Τραγουδά ο Στρατής Κυριμάκης, γέννημα - θρέμμα Χανιώτης και Νεοχωρίτης.
Έλα μαζί να θυμηθούμε τα παλιά
πως τα περνούσαμε στα όμορφα Χανιά μας
να το ακούσουν, και τα νέα τα παιδιά
να καταλάβουν, πως πέρασε η γενιά μας
Με τι ν' αρχίσω, τι να πρωτοθυμηθώ
είναι πολλές οι αναμνήσεις και μεγάλες
που σταματάει το μυαλό του καθενός
γιατ' όλο έρχονται στο νου, θύμησες κι' άλλες
Ας ξεκινήσω απ' τις παλιές τις γειτονιές
που βεγγερίζαμε τα καλοκαίρια όλοι
με ρεφενέδες, αστειάκια, ζαβολιές
και τα παράθυρα ανοιχτά, τη νύχτα όλη
Παλιά Χανιά μου, μεσ' τη καρδιά μου
θα μείνετε ώσπου να ζω
και θα θυμάμαι την ομορφιά σας
που πλέον δεν θα ξαναδώ
Τα πρωινά στης Νέας Χώρας το γιαλό
που μοσχομύριζε μαρίδα και χταπόδι
στα αλμυρίκια της Χαβάης το δροσιό
μεζέδες τρώγαμε απ' το Βλάχο το Μανώλη
Κι όταν πηγαίναμε προς το Κουνουκαπί
Σπλάντζια, Χονολουλού, και Καμαράκι
πάντοτε βρίσκαμε ρετσίνα, δροσερή
στη ταβερνούλα, τη γνωστή, του Μαρινάκη
Στο όμορφο Σαντριβάνι, όταν φτάναμε
που ήταν γεμάτο, γραφικούς, & ταβερνάκια
ήρεμοι, το ουζάκι απολαμβάναμε
με μουσικούλα, Ελληνική και αστειάκια
Παλιά Χανιά μου, μεσ' τη καρδιά μου...
Και το βραδάκι, στα στενά, του λιμανιού
κι' έπειτα βόλτα, στου Μπόλαρη, στα Μπάνια
οι μυρωδιές, να σου τρελαίνουν, το μυαλό
γιατί θεέ μου, να μη μένανε για πάντα
Τα Σαββατόβραδα, να πάμε, Λόντον Μπάρ
να το γλεντήσουμε, να παν', όλα στο βρόντο
τα ξημερώματα καντάδες, στα στενά
πρώτες φωνές, τέρτσα κιθάρες και σεκόντο
Όλοι μαζί στο γήπεδο τις Κυριακές
κι' αρχίζει η ζάρπα, οι βρισιές, η φασαρία
για το Μπιρμπίλη, το Λαλά, το Κοκοβιό
Ρούμελη, Τσίτα, Καραγκιόζη, Σωφρονία
Παλιά Χανιά μου, μεσ' τη καρδιά μου...
πως τα περνούσαμε στα όμορφα Χανιά μας
να το ακούσουν, και τα νέα τα παιδιά
να καταλάβουν, πως πέρασε η γενιά μας
Με τι ν' αρχίσω, τι να πρωτοθυμηθώ
είναι πολλές οι αναμνήσεις και μεγάλες
που σταματάει το μυαλό του καθενός
γιατ' όλο έρχονται στο νου, θύμησες κι' άλλες
Ας ξεκινήσω απ' τις παλιές τις γειτονιές
που βεγγερίζαμε τα καλοκαίρια όλοι
με ρεφενέδες, αστειάκια, ζαβολιές
και τα παράθυρα ανοιχτά, τη νύχτα όλη
Παλιά Χανιά μου, μεσ' τη καρδιά μου
θα μείνετε ώσπου να ζω
και θα θυμάμαι την ομορφιά σας
που πλέον δεν θα ξαναδώ
Τα πρωινά στης Νέας Χώρας το γιαλό
που μοσχομύριζε μαρίδα και χταπόδι
στα αλμυρίκια της Χαβάης το δροσιό
μεζέδες τρώγαμε απ' το Βλάχο το Μανώλη
Κι όταν πηγαίναμε προς το Κουνουκαπί
Σπλάντζια, Χονολουλού, και Καμαράκι
πάντοτε βρίσκαμε ρετσίνα, δροσερή
στη ταβερνούλα, τη γνωστή, του Μαρινάκη
Στο όμορφο Σαντριβάνι, όταν φτάναμε
που ήταν γεμάτο, γραφικούς, & ταβερνάκια
ήρεμοι, το ουζάκι απολαμβάναμε
με μουσικούλα, Ελληνική και αστειάκια
Παλιά Χανιά μου, μεσ' τη καρδιά μου...
Και το βραδάκι, στα στενά, του λιμανιού
κι' έπειτα βόλτα, στου Μπόλαρη, στα Μπάνια
οι μυρωδιές, να σου τρελαίνουν, το μυαλό
γιατί θεέ μου, να μη μένανε για πάντα
Τα Σαββατόβραδα, να πάμε, Λόντον Μπάρ
να το γλεντήσουμε, να παν', όλα στο βρόντο
τα ξημερώματα καντάδες, στα στενά
πρώτες φωνές, τέρτσα κιθάρες και σεκόντο
Όλοι μαζί στο γήπεδο τις Κυριακές
κι' αρχίζει η ζάρπα, οι βρισιές, η φασαρία
για το Μπιρμπίλη, το Λαλά, το Κοκοβιό
Ρούμελη, Τσίτα, Καραγκιόζη, Σωφρονία
Παλιά Χανιά μου, μεσ' τη καρδιά μου...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου