Το πρώτο τριήμερο της Μεγαλοβδομάδας οι προετοιμασίες για το Πάσχα στο σπίτι είναι στο αποκορύφωμά τους.
Η νηστεία καθολική. Ο εκκλησιασμός χωρίς απουσίες.
Στα σπίτια κυριαρχεί ο 'αναβρασμός' των γυναικών με τις ατέλειωτες καθαριότητες. Τα παιδιά στα ξύλα τ' οφανού. Οι άντρες στα των προμηθειών για το τραπέζι του Πάσχα, που συνεχίζονται ως το Μέγα Σάββατο...
Τη Μεγάλη Τετάρτη η νηστεία κι από λάδι είναι καθολική. Από το Ευχέλαιο δεν απουσιάζει κανείς. Kάθε οικογένεια κρατούσε κι από ένα μαντήλι με χάσικο στάρι (περίπου μισό κιλό) και το έριχνε στο τραπέζι που ήταν στη μέση της Εκκλησίας και λίγο μπροστά. Γινόταν ένας μικρός σωρός (ίσως δέκα κιλών σιτάρι). Στην κορυφή του τοποθετούνταν το καντήλι από το οποίο ο ιερέας άλειφε τους πιστούς στο τέλος του Ευχελαίου. Τα τελευταία χρόνια το συμβολικό αυτό έθιμο έχει εκλείψει σε πολλά χωριά, όπως δυστυχώς και η καλλιέργεια των σιτηρών. Ποιος σπέρνει και ποιος θερίζει (για να 'χει στάρι) πια στα χωριά μας που ρημάζουν;
Σήμερα μας δίδεται η ευκαιρία για περισυλλογή, ιδιαίτερα των εποχικών αυτών των ημερών επισκεπτών - χωριανών κάθε Κρητικού χωριού, αλλά και για σκέψεις γόνιμες για το πώς μπορεί να ξαναζήσει πάλι το χωριό, η ακένωτη αυτή πηγή ζωής που εγκαταλείπεται και σβήνει...
Όλοι καταφτάνουνε για "Πάσχα στο χωριό", που έχει ουσία και περιεχόμενο όπως λέμε, κι είναι κοντά στη Φύση και την παραδοσιακή ζωή. Ομως όλον τον άλλο χρόνο δεν το θυμούνται. Τα γόνιμα χωράφια των γονιών χέρσωσαν. Οι ελιές μένουν αμάζωχτες! Τα νοστιμότατα αγριόχορτα ξεσταχυάζουν αζήτητα και τα τρυφερά φρέσκα αμύγδαλα δεν έχουν πια τους φαωτάδες των κι είναι στα δέντρα ως το φθινόπωρο σαν μικρές μαύρες μπάλες στα χωρίς φύλλα κλαδιά. Ας συλλογιστούμε σοβαρά αυτή την εικόνα της εγκατάλειψης και ίσως κάτι θετικό προκύψει!...
Μεγάλη Πέμπτη, οι ετοιμασίες για το Πάσχα συνεχίζονται σ' όλα τα νοικοκυριά. Πρώτα βάφονται τ' αβγά, σ' άλλα σπίτια με μπογιές εμπορίου και σ' άλλα με τις φυσικές βαφικές ύλες που προσφέρει αδάπανα η Φύση, αιώνες τώρα. Οι μπογιές που χρησιμοποιούσαν για τη βαφή των μάλλινων και του βαμβακιού, έχουν επίσης τον πρώτο λόγο, μαζί με ξίδι.
Αλλά και τα άνθη που αυτή την εποχή έχουν οι λιμπίνοι (τα λούπινα) για το μπλε, τα κίτρινα κρεμμυδόφυλλα που ρίχνονται στο κατσαρόλι, ενώ βράζουν τ' αβγά, για το κίτρινο, κ.λπ. Πιστεύεται πως τ' αβγά που θα κάμουν σήμερα οι κότες, αν τα βράσουμε σωστά και τα βάψουμε κόκκινα, δεν χαλάνε όλο τον χρόνο.
Μεγάλη Πέμπτη και η παραδοσιακή κουζίνα της Κρήτης προσφέρει ντολμαδάκια από τα πρώιμα φύλλα της κληματαριάς, κουκιά φρέσκα γιαχνί ή σαλιγκάρια. Σήμερα τρώνε λάδι, γιατί αντί της σημερινής, νηστέψανε τη βαγιοπέφτη. Τα παιδιά συνεχίζουν να συγκεντρώνουν ξύλα για τον οφανό, που πανύψηλος στήνεται σε μέρος ακίνδυνο, από πλευράς πυρκαγιάς. Εδώ το βράδυ της Ανάστασης θα καεί ο Ιούδας.
Απόψε, στα Δώδεκα Ευαγγέλια δεν απουσιάζει κανείς. Κι όλοι συγκλονίζονται όταν μετά το πέμπτο Ευαγγέλιο, ντύνεται η Εκκλησία, τέμπλα, εικόνες, προσκυνητάρια, πολυέλαιοι κ.λπ., στα κατάμαυρα. Στην πόλη, αντίθετα, αυτό γίνεται από τον πρώτο Νυμφίο, δηλαδή από το βράδυ των Βαΐων. Οι ειδικοί μελετητές των θρησκευτικών εθίμων, ας αποφανθούν πότε είναι η ορθότερη ενέργεια αυτή. Κάποια κορίτσια στα χωριά, μετά από κάθε Ευαγγέλιο, έδεναν έναν κόμπο σε μια κλωστή, που την είχαν ύστερα πάνω τους, για καλό. Κι έλεγαν μάλιστα: 'Εγώ μ' αυτό δεν ματιάζομαι!'.
Σήμερα Μεγάλη Πέμπτη, οι συντέκνοι στέλνουν τα λαμπριάτικα δώρα τους στους "φιλιότσους" των.
Από σήμερα επίσης, στα καφενεία των χωριών μας κρεμνούν με μια κλωστή από το ταβάνι, τον φάντε της τράπουλας λέγοντας:
- Χωριανοί, στο μαγαζί δεν θα παιχτούν χαρθιά από σήμερο κι ως τη Δευτέρα τση Λαμπρής!. Κι ό,τι πει γίνεται!
Έθιμο που καταγράφηκε κι επιβεβαιώθηκε για αρκετά χρόνια στον Καμπανού Σελίνου και πριν από τη δεκαετία του 1950 κι έπειτα και που ευχόμαστε και προτρέπουμε ν' απλωθεί παντού. Τηρείται σε πολλά μέρη. Μετά το πέμπτο Ευαγγέλιο απόψε και το 'Σήμερον κρεμάται επί ξύλου...' η καμπάνα χτυπά πένθιμα καθώς κι όλη τη Μ. Παρασκευή. Είναι σωστό, τέτοιες ώρες να μην παίζονται χαρτιά. Αγράμματος ίσως ο λαός μας, μα πάνσοφος και σωστός!...
Στα θρησκευτικά λαογραφικά (λαϊκή λατρεία στις πόλεις μας) τα σύγχρονα, καταγράφεται η πολύ πλούσια προσφορά στεφανιών για τον Σταυρό απόψε από το εκκλησίασμα. Και οι επίτροποι (για ν' αποφύγουν παρεξηγήσεις) να τοποθετούν στον Σταυρό, έστω και για λίγο όλα τα στεφάνια των πιστών.
Αλλά και η πραμάτεια των λαϊκών αγορών είναι ανάλογη της ζήτησης των ημερών. Πέραν όλων των άλλων, θα δούμε και πάγκους με κεριά, στεφανάκια, βαφές αυτών, μοσχολίβανα, καντηλήθρες, ανθόνερο σε μπουκάλια, καθώς και πασχαλινές κάρτες για όσους άργησαν! Μεγάλη Παρασκευή, οι καμπάνες των εκκλησιών αλλά και των ξωκκλησιών, από την αυγή, ακούγονται πένθιμες.
Αγόρια και κορίτσια ξεχύνονται λίαν πρωί στα χωράφια και στα πλάγια, για να φέρουν τ' αγριολούλουδα του Επιταφίου, που καθώς τους έχουν παραγγείλει οι μεγάλοι δεν τα μυρίζονται, γιατί είναι για τον Τάφο, που λίγο αργότερα θα στολίζουν οι νέες του χωριού, με τέχνη και περισσή φροντίδα. Ολο το πρωινό, ωστόσο, οι μεγαλύτερες γυναίκες πηγαίνουν και θυμιάζουν τις εκκλησίες. Πρώτα μάλιστα τις 'Παναγίες', ακόμη και των γύρω χωριών...
Το βράδυ στη μέση της εκκλησίας, ο Επιτάφιος ευωδιάζει. Στις τέσσερις γωνιές του σοβαρές κοπέλες, Μαρίες στ' όνομα, αν γίνεται μαυροντυμένες, σωστές Μυροφόρες παραστέκουν με το καλαθάκι τους γεμάτο ροδοπέταλα κι άλλα λουλούδια, για τη στιγμή της τρίτης στάσης των Εγκωμίων: Ερραναν τον Τάφον...
Ως χτυπήσει η καμπάνα βραδιάτικα, όλο το χωριό καταφτάνει στην εκκλησία. Ανάβει κερί και προσκυνά στον Επιτάφιο. Τα παιδιά περνούν κι όλας από κάτω του. Κι όταν αρχίσουν τα Εγκώμια, ο συναγωνισμός των καλλιφώνων δίνει και παίρνει. Οι προετοιμασίες των ήταν από μέρες με την οδηγία ψαλτάδων και εφημερίου. Η ώρα της περιφοράς, φορτισμένη συγκινήσεις είναι το ξόδι του Θεού. Ολοι κρατούν αναμμένο κερί και αμίλητοι προχωρούν. Εξω από τα σπίτια θυμιάζουν και ρίχνουν ανθόνερο στον Επιτάφιο, ενώ σταυροκοπιούνται...
Στα εκκλησάκια που είναι δεξιά κι αριστερά της διαδρομής σταματά η πομπή, ο παπάς μνημονεύει κι αργοψάλοντας επιστρέφει η πομπή στην εκκλησία. Στην κεντρική είσοδο τώρα νέοι κρατούν ψηλά τον Επιτάφιο για να περάσει ο κόσμος από κάτω και να εισέλθει για να τελειώσει η Ακολουθία και να γίνουν οι αιτήσεις για τους πεθαμένους κάθε σπιτιού, που απόψε περιμένουν κι αυτών οι ψυχές των, να τους θυμηθούμε, που 'ναι μεγάλη ώρα!
Με την απόλυση οι Μυροφόρες παραμένουν στην Εκκλησία όλη τη νύχτα "γιατί είναι μιστό". Σε κάποια χωριά οι Μυροφόρες λένε "το μοιρολόι της Παναγίας" με τον αργόσυρτο πένθιμο σκοπό (μέλος) του κι ως τόσο η νύχτα περνά. Το μοιρολόι αυτό σε τοπική παραλλαγή στην Αγία Ειρήνη Σελίνου, έχει ως ακολούθως.
Κάτω στα Γεροσόλυμα εις του Χριστού τον τάφο, εκειά δεντρό δεν ήτανε και δέντρο φανερώθη. Το δέντρο ήταν ο Χριστός και κλών' οι γι' Αποστόλοι και τα παρακλωνάρια του ήταν οι μαρτυριές του, που μαρτυρούν και λέγανε για του Χριστού τα πάθη.
- Δέσποινα, Παντοδέσποινα και του Χριστού Μητέρα, που τον Υγιό Σου πιάσανε, οι σκύλοι 'ν' οι Ιουδαίοι και μπέψα τον παράνομο, το σκύλο τον Οβραίο, να πα να φέρει δυο καρφιά κι εκείνος φέρνει πέντε, να βάλουν δυο στα πόδια του και δυο στα δυο του χέρια, το πέμπτο το φαρμακερό, να μπήξουν στην καρδιά του.
Κι η Δέσποινα ως τ' άκουσε, έπεσε λιγωμένη, σταμνί νερό τση γύρανε κι ένα λαήνι μόσκο και τέσσερα γαρέφαλα, ώστε να συνεφέρει. Σαν επανασυνέφερε, σηκώνεται να πάει. Οσ' αγαπάτε το Χριστό και του Χριστού τη μάνα, σα θέλετ' ακλουθήξετε τση πονεμένης μάνας.
Κιανείς δεν τσ' ακολούθησε, όξω οι τρεις παρθένες, η Μάρθα κι η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η μάνα Και παίρνει τσι και πηαίνουνε εις του Ληστή τσι πόρτες, θωρού τσι πόρτες σφαλιχτές και τα κλειδιά παρμένα και τα πορτοπαράθυρα, σφιχτά μανταλωμένα θέτει τση πόρτας μια λαχτέ και πάει μέσα κι όξω, θωρεί κουτσούς, θωρεί στραβούς, θωρεί βασανισμένους, κιανέναν δεν εγνώρισε, παρά τον Αϊ Γιάννη.
Αγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και Βαπτιστή Κυρίου πες μου ποιος είν' ο γυιόκας μου κι εσέν' ο Δάσκαλός Σου; - Θωρείς εκείνον τον χλωμό, τον παραπονεμένο, απού φορεί ποκάμισο στο αίμα βουτηγμένο; Εκείνος είν' ο γυιόκας σου κι εμένα ο Δάσκαλός μου! - Πού 'ναι γκρεμνός να γκρεμιστώ; Πού 'ναι κορφή να πέσω; - Πού 'ναι μαχαίρι δίστομο να κακοθανατίσω; - Μουδέ γρεμνός να γρεμιστείς, μουδέ κορφή να πέσεις, μουδέ μαχαίρι δίστομο να κακοθανατίσεις, γιατ' ανεν κάμεις τ' άδικο θα κάνουν κι οι μανάδες.
Μα πάρε το στρατί - στρατί και άμε στο κελλί σου και βάψε το μαντήλι σου και κόψε το μαλλί σου. Βάλε κρασί εις το γυαλί, ψωμί εις το πανιέρι, φώνιαξε τσι γειτόνισσες να σε περηγορήσου και κράξε και τα ορφανά να φαν' να μακαρίσου... - Απού τ' ακούει σώνεται κι απού το πει σχωρνιέται κι απού το καλαφρουγκαστεί, Παράδεισο θα λάβει! (Αποστολάκης, σ. 424 - 5)
Ας παρακολουθήσουμε όμως και μια άλλη κρητική παραλλαγή του θρήνου της Παναγίας:
Η Παναγία η Δέσποινα καθόταν στο θρονί τζη, την προσευχή τζη έκανε εις το μονογενή τζη. Και μια φωνή απ' ουρανού κι απ' αρχαγγέλου στόμα: 'Πάψε, Κερά, τσι προσευχές και πάψε τσι μετάνοιες, και τον υγιό σου πιάσανε οι γι' άνομοι Οβραίοι, οι γι' άνομοι και τα σκυλιά κι οι τρισκαταραμένοι.
Σαν κλέφτη τον επιάσανε και σα ληστή τον πάνε και στου Πιλάτου την αυλή, εκειά τον τυραννάνε'. Ως τ' άκουσε η Παναγιά, πομένει λιγωμένη, ροδόσταμο τση γερνάνε ώστε να συνεφέρει. Σαν επαρασυνέφερε κι ήρθε στο λογισμό τζη, εμίλησε τω γυναικώ που στέκονταν ομπρός τση: 'Οσ' αγαπάνε το Χριστό και του Χριστού τη μάνα ούλες να μ' ακλουθήξετε, να πα να τόνε βρούμε.
Κιαμμιά δεν τση ακλούθηξε, μόνο οι τρεις Παρθένες η Μάρθα κι η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η μάνα Και παίρνουν το στρατί - στρατί, στρατί το μονοπάτι, τo μονοπάτι τσι 'βγαλε εις του ληστή την πόρτα κι η πόρτα απού το φόβο τζη ανοίγει μοναχή τζη. Ντηρά ζερβά, ντηρά δεξιά, ντηρά κι απού την άλλη κιανένα δεν απάντηξε, μόνο τον Άι-Γιάννη.
'Αγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και Βαφτιστή του γιού μου, δείξε μου εμέ το τέκνο μου κι εσέ το δάσκαλό σου'. 'Θωρείς τον κείνον τον χλωμό, τον κατηγορημένο απού φορεί στην κεφαλή αγκαθινό στεφάνι κι απού βαστά στη χέραν του καρφιά να τον καρφώσουν κι απού βαστά στην άλλην του χολή να τον ποτίσουν; Κείνοσας είν' ο γιόκας σου κι εμένα ο δάσκαλός μου'. 'Πού 'ναι γρεμνός να γρεμιστώ, πού 'ναι γρεμνός να δώσω, πού 'ναι μαχαίρι να σφαχτώ να κακοθανατώσω;
'Μάνα, μην κάνεις πρόδομα, να κάνουν κι άλλες μάνες, γιατί θα να σε βλαστημούν γι' οι άλλες καημένες μάνες. Μα πάρε, μάνα, το στρατί στο σπίτι μας να πάεις βάλε στο γυαλί κρασί, κουλούρια στο πανιέρι και δώσε την υπομονή σ' ούλην την οικουμένη. Κάλεσε τσι γειτόνισσες να σε παρηγορήσουν και τσι γειτονοπούλες μας να πιουν να μακαρίσουν. Και το Μεγάλο Σάββατο, κοντά στο μεσημέρι, όντε σημαίνου οι γι' εκκλησιές και ψάλλουν οι παπάδες τότες κι εσύ, μανούλα μου, θα 'χεις χαρές μεγάλες.
(Σ. Α. Αποστολάκη: 'Ριζίτικα, τα δημοτικά τραγούδια της Κρήτης', σ. 422 - 3)
Αλήθεια! πώς θρηνείται η ανθρώπινη υπόσταση του Υιού του Θεού και πόσο συμπαραστέκεται και συμπονάται η τραγική μητέρα του Χριστού, η Παναγία, η αιώνια εκπρόσωπος όλων των μητέρων της Γης καθώς περνά τις πιο κρίσιμες ώρες αγωνίας και πόνου, από την αρχική πληροφόρησή της για τη σύλληψη του Γιου της ως τον τελευταίο Του λόγο απάνω στον Σταυρό! Ο ποιητής - λαός μας, σ' όλο το μεγαλείο του!
Σήμερα πολλοί μένουν νηστικοί όλη μέρα, ενώ άλλοι 'βράζουν χοχλιούς' και μ' ελιές και παξιμάδι περνούν τη μέρα τούτη τη νηστήσιμη. Κάποιοι δοκιμάζουν ξίδι, το θεωρούν καλό. Γενικά όλοι τηρούν τις λαϊκές απαγορεύσεις: Σήμερα δεν σφυρίζουμε χαρούμενα, δεν τραγουδούμε, δεν καρφώνουμε καρδιά, δεν ράβουμε!...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου