιώργης ήτανε κακά καμωμένο κι αιτία για ατέλειωτη γκρίνια.

Για να την ξεφορτώνεται ο Γιώργης δούλευε συνέχεια έξω από το σπίτι, πολλές ώρες κι αργούσε να γυρίσει. Με κάθε ευκαιρία για δουλειά ή αγγαρεία που του τύχαινε έτρεχε, να λείψει όσο γινόταν, να την έχει όσο γινόταν λιγότερο φόρτωμα.

Κατά ένα περίεργο τρόπο είχε μαγνητοφωνήσει μια από τις μαραθώνιες μουρμούρες της, άγνωστο πώς και το κρατούσε πάντα μαζί του, όπου κι αν πήγαινε. Κάθε που ξαπόσταινε λιγάκι, το άνοιγε κι άκουγε αρκετές φορές το αέναο γλωσσοκοπανητό.

Το ίδιο έκανε και στο καφενείο που περνούσε ώρες περιμένοντας να κοιμηθεί ο διάολος του, για να γυρίσει κι αυτός στο σπίτι να καταλαγιάσει.

Κίνησε την περιέργεια του καφετζή και των θαμώνων που τον βλέπανε να το βάζει να παίζει, κάμποσες φορές και πάλι από την αρχή. Αφού βαρεθήκανε να τον βλέπουνε να επαναλαμβάνει την ίδια κίνηση, τον ρωτούνε με απορία:

- Δεν σε φτάνουνε όσα ακούς στο σπίτι μωρέ Γιώργη, μα θες να την ακούς και όταν είσαι έξω; Περίμενε να γυρίσεις, να σε περιλάβει...

- Άστε, μην μιλάτε εσείς που δεν ξέρετε. Το μαγνητόφωνο μου θυμίζει να αργήσω όσο μπορώ να γυρίσω σπίτι.

Μα η μεγαλύτερη χαρά που μου δίνει και γι' αυτό κυρίως το πήρα, είναι πως εδώ τουλάχιστον μπορώ και την σταματώ όποτε θέλω!

Δεν υπάρχουν σχόλια: